Παραθέτουμε αποσπάσματα από την πολύκροτη απόφαση (πόρισμα-έκθεση) της ΕΕΑ που αφορούν αποκλειστικά το σκεπτικό της και καταδεικνύουν τον τρόπο ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών με την πολυϊδιοκτησία διατάξεων εκ μέρους της Επιτροπής, υπογραμμίζοντας τα στοιχεία εκείνα που θεωρούμε σημαντικά για την νομική αξιολόγηση της απόφασης.
Στο Μαρούσι σήμερα Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020, η Επιτροπή
Επαγγελματικού Αθλητισμού, όπως συγκροτήθηκε …., με θέμα ημερήσιας διάταξης την
από 04.12.2019 έγγραφη καταγγελία της ΠΑΕ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ (αρ.πρωτ.: ΕΕΑ
955/04.12.2019), κατά των ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ Α.Ο. και ΠΑΕ ΠΑΟΚ για παράβαση των άρθρων
69 και 77 Α του ν. 2725/1999.
….
Ε) Οι ελεγχόμενες ΠΑΕ ζήτησαν να τους χορηγηθούν αντίγραφα
των ανωνύμως αποσταλέντων εγγράφων στα μέλη της Επιτροπής, να μη δοθούν στην
καταγγέλλουσα ΠΑΕ διότι περιέχουν στοιχεία …
Βέβαια είναι προφανές ότι
για τη στοιχειοθέτηση της αιτιολογίας των αποφάσεων της Επιτροπής ισχύει το
σύστημα της ελεύθερης απόδειξης και συνεκτίμησης όλων των αναζητηθέντων και
προσκομισθέντων στοιχείων (μαρτυρικών καταθέσεων, διευκρινήσεων και πληροφοριών
που παρασχέθηκαν κατά τη διάρκεια των ακροάσεων, ιδιωτικών και δημοσίων
εγγράφων, ομολογιών, διαφόρων τεκμηρίων καθώς και διδαγμάτων της κοινής πείρας)
χωρίς δικονομικούς καταναγκασμούς…
….
Η Επιτροπή
επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή της κατά τη συνεδρίαση της 27.01.2020 στην
οποία συμμετείχε το τακτικό μέλος Κ. Μ., ο οποίος όπως προαναφέρθηκε απούσιαζε
από τη συνεδρίαση της 16 ης Ιανουαρίου 2020. Στο μέλος αυτό σύμφωνα με το άρθρο
4 παρ.2 του Εσωτερικού Κανονισμού έγινε η ενημέρωση ως προς τα ουσιώδη σημεία
της συζήτησης της 16 ης Ιανουαρίου 2020 που απούσιαζε, πλην όμως δήλωσε στην Επιτροπή ότι δεν έχει προλάβει να ενημερωθεί
πλήρως ως προς τα ουσιώδη σημεία της υπόθεσης, δεν έχει δε μελετήσει ούτε τα
υπομνήματα και απέχει της ψηφοφορίας…
…
Κατά τη διάταξη του άρθρου 77 Α παρ. 5 του Ν. 2725/1999 η
Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων της, πέραν
των όσων προβλέπονται ρητά από τον ως άνω νόμο δικαιούται να ζητεί και να
λαμβάνει οποιοδήποτε κατά την κρίση της άλλο στοιχείο, πληροφορία ή
διευκρίνιση. Από τη διάταξη αυτή σαφώς προκύπτει ότι η Ε.Ε.Α. για να επιτελέσει
το κρίσιμο εποπτικό έργο το οποίο έχει αναλάβει (βλ. άρθρα 75, 77 και 77 Α Ν.
2725/1999 όπως ισχύει), δικαιούται να λαμβάνει υπόψη της πληροφορίες και άλλα
αποδεικτικά στοιχεία (μεταξύ των οποίων καταγγελίες, αναφορές, αλλά και
δημοσιεύματα ακόμα και φωτογραφικό υλικό) προκειμένου
να διευκολυνθεί στην αποκάλυψη της αλήθειας για το συγκεκριμένο υπό εξέταση
θέμα της αρμοδιότητάς της, ανεξαρτήτως μάλιστα εάν αυτά προέρχονται από πρόσωπα
που έχουν ή όχι άμεσο έννομο συμφέρον δεδομένου ότι οι εποπτικές αρμοδιότητες
της Επιτροπής ασκούνται αυτεπαγγέλτως σκοπούσες στην υπηρέτηση δημοσίου
συμφέροντος. Εξάλλου, από μια σειρά διατάξεων του αθλητικού νόμου προκύπτει
κατά τρόπο σαφή ότι κεντρική στόχευση του νομοθέτη και συνακόλουθα μια από τις
βασικές αρμοδιότητες της Ε.Ε.Α. είναι ο έλεγχος του προσώπου των μετόχων κάθε
Ανώνυμης Αθλητικής Εταιρείας (Α.Α.Ε.).
Τούτο όπως αναμφίβολα προκύπτει από το πλέγμα των σχετικών
διατάξεων, ανάγεται στον πυρήνα της εποπτικής αποστολής της Ε.Ε.Α. προκειμένου
όχι μόνο να διασφαλιστεί η προβλεπόμενη και από το Σύνταγμα εποπτεία του
κράτους στον αθλητισμό (ιδίως με τον έλεγχο κάθε φορά των προϋποθέσεων αλλά και
των ποικίλων απαγορεύσεων για την απόκτηση της ιδιότητας του μετόχου Α.Α.Ε.)
αλλά και ο ανόθευτος ανταγωνισμός μεταξύ
των Α.Ε.Ε. και η ακεραιότητα των αθλητικών διοργανώσεων, που επιτυγχάνεται
ιδίως με τις διατάξεις για την απαγόρευση και τον έλεγχο της πολυϊδιοκτησίας η
οποία εξετάζεται αποκλειστικά και δεσμευτικά από την Επιτροπή Επαγγελματικού
Αθλητισμού…
Το άρθρο 69 στις παρ. 3, 4, 6, 9, 12 και 13 του Ν. 2725/1999
προβλέπει: «[...] 3. Εταιρείες …
9. Α.Α.Ε., μέτοχος Α.Α.Ε., Μέλη ή διοικητές νομικού προσώπου
ιδιωτικού δικαίου ή εταιρείας που συμμετέχει στο κεφάλαιο Α.Α.Ε., καθώς και οι
σύζυγοι και οι μέχρι δεύτερου βαθμού συγγενείς όλων των παραπάνω φυσικών
προσώπων, απαγορεύεται, με ποινή
απόλυτης ακυρότητας της δικαιοπραξίας, να
αποκτούν αμέσως ή εμμέσως, όπως, ιδίως δια παρένθετων προσώπων, μετοχές ή
δικαιώματα διοίκησης ή να αναλαμβάνουν διευθυντικά καθήκοντα άλλης ΑΑΕ., του
ιδίου ή άλλου αθλήματος.
Ως απαγορευμένη
έμμεση απόκτηση, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρείται και
αυτή που επιτυγχάνεται μέσω άλλου
νομικού προσώπου ή εταιρείας, εφόσον
πρόκειται για συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 42ε
παράγραφος 5 του Κ.Ν. 2190/1920 ή στην
οποία το υποκείμενο στους ως άνω περιορισμούς πρόσωπο είτε κατέχει
ποσοστό μεγαλύτερο του είκοσι τοις εκατό (20%) του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων
ψήφου είτε συμμετέχει στο όργανο διοίκησής της ή καθ' οιονδήποτε τρόπο στη
διαχείρισή της είτε ασκεί κυριαρχική επιρροή στη διοίκηση ή τη λειτουργία της,
ανεξάρτητα από το ποσοστό κεφαλαίου που διαθέτει σε αυτήν. [...]
12. Σε περίπτωση κατά την οποία παραβιασθεί κάποια από τις
διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού με υπαιτιότητα οργάνων
της Α.Α.Ε., η ομάδα της αποβάλλεται από το πρωτάθλημα, με απόφαση του οικείου δικαιοδοτικού οργάνου, το οποίο επιλαμβάνεται ύστερα από έκθεση της
Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού ή μετά
από προσφυγή όποιου έχει έννομο συμφέρον. 13. Όποιος με πρόθεση παραβιάζει
τις απαγορεύσεις των παραγράφων 3, 6, 8, 9 και 10 του παρόντος άρθρου
τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000)
ευρώ. Εξουσιοδοτήσεις ή ιδιωτικά
συμφωνητικά με τα οποία επιτυγχάνεται
εικονική συμμετοχή στο κεφάλαιο μιας ΑΑΕ. ή αντέγγραφα σχετικά με την
καταβολή του τιμήματος αγοράς μετοχών, ενεχυριάσεις μετοχών, συμβάσεις εντολής,
παραχωρήσεις δικαιωμάτων διοίκησης και κάθε άλλη πράξη που άγει σε καταστρατήγηση των διατάξεων, των παραγράφων 8, 9 και 10
του παρόντος άρθρου, πάσχουν από απόλυτη ακυρότητα. [...]».
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν. 3057/2002, που
τροποποίησε ριζικά το άρθρο 69 του ν. 2725/1999, «εξασφαλίζεται πλήρως η
διαφάνεια του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των Α.Α.Ε. και καταπολεμάται κάθε απόπειρα πολυϊδιοκτησίας. Συγκεκριμένα,
κατοχυρώνεται η ονομαστικοποίηση των μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου,
επιβάλλεται για τα νομικά πρόσωπα ο προληπτικός έλεγχος (αφού ως προϋπόθεση
απόκτησης μετοχών τίθεται πλέον η προηγούμενη λήψη σχετικής άδειας από την
Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού, η οποία χορηγείται μόνο μετά από την προσκόμιση
των αναγκαίων στοιχείων και αφού διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχει παραβίαση του
νόμου) και θεσπίζεται ο διαρκής έλεγχος, με την υποχρέωση ενημέρωσης για
οποιαδήποτε μεταβολή. Τα ασυμβίβαστα που
προβλέπονται για την απόκτηση μετοχών Α.Α.Ε. διευρύνονται, επεκτείνονται και
για την άσκηση διοικητικών ή διευθυντικών καθηκόντων, προβλέπονται δε
σοβαρές ποινικές και αστικές κυρώσεις σε περιπτώσεις παραβίασης του νόμου»….
Σύμφωνα με το άρθρο 42 ε παρ. 5 του Κ.Ν. 2190/1920, στο
οποίο παραπέμπει το άρθρο 69 παρ. 9 του Ν. 2725/1999: «[...] συνδεμένες επιχειρήσεις είναι: α) Οι επιχειρήσεις εκείνες
μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική. Σχέση
μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική υπάρχει όταν μία επιχείρηση (μητρική): αα.
ή έχει την πλειοφηφία του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων φήφου μιας άλλης
(θυγατρικής) επιχείρησης, έστω και αν η πλειοφηφία αυτή σχηματίζεται ύστερα από
συνυπολογισμό των τίτλων και δικαιωμάτων που κατέχονται από τρίτους για
λογαριασμό της μητρικής επιχείρησης, ββ. ή ελέγχει την πλειοφηφία των
δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης ύστερα από συμφωνία με
άλλους μετόχους ή εταίρους της επιχείρησης αυτής, γγ. ή συμμετέχει στο κεφάλαιο
μιας άλλης επιχείρησης και έχει το δικαίωμα, είτε άμεσα, είτε μέσω τρίτων, να
διορίζει ή να παύει την πλειοφηφία των μελών των οργάνων διοίκησης της
επιχείρησης αυτής (θυγατρικής), δδ. ή έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι
ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο σε άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση), ή,
με άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση), υπάγονται στην ενιαία διεύθυνση της
μητρικής επιχείρησης, β) Οι συνδεμένες επιχειρήσεις της προηγούμενης περ. α',
και κάθε μία από τις θυγατρικές ή θυγατρικές των θυγατρικών των συνδεμένων
αυτών επιχειρήσεων, γ) Οι θυγατρικές επιχειρήσεις των προηγούμενων περ. α' και
β', άσχετα αν μεταξύ των θυγατρικών αυτών δεν υπάρχει απευθείας δεσμός
συμμετοχής, δ) Οι συνδεμένες επιχειρήσεις των προηγούμενων περ. α', β' και γ'
και κάθε άλλη επιχείρηση που συνδέεται με αυτές με τις σχέσεις των διατάξεων της
παρ. 1 του άρθρου 96». Η ανωτέρω διάταξη
έπαυσε να ισχύει, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 38 του Ν. 4308/2014
«Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ
Α'251). Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32 του εν λόγω νόμου: « 2) Μια
μητρική οντότητα συντάσσει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις για την
ίδια και κάθε άλλη οντότητα, εάν για την εν λόγω μητρική οντότητα ισχύει
οποιοδήποτε από τα παρακάτω α' έως ε': α) Έχει την πλειοφηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών
της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα), β) Έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του
διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της άλλης οντότητας (θυγατρική
οντότητα) και είναι ταυτόχρονα μέτοχος, εταίρος ή μέλος αυτής της οντότητας, γ)
Έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική
επιρροή στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα), της οποίας είναι μέτοχος,
εταίρος ή μέλος, είτε βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με την οντότητα αυτή είτε
βάσει πρόβλεψης του ιδρυτικού εγγράφου ή του καταστατικού της. δ) Είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος της άλλης
οντότητας και είτε: δ1) ελέγχει από
μόνη της, δυνάμει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους, εταίρους ή
μέλη της οντότητας αυτής (θυγατρική οντότητα), την πλειοψηφία των δικαιωμάτων
ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της είτε δ2) ισχύουν αθροιστικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις: δ2.1) Η πλειοψηφία των μελών των διοικητικών,
διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων της οντότητας αυτής (θυγατρικής οντότητας)
που είχαν τη διοίκηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου, καθώς και κατά
την προηγούμενη περίοδο και μέχρι την κατάρτιση των ενοποιημένων
χρηματοοικονομικών καταστάσεων, έχει
διοριστεί μόνο ως αποτέλεσμα της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου αυτής. δ2.2)
Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχονται από τη μητρική οντότητα αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 20% των συνολικών
δικαιωμάτων ψήφου στη θυγατρική οντότητα. δ2.3) Κανένα τρίτο μέρος δεν έχει
τα δικαιώματα που αναφέρονται στα σημεία α, β' ή γ' της παρούσας παραγράφου,
αναφορικά με αυτή την οντότητα (θυγατρική οντότητα), ε) Έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή
έλεγχο στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα)». Σύμφωνα δε με τους
ορισμούς του Παραρτήματος Α του Ν. 4308/2014... [...]Ουσιώδης επιρροή
(Significant influence): Η ικανότητα μια οντότητας (επενδυτής) να επηρεάζει τις
χρηματοοικονομικές και λειτουργικές αποφάσεις μιας άλλης οντότητας, χωρίς να
ασκεί έλεγχο ή κοινό έλεγχο επί αυτής…Τεκμαίρεται
ότι υπάρχει ουσιώδης επιρροή όταν η οντότητα κατέχει άμεσα ή έμμεσα το 20%
τουλάχιστον των δικαιωμάτων ψήφου της άλλης οντότητας, εκτός εάν μπορεί να
τεκμηριωθεί ότι αυτό δεν συμβαίνει… [...] Συνδεδεμένο μέρος (Related
party): Είναι: α) Πρόσωπο ή στενό μέλος της οικογένειας αυτού του προσώπου
είναι συνδεδεμένο μέρος με την οντότητα που καταρτίζει χρηματοοικονομικές
καταστάσεις εάν: α1) Είναι μέλος των βασικών διοικητικών στελεχών της
καταρτίζουσας οντότητας ή μιας μητρικής της, ή α2) Έχει τον έλεγχο της
καταρτίζουσας οντότητας, ή α3) Ασκεί από κοινού έλεγχο ή ουσιώδη επιρροή επί
της καταρτίζουσας οντότητας ή έχει σημαντικά δικαιώματα ψήφου σε αυτή.
Στο Παράρτημα Α του Ν. 4308/2014 και στο άρθρο 32 του νόμου
αυτού παραπέμπει και το άρθρο 99 «Διαφάνεια και εποπτεία των συναλλαγών με
συνδεδεμένα μέρη» του Ν. 4548/2018
«Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών» (ΦΕΚ ΑΊ04), σύμφωνα με
το οποίο: «2. Η απαγόρευση της παραγράφου 1 ισχύει για τα ακόλουθα πρόσωπα
(συνδεδεμένα μέρη): [...] (β) Ως προς τις λοιπές εταιρείες, τα μέλη του
διοικητικού συμβουλίου, τα πρόσωπα που ελέγχουν την εταιρεία, τα στενά μέλη
οικογένειας των προσώπων αυτών, όπως αυτά ορίζονται στο Παράρτημα Α' του ν.
4308/2014, καθώς και τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τους παραπάνω. Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο θεωρείται ότι
ελέγχει την εταιρεία, αν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 32 του ν.
4308/2014».
Πέραν της ανωτέρω διάταξης του Ν. 2190/1920 στην οποία
παραπέμπει το άρθρο 69 του Ν. 2725/1999,
ορισμοί των εννοιών του συνδεδεμένου μέρους και της κυριαρχικής, σημαντικής ή
ουσιώδους επιρροής συναντώνται και σε κανονιστικά κείμενα οργάνων αθλητικών
οργανώσεων. Έτσι στον «Κανονισμό
Αδειοδότησης Συλλόγων της UEFA» (Club Licensing and Financial Fair Play
Regulations), στο Παράρτημα X υπό F, ορίζονται τα ακόλουθα: «Συνδεδεμένο
μέρος, συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη και εύλογη αξία συναλλαγών συνδεδεμένου
μέρους: 1. Συνδεδεμένο μέρος είναι ένα πρόσωπο ή οντότητα που σχετίζεται με την
οντότητα που συντάσσει τις οικονομικές καταστάσεις («οντότητα αναφοράς»). Κατά
την εξέταση κάθε πιθανής σχέσης συνδεδεμένων μερών, δίδεται προσοχή στην ουσία
της σχέσης και όχι μόνο στη νομική μορφή. 2. Ένα άτομο ή ένα στενό μέλος της
οικογένειας αυτού του ατόμου (δηλ. εκείνα τα μέλη της οικογένειας τα οποία
αναμένεται να επηρεάσουν ή να επηρεαστούν, από αυτό το πρόσωπο στις συναλλαγές
του με την οντότητα, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών και της συζύγου ή της
συμβίας αυτού, τα παιδιά της συζύγου ή της συμβίας αυτού, και εξαρτώμενα από
αυτόν ή την σύζυγο ή συμβία αυτού) σχετίζεται με την οντότητα αναφοράς, β) έχει
σημαντική επιρροή στην οντότητα αναφοράς, ή γ) είναι βασικό διοικητικό στέλεχος
της οντότητας αναφοράς ή της μητρικής οντότητας αναφοράς.
3. Μια οντότητα σχετίζεται με μια οντότητα αναφοράς, αν
συντρέχει κάποια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) Η οντότητα και η οντότητα
αναφοράς είναι μέλη του ίδιου ομίλου (που σημαίνει ότι κάθε μητρική, θυγατρική
και υπο-θυγατρική είναι συνδεδεμένη με τις άλλες), β)…..»
….
Αντίστοιχα, σύμφωνα τόσο με το Εθνικό όσο και με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο ελέγχου συγκεντρώσεων
επιχειρήσεων, απόκτηση ελέγχου μιας επιχείρησης σε άλλη λαμβάνει χώρα όταν
προκύπτει μόνιμη μεταβολή του ελέγχου από: α) τη συγχώνευση δυο ή περισσότερων
προηγουμένως ανεξάρτητων επιχειρήσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή β) την
απόκτηση, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ελέγχουν ήδη μια τουλάχιστον
επιχείρηση ή από μια ή περισσότερες επιχειρήσεις, άμεσα ή έμμεσα, με την αγορά
τίτλων ή στοιχείων του ενεργητικού, με σύμβαση ή με άλλο τρόπο, ελέγχου στο
σύνολο ή σε τμήματα μιας ή περισσοτέρων άλλων επιχειρήσεων (άρθρο 5 Ν.
3959/2011, άρθρο 3 παρ.1 Κανονισμού 139/2004). Επιπλέον, ο έλεγχος απορρέει από
δικαιώματα, συμβάσεις ή άλλα μέσα, τα οποία, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό
με άλλα, και λαμβανομένων υπόψη των σχετικών πραγματικών ή νομικών συνθηκών,
παρέχουν τη δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της δραστηριότητας μιας
επιχείρησης, και ιδίως από α) δικαιώματα κυριότητας ή χρήσης επί συνόλου ή
μέρους των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης ή β) δικαιώματα ή συμβάσεις
που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της σύνθεσης, των συσκέψεων ή
των αποφάσεων των οργάνων μιας επιχείρησης (άρθρο 3 παρ.2 Κανονισμού 139/2004…
….
Σκοπός των θεσπιζόμενων ρυθμίσεων στον Ν. 2725/1999 είναι να
διασφαλισθεί πλήρως η διαφάνεια του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των Α.Α.Ε. Ο εν
λόγω σκοπός επιτυγχάνεται μέσω της κατοχύρωσης της ονομαστικοποίησης των
μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου, της θεσμοθέτησης για τα νομικά πρόσωπα
«προληπτικού ελέγχου», καθώς τίθεται πλέον ως «προϋπόθεση απόκτησης μετοχών»
από νομικό πρόσωπο η «προηγούμενη λήψη σχετικής άδειας» από την Ε.Ε.Α., και της
θέσπισης «διαρκούς ελέγχου», με την επιβολή υποχρεώσεων ενημέρωσης για
οποιαδήποτε μεταβολή. Στο πλαίσιο αυτό, η θεμελιώδης υποχρέωση υποβολής
οποιασδήποτε συναλλαγής με αντικείμενο την απόκτηση μετοχών Α.Α.Ε. σε
προληπτικό έλεγχο προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 69 του ν. 2725/1999….
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του προαναφερόμενου Ν.
3057/2002 καθώς και του Ν. 4049/2012, σκοπός των θεσπιζόμενων ρυθμίσεων του
άρθρου 69 περί πολυϊδιοκτησίας είναι, επιπλέον της διασφάλισης της διαφάνειας
του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των Α.Α.Ε., η
καταπολέμηση «κάθε απόπειρας» πολυϊδιοκτησίας, μέσω της αυστηροποίησης των όρων
και των προϋποθέσεων για την απόκτηση μετοχών και την άσκηση διοίκησης σε Α.Α.Ε.
Για την εξυπηρέτηση του ανωτέρω σκοπού ο νομοθέτης εισήγαγε στο άρθρο 69 του Ν.
2725/1999 μια σειρά απόλυτων απαγορεύσεων. Όπως συνάγεται και από την
αιτιολογική έκθεση του ν. 3057/2002 που αναφέρεται σε «κάθε απόπειρα
πολυϊδιοκτησίας», αλλά και από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 13 του άρθρου 69
που αναφέρεται σε «κάθε άλλη πράξη που
άγει σε καταστρατήγηση» της απαγόρευσης της παραγράφου 9, σκοπός του
νομοθέτη είναι να καταλαμβάνεται από το πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω
απαγορεύσεων κάθε μορφή συναλλαγής ή πράξης ή συνδυασμός και των δυο που οδηγεί
σε «πολυϊδιοκτησία». Και τούτο, όχι υπό την έννοια της απόκτησης ελέγχου
(της απόκτησης της ιδιότητας του ιδιοκτήτη), αλλά υπό την έννοια της συμμετοχής
ενός προσώπου με οποιονδήποτε τρόπο και με οποιοδήποτε μέσο στη διοίκηση δυο
Α.Α.Ε. είτε αυτό λαμβάνει τη μορφή
απόκτησης μετοχών, είτε απόκτησης δικαιωμάτων διοίκησης ή ανάληψης διευθυντικών
καθηκόντων είτε με οποιονδήποτε άλλο διακανονισμό, ο οποίος άγει σε
αποτελέσματα ισοδύναμα με το αποδοκιμαστέο από τη διάταξη αποτέλεσμα, έτσι ώστε
να αποτρέπεται η καταστρατήγηση της σχετικής απαγόρευσης.
Στο πλαίσιο αυτό, για
τον σκοπό διαπίστωσης των προκείμενων παραβάσεων είναι αδιάφορο αν αποκτώνται
μετοχές ή ο αριθμός των μετοχών που αποκτώνται και αν μέσω της εν λόγω απόκτησης επέρχεται μεταβολή
στη διοίκηση και στον έλεγχο της Α.Α.Ε. Ομοίως, δεν εξετάζεται το εύρος των δικαιωμάτων διοίκησης που
αποκτώνται ή αν υφίστανται άλλα πρόσωπα που, επίσης, κατέχουν δικαιώματα
ελέγχου ή διοίκησης. Ούτε εξετάζεται, εξάλλου η συνδρομή ή μη υπαιτιότητας στο
πρόσωπο του υποκειμένου της απαγόρευσης (τυπική παράβαση). Όπως προκύπτει από
τη σχετική πρόβλεψη της παραγράφου 12, η συνδρομή υπαιτιότητας συνιστά
προϋπόθεση διαπίστωσης των εν λόγω παραβάσεων. Πέραν των ανωτέρω περιπτώσεων,
για την κατάφαση έμμεσης επιρροής η παράγραφος 9 του άρθρου 69 του Ν. 2725/1999
αρκείται και σε χαλαρότερους δεσμούς μεταξύ των εμμέσως αποκτώντων και των
προσώπων δια μέσω των οποίων αυτοί αποκτούν μετοχές ή δικαιώματα διοίκησης.
Έτσι, αρκεί η κατοχή ποσοστού 20% του κεφαλαίου ή των
δικαιωμάτων ψήφου μιας εταιρείας, ή η συμμετοχή στα όργανα διοίκησης ή εν γένει
στη διαχείριση αυτή με οποιονδήποτε τρόπο, είτε η άσκηση κυριαρχικής επιρροής,
ακόμα και εν απουσία οποιασδήποτε συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο. Η τελευταία
αυτή υποπερίπτωση, που ομοιάζει με την περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου
32 του Ν. 4308/2014, συστηματικά και
τελολογικά ερμηνευόμενη καταλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες όπου, παρότι δεν
υφίσταται μετοχική σχέση, υφιστάμενοι οικονομικοί ή/και διαρθρωτικοί δεσμοί
παρέχουν τη δυνατότητα άσκησης επιρροής στη διοίκηση και τη λειτουργία μιας
εταιρείας. Ως τέτοιοι δεσμοί, όπως γίνεται δεκτό και υπό την προαναφερόμενη
διάταξη του Ν. 4308/2014, θεωρούνται ιδίως οι σημαντικές μακροπρόθεσμες
συμφωνίες εφοδιασμού με προμηθευτές ή πελάτες, όπως οι μακροχρόνιες μισθώσεις
κρίσιμου παγίου περιουσιακού στοιχείου, οι σημαντικές μακροπρόθεσμες συμφωνίες
παροχής πιστώσεων, τα κοινά μέλη Δ.Σ., οι οικογενειακοί δεσμοί, οι συμβάσεις
ομολογιακών δανείων μετατρέψιμες σε μετοχές. Πρόκειται για καταστάσεις οικονομικής
εξάρτησης, ή/και ενιαίας διεύθυνσης ή/και ανάπτυξης σχέσεων σύνδεσης/επιρροής
στη βάση οικογενειακών δεσμών. Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμο είναι να διαγνωσθεί η
άσκηση πραγματικής επιρροής επί της Α.Α.Ε. Προς τούτο, συνεκτιμώνται σωρεία
κριτηρίων, πέραν της μετοχικής σχέσης, με πρωτεύοντα αυτά των διαρθρωτικών και
οικονομικών δεσμών, ενώ κατά την
πρακτική της Ε.Ε.Α. για την κατάφαση «παρένθετου προσώπου» συνεκτιμώνται η
συμπεριφορά και οι τοποθετήσεις των ίδιων των εμπλεκομένων, η ουσιαστική ή μη
συμμετοχή τους στα συλλογικά όργανα του αθλήματος, και τυχόν πανθομολογούμενη
αντίληψη περί των συνθηκών ενασχόλησής τους με το άθλημα.
Κατά συνέπεια, οι
ρυθμίσεις του άρθρου 69 θα πρέπει να ερμηνεύονται και εφαρμόζονται υπό το
πρίσμα και των κανόνων του δικαίου ανταγωνισμού, σύμφωνα με τους οποίους για τη
διάγνωση περίπτωσης πολυϊδιοκτησίας δεν επιτρέπεται η ερμηνεία του κανόνα και η
υπαγωγή να γίνεται φορμαλιστικά και δογματικά, αντίθετα, θα πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη το ειδικό οικονομικό και νομικό πλαίσιο της κάθε υπόθεσης.
Επισημαίνεται ότι ο νομοθέτης του άρθρου 69 Ν. 2725/1999 στην προσπάθειά του να
αποτρέψει κάθε απόπειρα πολυϊδιοκτησίας στον χώρο των Α.Α.Ε. έχει εκφρασθεί
κατά τον ευρύτερο δυνατό τρόπο. Έτσι, όχι μόνο έχει ρυθμίσει πέραν της άμεσης,
την έμμεση απόκτηση μετοχών ή δικαιωμάτων διοίκησης ή διευθυντικών δικαιωμάτων,
αλλά και έχει καταστήσει σαφές ότι η έμμεση συμμετοχή μπορεί να πάρει διάφορες
μορφές, από τις οποίες δεν θέλει να αποκλείσει καμιά. Έτσι, τονίζει μεν την
απόκτηση τέτοιων δικαιωμάτων δια παρένθετων προσώπων, διευκρινίζει όμως στο εδ.
1 ότι η αναφορά αυτή είναι απλώς ενδεικτική με την προσθήκη της λέξης «ιδίως
δια παρένθετων προσώπων» (να αποκτούν αμέσως ή εμμέσως, όπως δια παρένθετων
προσώπων, μετοχές ή δικαιώματα διοίκησης ή να αναλαμβάνουν διευθυντικά
καθήκοντα άλλης Α.Α.Ε.).
Ο ενδεικτικός χαρακτήρας των περιπτώσεων έμμεσης συμμετοχής
επιβεβαιώνεται και από το γεγονός, ότι στο εδ. 2 της παρ. 9 ως απαγορευμένη
απόκτηση έμμεσης συμμετοχής «....θεωρείται και αυτή που επιτυγχάνεται μέσω
άλλου νομικού προσώπου ή εταιρείας...».
Περαιτέρω, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 69 εμπίπτουν και
έννομες σχέσεις που δεν ερείδονται σε εταιρική συμμετοχή. Έτσι το άρθρο 69
καταλαμβάνει και περιπτώσεις σύνδεσης που προκύπτει από λοιπές μη μετοχικές
σχέσεις (από τις οποίες ενδέχεται να προκύπτει το αναφερόμενο στην παρ. 9 του
άρθρου 69 δικαίωμα διοίκησης), όπως, ενδεικτικά, μια σύμβαση πίστωσης, σύμβαση
ομολογιακού δανείου μετατρέψιμου σε μετοχές, μια σχέση μακροχρόνιας μίσθωσης
κρίσιμου παγίου και άλλες ανάλογες καταστάσεις, ιδίως αν αυτές συνδυάζονται με
διοικητικούς διαρθρωτικούς δεσμούς (όπως ιδίως ίδια μέλη στα διοικητικά
συμβούλια). Ο εκ των προτέρων
αποκλεισμός τέτοιων περιπτώσεων δεν γίνεται δεκτός σύμφωνα με το γράμμα και
το πνεύμα των διατάξεων, κριτήριο δε για το αν νομικές ή πραγματικές
σχέσεις μεταξύ Α.Α.Ε., ή παρένθετων αυτών προσώπων, θεμελιώνουν απαγορευμένη
σχέση πολυιδιοκτησίας μεταξύ αυτών, είναι το αν οι εν λόγω σχέσεις θεμελιώνουν
δικαίωμα διοίκησης ή κυριαρχικής επιρροής της μιας έναντι της άλλης.
Στοιχείο που θεμελιώνει δικαίωμα διοίκησης ή κυριαρχικής επιρροής μιας Α.Α.Ε.
έναντι άλλης είναι σε κάθε περίπτωση ο έλεγχος του Δ.Σ. της μιας από μέλη του
Δ.Σ. της άλλης, ή παρένθετα πρόσωπα, νομικά ή φυσικά, χωρίς να απαιτείται απόλυτη ταύτιση των μελών
αυτών, όπως επίσης και σε περιπτώσεις ελέγχου Δ.Σ. Α.Α.Ε. από μετόχους άλλης ή
παρένθετους αυτών. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα κρίσιμα
στοιχεία που αφορούν τους οργανωτικούς, οικονομικούς και νομικούς δεσμούς μεταξύ
των Α.Α.Ε. ή των παρένθετων αυτών προσώπων. Συνεπώς, η -έτσι αποκαλούμενη-
απαγόρευση πολυιδιοκτησίας, υποχρεωτικά ερμηνεύεται γραμματικά και τελολογικά,
με τρόπο ώστε να καταλαμβάνει πέραν της άμεσης εταιρικής/μετοχικής συμμετοχής
και την με οποιονδήποτε τρόπο (έμμεσο, de facto κ.ο.κ.) άσκηση επιρροής στη
διοίκηση και λειτουργία μιας άλλης Α.Α.Ε. η οποία δημιουργεί ακόμα και την
υποψία "διαπλεκόμενων περιουσιακών συμφερόντων και τη δημιουργία κοινών
πόλων επιρροής ανάμεσα σε περισσότερες της μιας Α.Α.Ε." (Τέλλης, ΕΕμπΔ
2004, 263), πολλώ δε μάλλον απόπειρα επίτευξης τέτοιων.
Αυτή η απαγορευμένη δυνατότητα συμμετοχής/επιρροής στη
διοίκηση ή λειτουργία δεν απαιτείται για τις ανάγκες εφαρμογής του άρθρου 69
παρ.9 να ισοδυναμεί απαραίτητα με τη δυνατότητα για άσκηση ελέγχου, υπό την
έννοια του ελέγχου στο εταιρικό δίκαιο, αποτελώντας κατ'ουσία ευρύτερη έννοια η
οποία καταλαμβάνει ακόμα και τις περιπτώσεις απόπειρας συμμετοχής/επιρροής,
όπως προκύπτει και από το γράμμα της αιτιολογικής έκθεσης του Ν.2725/1999. Όπως
δε έχει κριθεί με απόφαση της αυτής Επιτροπής (Ε.Ε.Α. Απόσπασμα Πρακτικού της
2ας Ιουλίου 2015 επί της
προσφυγής-καταγγελίας της ΠΑΕ Γ.Σ. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ κατά της ΠΑΕ Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗ):
"Η χρησιμοποίηση άλλων, παρένθετων, προσώπων ή τεχνασμάτων ή εικονικών συμφωνιών
ή αντεγγράφων ή εν γένει οποιονδήποτε άλλων μεθοδεύσεων που έχουν ως αποτέλεσμα
την απόκρυψη του αληθούς προσώπου του μετόχου συνιστά βαρύτατη παραβίαση των
σχετικών διατάξεων του νόμου, αφού σκοπεί ευθέως στην καταστρατήγηση των σκοπών
του και βεβαίως, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή". Συνεπώς οι κανόνες αυτοί
υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και επιχειρούν να θωρακίσουν τη διαφάνεια και τον
υγιή ανταγωνισμό στον χώρο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, ο οποίος προφανώς
και τίθεται σε διακινδύνευση, εφόσον ήταν δυνατή, όπως στο κοινό δίκαιο της
Α.Ε., η άμεση ή έμμεση συμμετοχή ενός φυσικού ή νομικού προσώπου στη διοίκηση ή
στη λειτουργία μιας άλλης Α.Α.Ε. Και τούτο διότι εφόσον αυτό επιτρεπόταν,
δηλαδή η άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε μια άλλη Α.Α.Ε. ενός φυσικού ή νομικού
προσώπου, τότε η σύγκρουση συμφερόντων και ο κίνδυνος χειραγώγησης της σχετικής
αγοράς του επαγγελματικού ποδοσφαίρου θα ήταν πασιφανής, με κίνδυνο και για την
αξιοπιστία των τυχερών παιγνίων που συνδέονται με αθλητικό στοιχηματισμό. Δεν
θα πρέπει επίσης να παραγνωρίζεται η λαοφιλία του ποδοσφαίρου και οι επιπτώσεις
στον κοινωνικό ιστό τυχόν φαινομένων κάλυψης φαινομένων πολυϊδιοκτησίας, τόσο
σε επίπεδο έξαρσης φαινομένων αθλητικής βίας όσο και σε επίπεδο απαξίωσης του
αθλήματος καθ'εαυτού. Στο προστατευτικό πεδίο της εν λόγω πρόβλεψης ερείδεται
και ο χαρακτηρισμός της εν λόγω παράβασης ως βαρείας αλλά και η ανάγκη του
νομοθέτη πρόβλεψης της συνέπειας της αποβολής από το πρωτάθλημα ευθέως στον
νόμο.
Σύμφωνα με το
Παράρτημα Α (Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού/Πόρισμα Ελέγχου/Ποινές) του
Πειθαρχικού Κώδικα (Αύγουστος 2019) της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής
Ομοσπονδίας: 1. Σε περίπτωση μη χορήγησης ή ανάκλησης του πιστοποιητικού
«τήρησης των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο», της παρ. 3 του
άρθρου 77Α του ν. 2725/1999, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, που εκδίδεται από
την Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού (Ε.Ε.Α.), η τελευταία εκδίδει πόρισμα
ελέγχου πλήρως αιτιολογημένο και το διαβιβάζει στην Ελληνική Ποδοσφαιρική
Ομοσπονδία. Η Ε.Π.Ο. στην συνέχεια το διαβιβάζει στην αρμόδια πειθαρχική
επιτροπή της Διοργανώτριας Ένωσης, η οποία με βάση το ως άνω πόρισμα, το οποίο
ελέγχεται ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα στην ανοιγόμενη ενώπιον της
πειθαρχική δίκη, επιβάλει στην υπαίτια ΠΑΕ τις παρακάτω ποινές:
α) Εάν η παράβαση
χαρακτηρίζεται από το πόρισμα ελέγχου ως βαρεία, με ποινή υποβιβασμού από
μια κατηγορία έως και την αποβολή από τα επαγγελματικά πρωταθλήματα.
Ως βαρεία χαρακτηρίζεται κάθε παράβαση που αφορά την
προέλευση των πόρων των μετόχων και των εταιρειών, που συνεισφέρουν για τη
δραστηριότητα των Π.Α.Ε., καθώς και κάθε παράβαση, που αφορά στη νομιμότητα της
διοίκησης και του μετοχολογίου των Π.Α.Ε. Στην περίπτωση κατά την οποία στη
διοίκηση ή στο μετοχολόγιο Π.Α.Ε. μετέχουν πρόσωπα, που έχουν καταδικαστεί
τελεσίδικα για την τέλεση κακουργήματος ή εγκλήματος dopping ή έχουν
καταδικαστεί για έγκλημα βίας σε αθλητικούς χώρους ή δωροδοκίας ή άλλο έγκλημα
σχετιζόμενο με την προσυνεννόηση αποτελέσματος αγώνα σε ποινή ανώτερη του ενός
(1) έτους φυλάκισης, επιβάλλεται υποχρεωτικά η ποινή αποκλεισμού της Π.Α.Ε.,
στην οποία μετέχουν, από όλα τα επαγγελματικά πρωταθλήματα.
β) Εάν η παράβαση
χαρακτηρίζεται από το πόρισμα ελέγχου ως σοβαρή, με ποινή αφαίρεσης δέκα
(10) βαθμών έως τον υποβιβασμό κατά μία κατηγορία.
Ως σοβαρή χαρακτηρίζεται κάθε παράβαση που αφορά
ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς για
ποσά άνω των διακοσίων χιιλιάδων (200.000) ευρώ.
γ) Εάν η παράβαση
χαρακτηρίζεται από το πόρισμα ελέγχου ως απλή, με ποινή αφαίρεσης ενός (1)
έως δέκα (10) βαθμών.
Ως απλή χαρακτηρίζεται κάθε παράβαση που αφορά ληξιπρόθεσμες
οφειλές 52 προς το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς για ποσά κάτω των
διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ.
….
Από όλα τα παραπάνω, και
ιδία από τη συμμετοχή στο Διοικητικό Συμβούλιο της VIALAND Α.Ε. των Πανόπουλου
και Συγγελίδη, που είναι ταυτοχρόνως και οι απώτεροι μέτοχοι της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ
Α.Ο., καθώς και από την ταύτιση και των δύο άλλων μελών του Δ.Σ. της VIALAND
Αρ. Πιαλόγλου, νόμιμο εκπρόσωπο της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ και τοποθετηθέντα μετά την
απόκτηση της VIALAND από την RFA, αλλά και τον Χαλαβαζή, Πρόεδρο της VIALAND,
νόμιμο εκπρόσωπο της INSPORTS και μέλος του Δ.Σ. της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ Α.Ο. προκύπτει
ότι η VIALAND δύναται να ασκεί και ασκεί, συνεπώς κατά την έννοια της
παραγράφου 9 του άρθρου 69 Ν. 2725/1999 δικαιώματα διοίκησης και κυριαρχική
επιρροή επί της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ Α.Ο. και σε κάθε περίπτωση δυνατότητα συμμετοχής -
επιρροής στη διοίκηση ή λειτουργία όπως αναλύθηκε κατά τη μείζονα σκέψη. Σε
κάθε περίπτωση, οι μέτοχοι της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ Α.Ο. Χρ. Πανόπουλος και Πολ.
Συγγελίδης, που είναι τυπικά σε θέση να ασκήσουν τέτοια φύσης δικαιώματα, είναι
ταυτόχρονα και μέλη του Δ.Σ. της VIALAND. Είναι δε πασίδηλο στο χώρο του
ποδοσφαίρου ότι το πρόσωπο που ρυθμίζει τις τύχες της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ Α.Ο. κατά τρόπο
αδιαμφισβήτητο και αποφασιστικό τα τελευταία τριάντα ένα χρόνια είναι ο Χρ.
Πανόπουλος, που όπως προκύπτει από τα επίσημα κατατεθειμένα στοιχεία των δύο
εταιρειών στο ΓΕΜΗ διαχρονικά δεν είχε καμία εμπλοκή στα Δ.Σ. της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ
Α.Ο. ενώ ήταν μέλος του Δ.Σ. της VIALAND Α.Ε. από την πρώτη ημέρα σύστασης της
Εταιρείας.