Παρατίθεται η εισήγηση της κας Κονιτσιώτη κατά την ετήσια σύνοδο του ΙΔΕΑΔ σχετικά με τη νομοθεσία που εφαρμόζουν χώρες-μέλη της UEFA για την αντιμετώπιση φαινομένων και πράξεων βίας στον αθλητισμό και δη στο ποδόσφαιρο.
Ελλάδα:
Στην Ελλάδα η αρχική νομοθετική προσπάθεια αντιμετώπισης της
ξεκίνησε με τον αθλητικό νόμο 2725/1999 και το άρθρο 41ΣΤ όπου στην
παράγραφο 1 προβλέπεται ως ποινή, «η φυλάκιση δύο ετών καθώς και χρηματική
ποινή, εφόσον δεν προβλεπόταν κάτι αυστηρότερο από́ κάποια άλλη διάταξη, σε
όποιον εκ προθέσεως προκαλούσε ζημιές εντός των αθλητικών εγκαταστάσεων,
βιαιοπραγούσε εναντίον άλλων οπαδών, και κατείχε ή χρησιμοποιούσε βεγγαλικά και
καπνογόνα, που μπορούν να προκαλέσουν σωματική́ βλάβη». Ο νόμος 2725/1999,
αποτέλεσε σημείο αναφοράς, αλλά ο πρόσφατος νόμος 5025/2023 αποτελεί τη νέα
νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης σχετικά με την καταπολέμηση της βίας στον
Αθλητισμό και όπως ο Αναπληρωτής Υπουργός Αθλητισμού, Γιάννης Βρούτσης
τόνισε, «είναι απαραίτητη η στήριξη του τόσο από τις ΠΑΕ όσο και από το
σύνολο των ανθρώπων του ποδοσφαίρου!».
Σύμφωνα με το νέο νόμο μεταξύ άλλων αναδιαμορφώθηκε η
Διαρκής Επιτροπή Αντιμετώπισης Βίας (ΔΕΑΒ), η οποία σε εφαρμογή της
Σύμβασης Σεντ Ντενί του Συμβουλίου της Ευρώπης καθίσταται πλέον 5μελής με
ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη, αποτελούμενη από δικαστικούς, νομικούς και
αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ., ενώ δημιουργείται Ηλεκτρονική Πλατφόρμα υποστήριξης
του έργου της, σε συνεργασία με την ΕΛ.ΑΣ., προκειμένου η ΔΕΑΒ να λειτουργεί
προληπτικά για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Συγκεκριμένα κατόπιν
εισήγησης της ΔΕΑΒ, έπειτα από τις εκθέσεις των Παρατηρητών της και της
ΕΛ.ΑΣ., κατά δέσμια αρμοδιότηταεπιβάλλονται από το Υπουργείο Αθλητισμού με
αυτοματοποιημένο τρόπο προληπτικές κυρώσεις για περιστατικά ομαδικής βίας,
όπως π.χ. ρίψη εύφλεκτων υλικών.
Η νέα δε νομοθεσία
που εισήχθη με τον ν. 5085/2024σέβεται τον θεσμό του αυτοδιοίκητου
του ποδοσφαίρου και διαχωρίζει τα όρια της πειθαρχικής δικαιοδοσίας της
Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και της διοργανώτριας αρχής αφενός και της
διοικητικής δικαιοδοσίας του Ελληνικού Κράτους αφετέρου. Ειδικότερα:
·
Συγκροτείται η Δ.Ε.Α.Β. (Διαρκής Επιτροπή Αντιμετώπισης της Βίας) με το άρθρο 41Α του
ν. 2725/1999 (Α΄ 121), όπως ισχύει, στον οποίο και αναφέρονται λεπτομερώς, όπως
και σε άλλα άρθρα του, το έργο, οι αρμοδιότητές της και αποτελεί το κυρίαρχο
όργανο της Πολιτείας στην αντιμετώπιση της Βίας στον Αθλητισμό.
·
Με την υπ’ αρ. 3930/08-02-2024 Υπουργική Απόφαση συγκροτήθηκε
η αναβαθμισμένη ΔΕΑΒ με πέντε τακτικά και πέντε αναπληρωματικά μέλη.
·
Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ν. 5085/2024οι αρμοδιότητες
της ΔΕΑΒ από γνωμοδοτικές – εισηγητικές μετατρέπονται σε δικαιοδοτικές καθώς
καλείται να επιβάλει διοικητικές ποινές και πρόστιμα. Παράλληλα, και
σύμφωνα με το αρ. 8 του ν. 5085/2024, ξεκίνησε από τις 06/03/2024 και η
λειτουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας μέσω της οποίας η αστυνομία θα βεβαιώνει την
λειτουργία ή μη της ηλεκτρονικής εποπτείας αθλητικών εγκαταστάσεων (κάμερες),
διαδικασία η οποία προβλέπει επίσης την επιβολή ποινών σε ομάδες της Super
League 1 και BasketLeague.
·
Σημειώνεται δε ότι σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της ΔΕΑΒ
(ΦΕΚ Β΄ 446/2006) η ΔΕΑΒ διατηρεί και όλες τις προηγούμενες αρμοδιότητες της
(Ειδικό Σώμα Παρατηρητών – ορισμοί – επικινδυνότητα αγώνων – γνώμες για
απαγορεύσεις μετακίνησης φιλάθλων σε όλα τα ομαδικά αθλήματα).
·
Η Δ.Ε.Α.Β. συνεργάζεται με τις διοργανώτριες αρχές, τις
αθλητικές ομοσπονδίες, τους επαγγελματικούς συνδέσμους αθλητικών ανώνυμων
εταιρειών (Α.Α.Ε.) και τα τμήματα αμειβομένων αθλητών (Τ.Α.Α.), τις ενώσεις και
τους φορείς εκπροσώπησης αθλητών, διαιτητών, προπονητών και φιλάθλων και τον
Πανελλήνιο Σύνδεσμο Αθλητικού Τύπου (Π.Σ.Α.Τ.). Επίσης συνεργάζεται με την
Αστυνομία, τη Δικαιοσύνη (Αθλητικούς Εισαγγελείς) και τους φορείς και τις
υπηρεσίες της Πολιτείας.
·
Το έργο της Δ.Ε.Α.Β. υποστηρίζεται από το Ειδικό Σώμα των
Παρατηρητών της, όργανο το οποίο προβλέπεται από το άρθρο 41Α του Ν.2725/1999
όπως ισχύει. Οι Παρατηρητές συντάσσουν εκθέσεις για τα γεγονότα που
συμβαίνουν σε αγώνες όπου έχουν ορισθεί, συνεργαζόμενοι με την Αστυνομία και
τους λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς, τις οποίες αποστέλλουν στη Δ.Ε.Α.Β., η οποία
και διαβιβάζει αρμόδια δικαιοδοτικά όργανα κάθε αθλήματος. Οι Παρατηρητές
αποτελούν «τα μάτια και τα αυτιά» της Πολιτείας για τα όσα συμβαίνουν στους
αγωνιστικούς χώρους των πέντε (5) ομαδικών αθλημάτων που διεξάγονται στη χώρα,
ήτοι του Ποδοσφαίρου, του Μπάσκετ, του Βόλεϊ, του Χάντμπολ και του Πόλο, για τα
οποία έχει αρμοδιότητα η Δ.Ε.Α.Β.Τονίζεται ότι:
·
Οι ποινές που επιβάλλονται είναι διοικητικής
και ουχί πειθαρχικής φύσεως. Επομένως λειτουργούν απολύτως διακριτά και
ανεξάρτητα τα πειθαρχικά όργανα της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και
τα αρμόδια όργανα της διοίκησης.
·
Η προβλεπόμενη ποινή της διεξαγωγής
αγώνα δίχως θεατές, εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις ρίψεως αντικειμένου
εύφλεκτου ή πρόσφορου να προκαλέσει σωματική βλάβη.
·
Δεδομένου ότι η εισαγωγή στο γήπεδο
τέτοιων αντικειμένων καταδεικνύει και τον ελλιπή έλεγχο των θεατών κατά την
είσοδό του στο γήπεδο, η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να ενισχύσει κατά
προτεραιότητα το πλαίσιο ελέγχου και ταυτοπροσωπίας του κάθε φιλάθλου που
εισέρχεται στο γήπεδο, ενώ παράλληλα ενισχύθηκε και αυστηροποιήθηκε το σύστημα
ηλεκτρονικής εποπτείας (καμερών) σε όλα τα γήπεδα της SuperLeague 1 και της BasketLeague.
Αντίστοιχα προληπτικά μέτρα και
κυρώσεις προβλέπονται φυσικά και σε άλλες χώρες-μέλη της UEFA για την
αντιμετώπιση του φαινομένου και δη στο ποδόσφαιρο, όπως συνοπτικά οι ακόλουθες:
Ιταλία
Στην Ιταλία,
η καταπολέμηση της βίας στον αθλητισμό έχει διεξαχθεί με πολύ αποφασιστικό
τρόπο τα τελευταία χρόνια με μια σειρά κανονιστικών διατάξεων που έχουν
εισαγάγει νέα νομικά και λειτουργικά εργαλεία στη διάθεση των υπηρεσιών
επιβολής του νόμου.
Οι
περισσότερες από τις υποθέσεις εγκλημάτων που σχετίζονται με τον αθλητισμό
περιλαμβάνονται στον νόμο αριθ. 13 Δεκεμβρίου 1989. 401, σχετικά με παρεμβάσεις
στον κλάδο των παράνομων τυχερών παιγνίων και στοιχημάτων και την προστασία της
ορθότητας στη διεξαγωγή αθλητικών εκδηλώσεων.
Το
σημαντικότερο μέσο, που
διέπεται από το άρθρο 6 του προαναφερόμενου νόμου αριθ. 401 του 1989, είναι η
Απαγόρευση Πρόσβασης σε Σπορ Εκδηλώσεις (D.A.SPO.), που τροποποιήθηκε με
Νομοθετικό Διάταγμα 8 Φεβρουαρίου 2007, αρ. 8, που μετατράπηκε με νόμο της 4ης
Απριλίου 2007, αρ. 41, ο λεγόμενος «νόμος Amato», στον απόηχο των δραματικών γεγονότων
που οδήγησαν στο θάνατο του επιθεωρητή της κρατικής αστυνομίας, FilippoRaciti,
τον Φεβρουάριο του 2007, στο τέλος του αγώνα του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου
Κατάνια - Παλέρμο.
Το
DASPO είναι το ακρωνύμιο για την Απαγόρευση πρόσβασης σε αθλητικές εκδηλώσεις,
αλλά συνήθως ονομάζεται Daspo. Πρόκειται για μια διοικητική κύρωση που μπορεί
να επιβληθεί σε άτομα που διαπράττουν ορισμένες παραβάσεις κατά τη διάρκεια
αθλητικών εκδηλώσεων, όπως βία, ρατσισμός ή ρίψη αντικειμένων.
Ειδικότερα,
το μέτρο εφαρμόζεται σε άτομα που έχουν καταγγελθεί ή έχουν ήδη καταδικαστεί τα
τελευταία πέντε χρόνια ή που βρίσκονται σε καταστάσεις συμπτωματικές της
επικινδυνότητάς τους για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Για τα θέματα αυτά, ο
αστυνομικός επίτροπος μπορεί να διατάξει την απαγόρευση πρόσβασης στους χώρους
όπου πραγματοποιούνται συγκεκριμένα αθλητικά γεγονότα, καθώς και σε όσους
ενδιαφέρονται να διέλθουν ή να μεταφέρουν όσους συμμετέχουν ή παρακολουθούν τις
ίδιες εκδηλώσεις.
Ο
επίτροπος δύναται να διατάξει τους αποδέκτες του DASPOνα εμφανιστούν προσωπικά
μία ή περισσότερες φορές στις ώρες που υποδεικνύονται στο αρμόδιο αστυνομικό
γραφείο κατά τη διάρκεια της ημέρας που πραγματοποιούνται οι διαδηλώσεις για
τις οποίες ισχύει η απαγόρευση.
Το μέτρο
μπορεί επίσης να διαταχθεί από τη δικαστική αρχή με την καταδίκη για εγκλήματα
που διαπράχθηκαν με αφορμή ή λόγω αθλητικών γεγονότων ή κατά τη διάρκεια
μετεγγραφών προς ή από τους σημεία όπου λαμβάνουν χώρα οι εν λόγω εκδηλώσεις
για περίοδο δύο έως οκτώ ετών και η μη οριστική ποινή, που διατάσσει την
απαγόρευση πρόσβασης σε χώρους όπου διεξάγονται αθλητικές εκδηλώσεις, είναι
άμεσα εκτελεστή.
Το DASPOμπορεί
επίσης να διαταχθεί προληπτικά εναντίον οποιουδήποτε, βάσει αντικειμενικών
στοιχείων, φαίνεται να έχει προβεί σε συμπεριφορά που αποσκοπεί στην ενεργό
συμμετοχή σε επεισόδια βίας κατά την ευκαιρία ή λόγω αθλητικών γεγονότων ή που
θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια κατά περίπτωση ή λόγω των ίδιων των
γεγονότων[1].
Το DASPO
προβλέπει απαγόρευση πρόσβασης σε όλα τα αθλητικά γεγονότα για περίοδο που
κυμαίνεται από έξι μήνες έως πέντε χρόνια, ανάλογα με τη σοβαρότητα της
παράβασης που διαπράχθηκε.
Κατά τη διάρκεια
της περιόδου απαγόρευσης, ο τιμωρούμενος δεν μπορεί να εισέλθει σε γήπεδα ή να
συμμετάσχει σε άλλες αθλητικές εκδηλώσεις, με την ποινή της επιβολής
σοβαρότερων ποινικών κυρώσεων.
ΤοDASPOεισήχθη
στην Ιταλία το 1989 για την καταπολέμηση της βίας στα γήπεδα και στη συνέχεια
επεκτάθηκε και σε άλλα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια αθλητικών
εκδηλώσεων.
Η
εφαρμογή του διέπεται από το ιταλικό δίκαιο και προβλέπει ότι η κύρωση
αποφασίζεται από διοικητική αρχή, συνήθως τον νομάρχη της επαρχίας στην οποία
συνέβη το έγκλημα.
Εάν ο
τιμωρούμενος παραβιάσει τοDASPOκαι προσπαθήσει ούτως ή άλλως να έχει πρόσβαση
σε αθλητικό γεγονός, μπορεί να διαπράξει ποινικό αδίκημα και να τιμωρηθεί με
φυλάκιση έως ένα έτος και πρόστιμο έως 1.032 ευρώ, σύμφωνα με το άρθρο. 12-α
του Ν. 401/89.
Είναι δυνατό
να ασκηθεί έφεση κατά τουDASPO. Ο τιμωρούμενος έχει δικαίωμα να προσβάλει την
απόφαση της αρμόδιας διοικητικής αρχής υποβάλλοντας προσφυγή στο Περιφερειακό
Διοικητικό Δικαστήριο (TAR) εντός 60 ημερών από την κοινοποίηση της κύρωσης.
Η προσφυγή
πρέπει να είναι γραπτή και αιτιολογημένη, αναφέροντας τους λόγους για τους
οποίους η επιβληθείσα κύρωση είναι άδικη ή υπερβολική. Ο δικαστής του TAR θα
αξιολογήσει εάν η κύρωση έχει επιβληθεί σωστά και σύμφωνα με το νόμο και θα
αποφασίσει να επιβεβαιώσει, να ακυρώσει ή να τροποποιήσει την απόφαση της
διοικητικής αρχής.
Σε κάθε
περίπτωση, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι η έφεση δεν έχει ανασταλτικό
αποτέλεσμα στην κύρωση. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και αν κάποιος αποφασίσει να
ασκήσει έφεση κατά της απόφασης, η απαγόρευση πρόσβασης σε όλες τις αθλητικές
εκδηλώσεις παραμένει σε ισχύ μέχρι την τελική απόφαση του δικαστή[2].
Πορτογαλία
Στην
Πορτογαλία, ο νόμος που ρυθμίζει τα φαινόμενα βίας που σχετίζονται με τον
αθλητισμόέχει θεσμοθετήσει μια κοινωνικοποιημένη διοικητική αρχή που
είναι αρμόδια να επιβάλλει τον ισχύοντα νόμο, που είναι, στο πορτογαλικό
σύντομο όνομα "APCVD", που σημαίνει "Autoridade para a Prevenção
e Combate à ViolêncianoDesporto" (που σημαίνει Αρχή για την πρόληψη και
Καταπολέμηση της Βίας στον Αθλητισμό).
Η Αρχή
αυτή (για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας στον Αθλητισμό) είναι
κεντρική υπηρεσία της άμεσης διοίκησης του Κράτους, προικισμένη με διοικητική
αυτονομία, υπό τη διεύθυνση του μέλους της Κυβέρνησης με αρμοδιότητα στον τομέα
του αθλητισμού.
ΟργανόγραμμαAPCVD
Η APCVD
συνεργάζεται στενά με ένα εξειδικευμένο Τμήμα της Αστυνομίας Δημόσιας Ασφάλειας
(PSP - Polícia de SegurançaPública), το οποίο είναι η Εθνική Αστυνομία της
Πορτογαλίας. Αυτό το όνομα τμήματος είναι «PNID - PontoNacional de
Informaçõessobre o Desporto» (που σημαίνει Εθνικό Σημείο Πληροφοριών
Αθλητισμού). Οι δύο οντότητες μαζί δημοσιεύουν ετήσια έκθεση για τα στατιστικά
στοιχεία που σχετίζονται με τις διαδικασίες κατά της παραβίασης του νόμου.
Σε
διοικητικό επίπεδο, το APCVD έχει την εξουσία να κινεί διαδικασίες κυρώσεων σε
όσους παραβιάζουν το νόμο, επιβάλλοντας πρόστιμα. Στη συνέχεια, οι αποφάσεις
APCVD μπορούν να προσβληθούν ενώπιον των δικαστηρίων.
Σύμφωνα με
τη νομική πράξη που δημιούργησε το APCVD (το οποίο είναι το Κανονιστικό
Διάταγμα αρ. 10/2018, 3 Οκτωβρίου), η νομική αποστολή του APCVD είναι να
αποτρέπει και να παρακολουθεί τη συμμόρφωση με το νομικό καθεστώς για την
καταπολέμηση της βίας, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας σε
αθλητικές εκδηλώσεις, προκειμένου να μπορέσουν να κρατηθούν με ασφάλεια.
Επίσης, σύμφωνα με αυτό το Κανονιστικό Διάταγμα, η αρμοδιότητα του APCVD
περιλαμβάνει:
α) Άσκηση,
στο πλαίσιο του νομικού καθεστώτος για την καταπολέμηση της βίας, του ρατσισμού,
της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας σε αθλητικές εκδηλώσεις, όλα τα νομικά
καθιερωμένα καθήκοντα εγγραφής και τα καθήκοντα εποπτείας, ελέγχου και επιβολής
κυρώσεων που συνδέονται με αυτά, σε συνεργασία με τις δυνάμεις ασφαλείας.
β) Διασφάλιση
της κίνησης διαδικασιών διοικητικής παράβασης και της εφαρμογής προστίμων και
πρόσθετων κυρώσεων εντός του πεδίου εφαρμογής του νομικού καθεστώτος για την
καταπολέμηση της βίας, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας σε
αθλητικές εκδηλώσεις.
γ) Προώθηση
δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη δημιουργία ενός αθλητικού πλαισίου
βασισμένου σε υψηλές ηθικές αρχές και αξίες.
Δ) Έκδοση
επιστημονικών και τεχνικών γνωμών, συστάσεων και προειδοποιήσεων, ιδίως για
θέματα που σχετίζονται με την πρόληψη και την καταπολέμηση εκδηλώσεων βίας,
ρατσισμού, ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας σε αθλητικές εκδηλώσεις.
ε) Μελέτη
και να προτάσεις κατάλληλες για νομοθετικά και διοικητικά μέτρα σχετικά μετη
την πρόληψη και την καταπολέμηση εκδηλώσεων βίας, ρατσισμού, ξενοφοβίας και
μισαλλοδοξίας σε αθλητικές εκδηλώσεις.
Συνοψίζοντας
στην Πορτογαλία το νομικό καθεστώς για την αθλητική βία περιλαμβάνει 3 είδη
παραβάσεων:
α) Εγκλήματα
(δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του APCVD, αλλά του Εισαγγελέα και του Ποινικού
Δικαστηρίου).
β) Διοικητικά
αδικήματα (αρμοδιότητας APCVD) και
γ)
Πειθαρχικά παραπτώματα (δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της APCVD, αλλά της
Πορτογαλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου / Επαγγελματικής Ποδοσφαιρικής
Ομοσπονδίας)[3].
Μεγάλη
Βρετανία:
Στη Μεγάλη
Βρετανία, η ανάμνηση της σφαγής του Χέιζελ το 1985 εξακολουθεί να καίει, όπως
λέγεται από το όνομα του σταδίου των Βρυξελλών που φιλοξένησε τον τελικό του
Ευρωπαϊκού Κυπέλλου μεταξύ Γιουβέντους και Λίβερπουλ. Σε εκείνη την περίπτωση
οι χούλιγκαν έσπασαν τους διαχωριστικούς φράχτες, οι φυγάδες άρχισαν να
ποδοπατούνται μεταξύ τους και ο απολογισμός ήταν 39 νεκροί και 600 τραυματίες,
σχεδόν όλοι Ιταλοί. Μετά την τραγωδία, πολλά μέτρα εισήχθησαν στην Αγγλία. Με
τον «SportingEvent Act» του ίδιου έτους, η εισαγωγή αλκοόλ στα γήπεδα
απαγορεύτηκε, ενώ ο «PublicOrder Act» του 1986 επέτρεψε στο δικαστικό σώμα να
απαγορεύσει την παρουσία σε αθλητικές εκδηλώσεις ατόμων που θεωρούνταν βίαια,
αναγκάζοντάς τα να υπογράψουν οι στρατώνες.
Στο ίδιο
μήκος κύματος ακολούθησαν και τα μέτρα των επόμενων ετών. Το 1989, μετά τη
σφαγή στο Χίλσμπορο που στοίχισε τη ζωή σε 96 οπαδούς της Λίβερπουλ, η Αγγλίδα
πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ ενέτεινε τα μέτρα για την καταπολέμηση της
συμπεριφοράς των χούλιγκαν. Από εκείνο το έτος και μετά, όποιος καταδικαζόταν
για αδικήματα που σχετίζονται με ποδοσφαιρικούς αγώνες δεν μπορούσε πλέον να
παρακολουθήσει αθλητικές εκδηλώσεις εκτός Αγγλίας και Ουαλίας και όποιος
επιθυμούσε να εισέλθει στο στάδιο έπρεπε να προσκομίσει έγγραφο ταυτότητας, ένα
εξαιρετικό μέτρο δεδομένου ότι στη Μεγάλη Βρετανία δεν υπάρχει καν υποχρέωση να
το έχετε μαζί σας. Μια ειδική ομάδα παρακολούθησης κατά των ultras
δημιουργήθηκε επίσης στην αστυνομία της ΣκότλαντΓιαρντ και οι σύλλογοι
αναγκάστηκαν να ανακαινίσουν τα γήπεδα εξαλείφοντας τα εμπόδια μεταξύ του
γηπέδου και της κερκίδας που, όπως εξηγεί η επιστημονική ένωση PalliumOnlus,
«είναι επικίνδυνα στην περίπτωση ατυχημάτων και συμβάλλουν στη συσσώρευση
αρνητικών εντάσεων στον θεατή που μπορεί να οδηγήσει σε βία», και με την
αντικατάσταση της κερκίδας με αριθμημένα καθίσματα. Ο έλεγχος ήταν επίσης
εγγυημένος με σύστημα κάμερας κλειστού κυκλώματος.
Η Μεγάλη
Βρετανία επικεντρώθηκε τότε σε μεγάλο βαθμό στο να καταστήσει τις ίδιες τις
ομάδες υπεύθυνες, τόσο πολύ που τους εμπιστεύτηκε την επιτήρηση εντός των γηπέδων.
Οι ιδιώτες αγωνοδίκες που πληρώνονται απευθείας από τις ομάδες βρίσκονται σε «ραδιοφωνική»
επικοινωνία με την αστυνομία που παραμένει παρούσα μόνο έξω από τα γήπεδα.
Σήμερα η αγγλική αστυνομία έχει τη δύναμη να συλλάβει και να διώξει αμέσως
οπαδούς ακόμα και μόνο για λεκτική βία.
Ο νόμος για το Football (Offences) του 1991 προέβλεψε μια σειρά από αδικήματα
που σχετίζονται ειδικά με περιστατικά σε ποδοσφαιρικούς αγώνες. Ειδικότερα,
απαγορεύει τη ρίψη βλημάτων, ρατσιστικές ή άσεμνες ψαλμωδίες και την είσοδο
στον αγωνιστικό χώρο ή στη γύρω περιοχή.
Αυτή η νομοθεσία ισχύει για παιχνίδια που αφορούν είτε
εθνική ομάδα είτε τουλάχιστον μία ομάδα από την Πρέμιερ Λιγκ, τη Φούτμπολ Λιγκ,
τη Συνδιάσκεψη ή την Λίγκα της Ουαλίας. Διευκρινίζεται ότι ο νόμος σχετίζεται
με πράξεις που τελούνται σε ένα γήπεδο εντός χρονικού πλαισίου που αρχίζει δύο
ώρες πριν από την έναρξη ενός αγώνα και τελειώνει μια ώρα μετά το τέλος του.
Ρίψη βλημάτων
Είναι συγκεκριμένο παράπτωμα για κάποιον να πετάξει
οτιδήποτε προς τον αγωνιστικό χώρο ή την περιοχή δίπλα σε αυτόν χωρίς νόμιμη
εξουσιοδότηση ή δικαιολογία. Είναι επίσης αδίκημα να πετάει οτιδήποτε προς
οποιαδήποτε περιοχή στην οποία βρίσκονται ή ενδέχεται να είναι παρόντες θεατές
ή άλλα άτομα. Ο νόμος καθιστά σαφές ότι αυτό το αδίκημα περιλαμβάνει πέταγμα
οποιουδήποτε αντικειμένου και δεν ορίζει μια συγκεκριμένη λίστα αντικειμένων
που δεν μπορούν να πεταχτούν.
Απρεπής ή ρατσιστικά συνθήματα
Ο νόμος αποτρέπει συγκεκριμένα συνθήματα αυτού του είδους.
Ο ρατσισμός ορίζεται ως το να περιλαμβάνει κάτι που είναι απειλητικό,
προσβλητικό ή προσβλητικό για ένα άτομο ως αποτέλεσμα του χρώματος, της φυλής,
της εθνικότητάς του ή της εθνικής ή εθνικής καταγωγής του. Τα συνθήματα
περιλαμβάνουν τη δράση είτε ενόςείτε με άλλους και ορίζονται ως η
επαναλαμβανόμενη εκφώνηση οποιωνδήποτε λέξεων ή ήχων. Οποιοσδήποτε δρα με αυτόν
τον τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ενεργεί με νόμιμη εξουσία.
Πηγαίνοντας στον αγωνιστικό χώρο
Είναι παράβαση να μπαίνει κάποιος στον αγωνιστικό χώρο σε
έναν αγώνα. Η απαγόρευση αυτή επεκτείνεται και στο χώρο δίπλα στον αγωνιστικό
χώρο στον οποίο συνήθως δεν γίνονται δεκτοί οι θεατές. Σε αυτήν την περίπτωση,
ο νόμος καθιστά σαφές ότι το αδίκημα δεν διαπιστώνεται εάν ένα άτομο μπορεί να
αποδείξει ότι ενεργούσε με νόμιμη εξουσία ή όντως νόμιμη δικαιολογία.
Καταδίκη για το γήπεδο ποδοσφαίρου
Οι υποθέσεις που διώκονται βάσει αυτού του Νόμου πρέπει
να εκδικάζονται σε Ειρηνοδικείο. Η μέγιστη ποινή που μπορεί να επιβάλει το
Δικαστήριο για ένα αδίκημα σύμφωνα με το Νόμο για το Football (Offences)
του 1991 είναι πρόστιμο μέχρι £1.000. Φυσικά, κατά την επιβολή οποιουδήποτε
είδους χρηματικής ποινής, το Δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη την οικονομική
κατάσταση ενός ατόμου. Καθένα από τα αδικήματα που αναφέρονται παραπάνω είναι
αδικήματα για τα οποία το δικαστήριο πρέπει να εκδώσει απαγόρευση τέλεσης ποδοσφαιρικού
αγώνα εάν βεβαιωθεί ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα βοηθούσε
στην πρόληψη της βίας ή της αταξίας στους ποδοσφαιρικούς αγώνες.
Το CrownProsecutionService
(CPS) λειτουργεί σε όλη την Αγγλία και την Ουαλία, με 14 περιφερειακές ομάδες
που διώκουν υποθέσεις σε τοπικό επίπεδο. Καθεμία από αυτές τις 14 περιοχές CPS
διευθύνεται από έναν Γενικό Εισαγγελέα και συνεργάζεται στενά με τις τοπικές
αστυνομικές δυνάμεις και άλλους εταίρους της ποινικής δικαιοσύνης[4].
Η Εισαγγελική Υπηρεσία του Στέμματος (CPS) διώκει
ποινικές υποθέσεις που έχουν διερευνηθεί από την αστυνομία και άλλες
ερευνητικές οργανώσεις στην Αγγλία και την Ουαλία. Το CPS είναι ανεξάρτητο και λαμβάνει
τις αποφάσεις του ανεξάρτητα από την
αστυνομία και την κυβέρνηση.Καθήκον του είναι να διασφαλίσουμε ότι το σωστό
άτομο διώκεται για το σωστό αδίκημα και να προσάγουμε τους παραβάτες στη
δικαιοσύνη όπου είναι δυνατόν.
Το CPS:
·
αποφασίζει ποιες υποθέσεις πρέπει να διωχθούν
·
καθορίζει τις κατάλληλες κατηγορίες σε πιο
σοβαρές ή πολύπλοκες υποθέσεις και συμβουλεύει την αστυνομία κατά τα πρώτα
στάδια των ερευνών
·
προετοιμάζει υποθέσεις και τις παρουσιάζει
στο δικαστήριο και
·
παρέχει πληροφορίες, βοήθεια και υποστήριξη
σε θύματα και μάρτυρες κατηγορίας.
Οι εισαγγελείς πρέπει να είναι δίκαιοι, αντικειμενικοί
και ανεξάρτητοι. Όταν αποφασίζουν αν θα ασκήσουμε ποινική δίωξη, οι δικηγόροι τους
πρέπει να ακολουθούν τον Κώδικα για τους Εισαγγελείς του Στέμματος. Αυτό
σημαίνει ότι για να κατηγορηθεί κάποιος για ποινικό αδίκημα, οι εισαγγελείς
πρέπει να βεβαιωθούν ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία που παρέχουν ρεαλιστική
προοπτική καταδίκης και ότι η δίωξη είναι προς το δημόσιο συμφέρον.
Το CPS συνεργάζεται στενά με την αστυνομία, τα
δικαστήρια, το δικαστικό σώμα και άλλους εταίρους για την απόδοση δικαιοσύνης[5].
Επιπλέον
η ενότητα 27 του νόμου για τη Μείωση του Εγκλήματος Βίας του 2006 παρέχει στην
αστυνομία εξουσίες να μετακινεί άτομα από μια συγκεκριμένη περιοχή για μέγιστο
χρονικό διάστημα μέχρι και 48 ώρες.
Γερμανία:
Το
αγγλοσαξονικό μοντέλο εφαρμόστηκε εν μέρει από τη Γερμανία, η οποία, τα
τελευταία χρόνια, έχει ανακαινίσει τις αθλητικές εγκαταστάσεις αφαιρώντας τα
εμπόδια μεταξύ γηπέδου και κερκίδων. Εκτός από τις κάμερες, υπάρχουν και
ειδικές αίθουσες με οθόνες που ελέγχονται από την αστυνομία. Επίσης καταφεύγει
στην υποστήριξη των αγωνοδίκων που πληρώνουν οι ίδιεςοι ομάδες.
Στη Γερμανία
δεν υπάρχει εθνικός νόμος σχετικά με την ασφάλεια των γηπέδων και η κυβέρνηση
επέλεξε ένα έργο που στοχεύει στην ενθάρρυνση της αυτοπειθαρχίας και της
υπευθυνότητας των ίδιων των φιλάθλων. Εναπόκειται στις περιφερειακές αρχές
να ζητήσουν την παρουσία της αστυνομίας για εκείνους τους αγώνες που θεωρούνται
ότι κινδυνεύουν, ενώ οι σύλλογοι είναι αυτοί που βοηθούν στον εντοπισμό των πιο
βίαιων οπαδών που, σε περίπτωση παρενόχλησης, μπορούν να αποβληθούν από τα
γήπεδα επ' αόριστον.
Ισπανία:
Στην Ισπανία
λειτουργεί η Κρατική Επιτροπή κατά της βίας, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας
και της μισαλλοδοξίας στον αθλητισμό,έως το 2007, η Εθνική Επιτροπή κατά
της Βίας σε αθλητικές εκδηλώσειςκαι γνωστή στον ισπανικό Τύπο και ευρέως ως
Επιτροπή κατά της Βίας, που δημιουργήθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα 748/2008,
5, αν και προβλέπεται στον αθλητικό νόμο του 1992, τα καθήκοντά τηςδε περιλαμβάνουν
την ανάπτυξη «ενός πολύ ενεργού και σχετικού ρόλο στην πρόληψη της βίας που
σχετίζεται με τον αθλητισμό». Μεταξύ των πιο άμεσων αρμοδιοτήτων της είναι
αυτές να προτείνει διαδικασίες επιβολής κυρώσεων και να κηρύσσει αθλητικά
γεγονότα υψηλού κινδύνου.
Αποτελούμενη
από «εκπροσώπους των διαφόρων δημόσιων διοικήσεων, ισπανικών αθλητικών
ομοσπονδιών ή επαγγελματικών πρωταθλημάτων που επηρεάζονται άμεσα, καθώς και
άτομα αναγνωρισμένου κύρους στον τομέα του αθλητισμού και της ασφάλειας», δημιουργήθηκε για να πληροί τις απαιτήσεις
της «Ευρωπαϊκής Σύμβασης σχετικά με τη βία και την αναστάτωση των θεατών κατά
τη διάρκεια αθλητικών γεγονότων, και ιδιαίτερα ποδοσφαιρικών αγώνων», που εγκρίθηκε
στο Στρασβούργο στις 19 Αυγούστου 1985[6].
Η Μόνιμη
Επιτροπή είναι ένα κεντρικό όργανο στη συνήθη λειτουργία της Επιτροπής, στο
οποίο πέφτει μεγάλο εκτελεστικό βάρος.
Συνεδριάζει
με έντονη συχνότητα - μία φορά κάθε δύο εβδομάδες - για να αναλύει τα πιο
πρόσφατα γεγονότα και να διατυπώνει, όπου χρειάζεται, προτάσεις για την έναρξη
πειθαρχικής διαδικασίας όταν κρίνει ότι τα γεγονότα που αναλύονται συνιστούν
παράβαση, καθώς και για να προτείνει τα αθλητικά γεγονότα που πρέπει να
ταξινομηθεί ως υψηλού κινδύνου.
Μαζί με
αυτές τις λειτουργίες, το βασιλικό διάταγμα παρέχει στην Επιτροπή τη νομιμότητα
να ασκεί προσφυγές ενώπιον του Διοικητικού Αθλητικού Δικαστηρίου κατά των
πράξεων που εκδίδονται για το θέμα αυτό από τις αθλητικές ομοσπονδίες,
αποδίδοντας στην Επιτροπή την εξουσία να ασκεί έφεση κατά των πράξεων που
εγκρίνονται από οποιοδήποτε πειθαρχικό όργανο ομοσπονδία χωρίς να χρειάζεται να
εξαντληθεί το αθλητικό κανάλι.
Από τη
σκοπιά της ρυθμιστικής τεχνικής και για λόγους ασφάλειας δικαίου, ακολουθήθηκε
η δυνατότητα ενοποίησης σε νέο κείμενο του νέου κανονιστικού κανονισμού
οργάνωσης, σύνθεσης και λειτουργίας της Κρατικής Επιτροπήςκατά της βίας, του
ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας στον αθλητισμό.
Τέλος, η
Μόνιμη Επιτροπή ενέκρινε, στις 24 Νοεμβρίου 2011, το Πρωτόκολλο δράσης για την
αποκατάσταση της ομαλότητας σε αγώνες, δοκιμασίες ή αθλητικές εκδηλώσεις που
αναφέρονται στο άρθρο 15.2 του Ν. 19/2007, κατά της βίας, του ρατσισμού, της
ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας στον αθλητισμό[7].
Εναπόκειται
δε στην Κρατική Επιτροπή κατά της Βίας να επιβάλει στους συλλόγους την καταβολή
επιπλέον αστυνομικών δυνάμεων σε περίπτωση δυνητικά επικίνδυνων αγώνων, ενώ απαγορεύεται
η εισαγωγή σημαιών και πασσάλων στα ισπανικά γήπεδα και οι πιο βίαιοι οπαδοί
μπορούν να αποβληθούν από τα γήπεδα για τρεις, έξι ή και περισσότερους μήνες.
Γαλλία:
Η Γαλλίαυιοθέτησε
νόμο κατά της βίας στον αθλητισμό το 1993 και έχει αναπτύξει αυστηρότερους
κανόνες από το 2003. Για παράδειγμα, όποιος καταστρέφει δημόσια περιουσία
κινδυνεύει με φυλάκιση έως και 5 χρόνια, όποιος δεν σέβεται την απαγόρευση
παρακολούθησης αγώνων μπορεί να καταλήξει στη φυλακή για 2 χρόνια και να
πετάξει αντικείμενα ή να εισάγει μαχαίρια, ράβδους ή ρίγες στο γήπεδο[8].
Υπάρχουν
τρεις τύποι απαγορεύσεων στα γήπεδα: διοικητικές, δικαστικές και αστικές.
Μεσοπρόθεσμα
εξετάζεται το ενδεχόμενο δημιουργίας σταθερού προστίμου για αδικοπραξίες (AFD),
δηλαδή ποινικής κύρωσης που επιβάλλεται, εκτός δίκης, από αστυνομικό,
χωροφύλακα ή δημόσιο λειτουργό της αρχής που παρατηρεί μια παράβαση. Θα
καταστήσει δυνατή την επιβολή κυρώσεων για τα αδικήματα που προβλέπονται στο
άρθρο 332-8 του Αθλητικού Κώδικα: εισαγωγή, κατοχή και χρήση ρουκετών ή
πυροτεχνημάτων κάθε είδους σε αθλητικό χώρο. Αυτό το πάγιο πρόστιμο συνίσταται
στην καταβολή χρηματικού ποσού στο Δημόσιο Ταμείο[9].
Στη Γαλλία, όπως
αναφέρθηκε έπρεπε να περιμένουν το νόμο Alliot-Marie του 1993 για υπάρξειένα πρώτο
νομοθετικό μέτρο που επικεντρώθηκε στην ασφάλεια των αθλητικών γεγονότων, ακόμη
κι αν ο νόμος Evin του 1991 είχε ήδη διώξει το αλκοόλ από τα γήπεδα. Και εδώ,
είναι τα τρέχοντα γεγονότα που ωθούν την κυβέρνηση να δράσει. Στις 28
Αυγούστου, κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης PSG-Caen στο Parc des Princes, το
CRS που αναπτύχθηκε στους κόλπους, για να αποτρέψει μια πιθανή εισβολή στον
αγωνιστικό χώρο, απωθήθηκαν βίαια από την Kop of Boulogne, μια ομάδα οπαδών του
παριζιάνικου συλλόγου. Υπήρχαν περίπου δέκα τραυματίες αστυνομικοί.
Αν και ο
Ποινικός Κώδικας επιτρέπει ήδη την τιμωρία ορισμένων εγκληματικών συμπεριφορών,
όπως η υποκίνηση μίσους, η βία, η ζημιά ή ακόμα και η δημόσια οργή στη
Μασσαλία, το επεισόδιο PSG-Caen επέβαλε την ανάγκη για νομοθετικά μέτρα ειδικά
για τις αθλητικές εκδηλώσεις και τογαλλικό χουλιγκανισμό που άκμαζε εκείνη την
εποχή. Ο νόμος Alliot-Marie, που εγκρίθηκε τέσσερις μήνες αργότερα, θεσπίζει
μια «πρόσθετη ποινή απαγόρευσης σταδίου», η οποία μπορεί να επιβληθεί επιπλέον
της καταδίκης για αδίκημα που διαπράχθηκε στο πλαίσιο ενός αθλητικού γεγονότος.
Εν ολίγοις: πρόκειται για ένα κατασταλτικό, μη προληπτικό μέτρο, το οποίο
μπορεί να αποφασιστεί μόνο συμπληρωματικά σε καταδίκη. Η απαγόρευση αυτή δεν
μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη.
Καθώς πλησίαζε
το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, το πεδίο εφαρμογής του επεκτάθηκε σε αδικήματα
που διαπράττονται γύρω από αθλητικούς χώρους και σε μέρη όπου οι αγώνες
μεταδίδονται δημόσια. Από το 2006, τα ενδιαφερόμενα άτομα μπορούν να κληθούν να
ανταποκριθούν σε νομική κλήση κατά τη στιγμή ενός αθλητικού γεγονότος. Επιπλέον,
το 2007 δημιουργήθηκε ένα αρχείο απαγόρευσης εθνικών σταδίων (FNIS).
Ο νόμος
Pasqua του 1995 ώθησε τους συλλόγους να επιδείξουν μεγαλύτερη ευθύνη
προσδιορίζοντας τον ρόλο τους όσον αφορά την ασφάλεια των ανθρώπων που
βρίσκονται στα γήπεδα. Συνοδεύεται από εγκύκλιο που απαιτεί από τους
διοργανωτές να παρέχουν ασφάλεια.
Αλλά ήταν
το 2006 που έγινε ένα σημαντικό βήμα όσον αφορά την πρόληψη των υπερβάσεων,
όταν ο νόμος της 23ης Ιανουαρίου, σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας,
εισήγαγε μια διοικητική απαγόρευση στα γήπεδα, η οποία επέτρεπε στους νομάρχες
να κρατούν τον κόσμο μακριά από αθλητικές εκδηλώσεις. του οποίου η προηγούμενη
συμπεριφορά προκαλεί φόβους για περαιτέρω διαταραχές της δημόσιας τάξης. Η μη
συμμόρφωση με την απαγόρευση αυτή τιμωρείται με φυλάκιση ενός έτους και η
περίοδος απαγόρευσης παρατείνεται σε 24 μήνες σε περίπτωση υποτροπής. Ο νόμος
για τις συμμορίες της 14ης Μαρτίου 2011, γνωστός, προχωρά ακόμη παραπέρα, δεν
περιορίζει πλέον την απαγόρευση στα γήπεδα και στα περίχωρά τους, αλλά
προσφέρει τη δυνατότητα στις αρχές να περιορίζουν την ελευθερία να έρχονται και
να φεύγουν «άτομα». ισχυρίζονται ότι είναι υποστηρικτές μιας ομάδας ή
συμπεριφέρονται ως τέτοια, στη σκηνή ενός αθλητικού γεγονότος, και των οποίων η
παρουσία είναι πιθανό να προκαλέσει σοβαρές διαταραχές στη δημόσια τάξη». Ο
νομάρχης υποχρεούται επίσης να κοινοποιεί στις αθλητικές ομοσπονδίες πληροφορίες
που αφορούν άτομα που υπόκεινται σε απαγόρευση σταδίου.
Τελευταία
προσθήκη στο νομοθετικό οπλοστάσιο κατά της βίας στα γήπεδα: ο νόμος του
2016 «για την ενίσχυση του διαλόγου με τους υποστηρικτές και την καταπολέμηση
του χουλιγκανισμού» τοποθετεί τη μπάλα στο γήπεδο των διοργανωτών αγώνων
δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αρνηθούν την πώληση εισιτηρίων σε ορισμένους
θεατές και να δημιουργήσουν ένα αρχείο που τους καταγράφει.
Προβλέπει
επίσης τη σύσταση ενός εθνικού φορέα υποστηρικτών, υπό την αιγίδα του
Υπουργείου Αθλητισμού. «Η πρωταρχική της αποστολή είναι να τονώσει, σε
εθνικό επίπεδο, μια δυναμική που αποσκοπεί στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για
την εγκαθίδρυση ενός πραγματικού διαλόγου μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων,
συμπεριλαμβανομένων των υποστηρικτών, σχετικά με οποιονδήποτε προβληματισμό,
πρόταση ή ανάπτυξη που συνδέεται με τον υποστηρικισμό», διαβάζουμε στον
ιστότοπο του Υπουργείου Αθλητισμού.
Σύμφωνα
με μια πληροφοριακή έκθεση της Εθνοσυνέλευσης που δημοσιεύθηκε το 2020, από 300
έως 350 άτομα απαγορεύεται η είσοδος στα γήπεδα στη Γαλλία κάθε χρόνο. Για
σύγκριση, υπάρχουν 1.600 στην Αγγλία και 1.300 στη Γερμανία, σύμφωνα με
στοιχεία που επικαλείται το franceinfo. Για πολλούς, οι σύλλογοι εξακολουθούν να είναι πολύ
επιεικείς προς τους οπαδούς τους[10].
Ευρωπαϊκή
Ένωση (ΕΕ):
Από την
πλευρά του το Συμβούλιο της Ευρώπης (ΕΕ) ενεργεί σθεναρά ενάντια σε ορισμένες από τις
αρνητικές πτυχές του αθλητισμού - βία και ντόπινγκ - μέσω δύο συμβάσεων: της «Ευρωπαϊκής
Σύμβασης για τη βία και την ανάρμοστη συμπεριφορά των θεατών σε αθλητικές
εκδηλώσεις και ειδικότερα σε ποδοσφαιρικούς αγώνες (ETSNo. 120)»και της«Σύμβαση
κατά του Ντόπινγκ (ETSNo. 135)».
Η βία είναι
η πιο κοινή μορφή παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επηρεάζει όλα τα
ανθρώπινα όντα. Η καταπολέμηση της βίας –όποια μορφή κι αν λάβει– και η πρόληψή
της αποτελούν έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους των προτεραιοτήτων του
Συμβουλίου της Ευρώπης και, στη συνέχεια, των δραστηριοτήτων του. Το 1983, το
Συμβούλιο της Ευρώπης εξέφρασε την αποφασιστικότητά του να καταπολεμήσει τη βία
στον αθλητισμό με μια αρχική σύσταση από την Κοινοβουλευτική του Συνέλευση
σχετικά με τα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά μέσα μείωσης της βίας.
Σε απάντηση,
η Επιτροπή Υπουργών υποστήριξε μια σειρά μέτρων το 1984 για τη μείωση της βίας
των θεατών σε αθλητικές εκδηλώσεις, ιδίως σε ποδοσφαιρικούς αγώνες. Η
καταστροφή του Heysel τον Μάιο του 1985 έδωσε νέα επείγουσα ανάγκη σε αυτό το
έργο. Πολλοί Ευρωπαίοι αισθάνθηκαν ανήσυχοι για μια τέτοια βία και τις
επιπτώσεις της. Η τραγωδία αποτέλεσε το δραματικό σκηνικό για το άνοιγμα προς
υπογραφή, στο Στρασβούργο, στις 19 Αυγούστου 1985, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για
τη βία των θεατών και την ανάρμοστη συμπεριφορά σε αθλητικές εκδηλώσεις και
ειδικότερα σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, η οποία τέθηκε σε ισχύ εξαιρετικά γρήγορα
την 1η Νοεμβρίου 1985.
Περισσότερες
από τρεις δεκαετίες μετά την έναρξη της σύμβασης, η πρόοδος είναι αξιοσημείωτη.
Η εθνική νομοθεσία και οι κανονισμοί ασφαλείας συμμορφώνονται όλο και
περισσότερο με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη βία και την
ανάρμοστη συμπεριφορά των θεατών σε αθλητικές εκδηλώσεις, η διαχείριση των
υποστηρικτών γίνεται καλύτερα και αυτό μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο τέτοιων
καταστροφών.
Η Μόνιμη
Επιτροπή(επιτροπή T-RV), που είναι αρμόδια για την εφαρμογή της Σύμβασης,
εξελίχθηκε σε μια προσέγγιση ασφάλειας και αργότερα σε μια προσέγγιση
υπηρεσίας, γεγονός που της επιτρέπει φυσικά να συντάξει τη νέα σύμβαση για μια
ολοκληρωμένη προσέγγιση ασφάλειας, ασφάλειας και εξυπηρέτησης σε ποδοσφαιρικούς
αγώνες και άλλες αθλητικές εκδηλώσεις.
Η Σύμβαση
απαιτεί από τα κράτη να λαμβάνουν πρακτικά μέτρα για την πρόληψη και τον έλεγχο
της βίας και της ανάρμοστης συμπεριφοράς από τους θεατές. Περιλαμβάνει επίσης
μέτρα για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των παραβατών.
Η Μόνιμη Επιτροπή
παρακολουθεί την εφαρμογή της Σύμβασης και αξιολογεί την πρόοδο που έχει
επιτευχθεί. Επισκέπτεται χώρες, παρακολουθεί αγώνες υψηλού κινδύνου, συζητά
θέματα με βασικά ενδιαφερόμενα μέρη και αξιολογεί τα ισχύοντα μέτρα. Στη συνέχεια
κάνει συστάσεις όταν χρειάζονται βελτιώσεις. Η Μόνιμη Επιτροπή συζητά επίσης
θέματα γενικού ενδιαφέροντος και εγκρίνει συστάσεις που απευθύνονται σε όλα τα
Κράτη Μέλη. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η επιτροπή ενέκρινε 26 συστάσεις,
δείχνοντας
σταδιακά τη
σημασία της αντιμετώπισης άλλων δύο βασικών θεμάτων που συνδέονται με την
ασφάλεια: τα ζητήματα της ασφάλειας και των υπηρεσιών.
Το 2015, η
Μόνιμη Επιτροπή ενέκρινε μια σημαντική σύσταση (Rec(2015)1) η οποία
συγκεντρώνει, σε ένα ενιαίο έγγραφο, όλες τις βασικές οδηγίες που παρείχε η
Επιτροπή κατά τη διάρκεια των τριάντα ετών ύπαρξής της, καθώς και μια
εντυπωσιακή συλλογή βέλτιστων πρακτικών. Οι προσπάθειες της πολιτείας να
εγγυηθεί ασφάλεια και ασφάλεια στις αθλητικές εκδηλώσεις. Η τελευταία ενημέρωση
του Rec (2015)1 εγκρίθηκε το 2020.
Όλες αυτές
οι προσπάθειες άνοιξαν το δρόμο για την υιοθέτηση το 2016 μιας νέας Σύμβασης
που εστιάζει σε μια ολοκληρωμένη και πολυυπηρεσιακή προσέγγιση για την
ασφάλεια, την ασφάλεια και την εξυπηρέτηση σε ποδοσφαιρικούς αγώνες και άλλες
αθλητικές εκδηλώσεις, γνωστή και ως Σύμβαση του Saint-Denis[11].
Η
Σύμβαση του StDenis καλείται να αντικαταστήσει σταδιακά τη Σύμβαση του 1985,
καθώς κάθε κράτος μέλος που επικυρώνει τη νέα σύμβαση πρέπει να καταγγείλει την
παλιά[12].
Τονίζεται
ότι σύμφωνα με το άρθρο 3 της «Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη βία των θεατών και
την ανάρμοστη συμπεριφορά στις αθλητικές Εκδηλώσεις και συγκεκριμένα σε
Ποδοσφαιρικούς Αγώνες»[13]
«Άρθρο 3
– Μέτρα
1 Τα μέρη
αναλαμβάνουν να διασφαλίσουν τη διαμόρφωση και την εφαρμογή μέτρων που
αποσκοπούν στην πρόληψη και τον έλεγχο της βίας και της ανάρμοστης συμπεριφοράς
από θεατές, συμπεριλαμβανομένων ιδίως:
Α. να
διασφαλιστεί ότι χρησιμοποιούνται επαρκείς πόροι δημόσιας τάξης για την
αντιμετώπιση κρουσμάτων βίας και κακής συμπεριφοράς, τόσο σε άμεση γειτνίαση
όσο και εντός των σταδίων και κατά μήκος των διαδρομών διέλευσης που
χρησιμοποιούνται από τους θεατές·
Β. για τη
διευκόλυνση της στενής συνεργασίας και της ανταλλαγής κατάλληλων πληροφοριών
μεταξύ των αστυνομικών δυνάμεων των διαφόρων περιοχών που εμπλέκονται ή
ενδέχεται να εμπλακούν·
Γ.την
εφαρμογή ή, εάν χρειαστεί, την υιοθεσία νομοθεσίας που προβλέπει ότι όσοι
κρίνονται ένοχοι για αδικήματα που σχετίζονται με βία ή ανάρμοστη συμπεριφορά
θεατών να τιμωρούνται με τις κατάλληλες ποινές ή, ανάλογα με την περίπτωση, τα
κατάλληλα διοικητικά μέτρα.»
Υπενθύμιση
Ο πρόεδρος
της UEFA Αλεξάντερ Τσέφεριν,την 16/08/2023, λίγες ημέρες αφότου ένας άνδρας
σκοτώθηκε σε συγκρούσεις πριν από τον ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ της ΑΕΚ και της
Ντιναμό Ζάγκρεμπ στην Ελλάδα,προέτρεψε την Ευρώπη να βοηθήσει στην εξάλειψη του
χουλιγκανισμού, τον οποίο ονόμασε «ο καρκίνος του ποδοσφαίρου».
Μετά από
συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Αθήνα, ο Τσέφεριν
είπε ότι το πρόβλημα είναι πανευρωπαϊκό και χρειάζεται συνεργασία για να
αποφευχθεί η επανάληψη τέτοιων περιστατικών.«Αυτός είναι ο καρκίνος του
ποδοσφαίρου και αυτοί δεν είναι ποδοσφαιρόφιλοι», τόνισε ο Τσέφεριν. «Φτάσαμε
σε μια θέση που πρέπει να πούμε αρκετά... πρέπει να το σταματήσουμε αυτό».
«Η βία
και ο χουλιγκανισμός δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα», υπογράμμισε
προσθέτοντας ότι οι ευρωπαϊκές χώρες, οι θεσμοί και τα μέσα ενημέρωσης έπρεπε
να συνεργαστούν για να βοηθήσουν στον τερματισμό της ποδοσφαιρικής βίας.
Περισσότεροι
από 100 άνθρωποι, οι περισσότεροι Κροάτες πολίτες, κατηγορήθηκαν για κακούργημα
και κρατήθηκαν εν αναμονή της δίκης τους για τις συγκρούσεις που οδήγησαν τον
29χρονο οπαδό της ΑΕΚ Μιχάλη Κατσούρη να μαχαιρωθεί μέχρι θανάτου στην Αθήνα.Οι
προφυλακίσεις από την άλλη πλευρά οδήγησαν σε ένταση τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας
και Κροατίας σε πολιτικό επίπεδο[14]
Συμπερασματικά, λοιπόν, διαπιστώνεται
ότι οι περισσότερες χώρες μέλη της UEFAπροβλέπουν στη
νομοθεσία τους εκτός από ποινικές και διοικητικές κυρώσεις μέτρα, ενώ ορισμένες
προβλέπουν και αστικές.
Αθήνα,Νοέμβριος2024
ΠέννυΑπ. Κονιτσιώτη Ρίζου
Δικηγόρος MSc
[1]https://www.sport.governo.it/it/attivita-internazionale/prevenzione-della-violenza-nello-sport/divieto-di-accedere-alle-manifestazioni-sportive-daspo/
https://air.unimi.it/retrieve/dfa8b9a7-51e9-748b-e053-3a05fe0a3a96/phd_unimi_R11930.pdf
[2]https://penalistacassazionista.it/cosa-e-il-daspo/
[4]https://www.cps.gov.uk/about-cps/cps-areas-cps-direct-cps-central-casework-divisions-and-cps-proceeds-crime
[7]https://www.csd.gob.es/es/csd/organos-colegiados/comision-estatal-contra-la-violencia-el-racismo-la-xenofobia-y-la-intolerancia-en-el-deporte
[8]https://www.eunews.it/2014/05/06/violenza-negli-stadi-ecco-come-la-combattono-negli-altri-paesi-europei/
[9]https://www.interieur.gouv.fr/archives/actualites/communiques-de-presse/renforcement-de-lutte-contre-violences-dans-stades