Μετά την τραγωδία των Τεμπών κανείς, ούτε και το ΙΔΕΑΔ, μπορεί πλέον να παραμένει σιωπηλός στον κατήφορο του πολιτικού συστήματος της χώρας, επικαλούμενος την ειδική επιστημονική του στόχευση ή το ειδικό επιστημονικό του πεδίο παρέμβασης στην κοινωνία.
Για τον λόγο αυτό αναδημοσιεύουμε την συνέντευξη του εξαίρετου
φίλου και μέλους του ΙΔΕΑΔ Θ. Φορτσάκη, πρ.
Πρύτανη ΕΚΠΑ, πρ. Βουλευτή Επικρατείας ΝΔ και Αντ. Μέλους της Ακαδημίας
Πολιτικών και Ηθικών Επιστημών της Γαλλίας, αφού και η δική μας επιστημονική
προσήλωση στον αθλητισμό και το αθλητικό δίκαιο ουδόλως αναιρεί την
υποχρέωσή μας για συμβολή σε κάθε προσπάθεια θεσμικής ανάσχεσης και αναστροφής αυτής της επικίνδυνης για όλους μας
κατηφορικής πορείας.
1. Ποιες πιστεύετε ότι μπορεί να είναι οι συνέπειες της
τραγωδίας των Τεμπών;
Η τραγωδία των Τεμπών λειτουργεί στην Πολιτεία μας σαν
καταλύτης. Αναδεικνύει με τον πιο βίαιο τρόπο την ανεπάρκεια του κράτους μας,
αποκαλύπτοντας παθογένειες που το ταλανίζουν διαχρονικά, που όμως λαμβάνουν
πλέον ανεξέλεγκτη τροπή. Η κρίση εμπιστοσύνης που σοβεί εδώ και πολύ καιρό,
όπως φανερώνει και η υψηλή αποχή από τις εκλογές, ιδίως των νέων, λαμβάνει τώρα
μεγαλύτερη, ανησυχητική, διάσταση. Σημαντικό μέρος του πληθυσμού αποστρέφεται
πλέον συνολικά το πολιτικό σύστημά μας. Είναι άραγε οι περισσότεροι πολιτικοί
μας αδιάφοροι ή ανίκανοι ή και διεφθαρμένοι; Ασκούν τα καθήκοντά τους με
κριτήρια πρωτίστως μικροπολιτικά και κομματικά; Οι πολίτες επιλέγουμε τους
πολιτικούς εκπροσώπους μας κυρίως με ρουσφετολογικές προσδοκίες; Δεν το
πιστεύω! Όμως τα γεγονότα μαρτυρούν αδιάψευστα ότι το σύστημα πάσχει βαριά.
Απέτυχε μέχρι σήμερα να αυτοϊαθεί, παρά τις τακτικές εξαγγελίες για προσπάθεια
βελτίωσης. Απέτυχαν ακόμη και οι πιο καλοπροαίρετοι. Το πολιτικό σύστημα έχει
εγκλωβίσει το πολιτικό προσωπικό, το οποίο με τη σειρά του το αναπαράγει. Η
εμπειρία μου από το πέρασμά μου στην πολιτική με έχει οδηγήσει στην πεποίθηση
ότι λύση πρέπει να αναζητηθεί προς την κατεύθυνση της αναθεώρησης ορισμένων
βασικών μηχανισμών λειτουργίας της Πολιτείας μας. Περιορίζομαι εδώ σε ορισμένα
μόνο σημεία:
α) Ο ρόλος του βουλευτή συνίσταται στην εξυπηρέτηση του
κοινού συμφέροντος, όχι στην προώθηση και επίλυση ζητημάτων ατομικών. Ο
πελατειακός δεσμός βουλευτή – εκλογέα πρέπει να διαρραγεί. Πρέπει γι’ αυτό να
μειωθεί δραστικά ο αριθμός των βουλευτών. Θα ήταν για τον πληθυσμό μας
υπεραρκετοί 100, αν λάβουμε υπόψη τα δεδομένα των άλλων δυτικού τύπου
δημοκρατιών. Θα μπορούσε τουλάχιστον αμέσως να μειωθούν στους 200, όπως
επιτρέπει το Σύνταγμα (ά. 51). Θυμίζω στο σημείο αυτό ότι η δυνατότητα να
αποσπάται στα γραφεία των σημερινών 300 βουλευτών μεγάλος αριθμός δημοσίων
υπαλλήλων διαβρώνει σημαντικά τη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της ουδετερότητας
της Δημόσιας Διοίκησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
β) Βουλή είναι ταγμένη, εκτός από τη νομοθεσία, στον έλεγχο
της εκτελεστικής εξουσίας. Είναι ανεπίτρεπτο να ταυτίζεται ο ελεγχόμενος με τον
ελεγκτή. Επομένως πρέπει να θεσμοθετηθεί το ασυμβίβαστο της βουλευτικής με την
υπουργική ιδιότητα. Βουλευτής υπουργοποιούμενος αποχωρεί από τη Βουλή και δεν
επιστρέφει παρά στις μεθεπόμενες εκλογές.
γ) Οι βουλευτικές εκλογές πρέπει να διεξάγονται κυρίως σε
μονοεδρικές περιφέρειες, με σύστημα πλειοψηφικό. Αυτό οδηγεί στην επιλογή των
υποψηφίων με βάση προκριματικές εκλογές, ενώ επίσης οδηγεί, τη δεύτερη Κυριακή,
στον κατά το δυνατόν ευρύτερο συνασπισμό ψηφοφόρων. Οι πολυεδρικές περιφέρειες,
κατάλοιπο παλαιοκομματικό, ευνοούν την κομματική επιλογή και στήριξη των
υποψηφίων. Γι’ αυτό εκλέγονται πάντοτε οι ίδιοι και οι ίδιοι διαχρονικά και
διαγενεακά. Θα μπορούσε το 1/3 των βουλευτών να εκλέγεται σε πανελλήνια βάση με
αναλογικό σύστημα, εξασφαλίζοντας έτσι ότι και τα μικρότερα κόμματα θα
διαθέτουν έναν τουλάχιστον εκλεγμένο εκπρόσωπο.
δ) Οι βουλευτές δεν πρέπει να υπερβαίνουν στη Βουλή την
12ετία, ώστε να διασφαλισθεί κινητικότητα και ανανέωση στο σύστημα. Με ένα
διάλειμμα δύο βουλευτικών θητειών θα μπορούσε ενδεχομένως κάποιος να επανέλθει.
ε) Η μείωση του αριθμού των βουλευτών μπορεί να
αντισταθμισθεί με αύξηση των εκπροσώπων και των αρμοδιοτήτων τους στην τοπική
αυτοδιοίκηση, που πρέπει και αυτή να αναμορφωθεί ώστε να αποκτήσει ουσιαστική
υπόσταση.
στ) Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, δεν κρύβω την προτίμησή μου
σε σύστημα προεδρικού τύπου, με άμεση εκλογή του Προέδρου από τον λαό. Το
σημερινό πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα λειτουργεί στρεβλά, χωρίς την αναγκαία
δημοκρατική νομιμοποίηση και οδηγεί
συχνά σε αποτελέσματα άτοπα.
Χωρίς εκ βάθρων αναθέσμιση, το σημερινό πολιτικό σύστημα θα
συνεχίσει να παρασύρει στη δίνη του τη Χώρα, στερώντας της την όποια προοπτική
βελτίωσης αυτή δικαιούται.
2. Ποια είναι η συνταγματική άλγεβρα για τον χρόνο των
εκλογών (οι ημερομηνίες και οι αποφάσεις);
Βιώνουμε τον τελευταίο καιρό ένα σήριαλ υποθέσεων για την
ημερομηνία των εκλογών, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η εντύπωση ότι
αναζητείται, και μάλιστα με βάση δημοσκοπικές έρευνες, η πλέον ευνοϊκή για το
κυβερνών κόμμα. Ωστόσο η διάρκεια ζωής της Βουλής αποτελεί ουσιώδες στοιχείο
της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, που προσδιορίζεται ρητά στο
Σύνταγμά μας. Οι βουλευτές εκλέγονται για 4 συνεχή χρόνια που αρχίζουν από την
ημέρα των γενικών εκλογών. Μόλις λήξει η βουλευτική περίοδος, με προεδρικό
διάταγμα, που προσυπογράφεται από το υπουργικό συμβούλιο, διατάσσεται η
διενέργεια γενικών βουλευτικών εκλογών μέσα σε 30 ημέρες και η σύγκληση της
νέας Βουλής σε τακτική σύνοδο μέσα σε άλλες 30 ημέρες από αυτές (ά. 53 Σ). Οι εκλογές διενεργούνται
υποχρεωτικά την τελευταία Κυριακή της περιόδου των 30 ημερών που ακολουθεί τη
διάλυση της Βουλής (ά. 31 ΠΔ 26/2012). Δηλαδή, υπό κανονικές συνθήκες, η
σημερινή Βουλή, που εκλέχθηκε στις 7 Ιουλίου 2019, λήγει στις 6 Ιουλίου 2023
και οι εκλογές θα διεξαχθούν στις 30 Ιουλίου.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να διαλύσει τη Βουλή
νωρίτερα, αν έχουν παραιτηθεί ή και καταψηφισθεί από αυτή δύο Κυβερνήσεις και η
σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα (ά. 41 παρ. 1 Σ.). Επίσης,
ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή με πρόταση της Κυβέρνησης που έχει
λάβει ψήφο εμπιστοσύνης για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να
αντιμετωπισθεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας (ά. 41 παρ. 2 Σ.). Η διάταξη
αυτή έχει μέχρι σήμερα ερμηνευθεί στη συνταγματική πρακτική ως ένα ουσιαστικό
προνόμιο της Κυβέρνησης, αφού η επίκλησή της δεν υπόκειται σε κανέναν έλεγχο.
Από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα μόνο δύο φορές η Βουλή συμπλήρωσε την
κανονική διάρκεια ζωής της, ενώ όλες οι άλλες διαλύθηκαν νωρίτερα με επίκληση
της ανάγκης αντιμετώπισης εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας. Όμως η
συνταγματική αυτή πρακτική σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να ερμηνεύεται ως
εθιμική τροποποίηση του Συντάγματος. Δεν παύει να αποτελεί σαφή παραβίασή του,
συνεπαγόμενη σημαντική στρέβλωση της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Είναι και δεοντολογικά απαράδεκτο να αποτελεί κυβερνητικό προνόμιο η επιλογή
της ημερομηνίας των εκλογών.
Θα προτιμούσα να προβλεφθεί συνταγματικά ότι η Βουλή έχει
σταθερή ασύντμητη διάρκεια. Με αμιγές προεδρικό σύστημα, τύπου Η.Π.Α., αυτό δεν
παρουσιάζει δυσκολία. Αλλά και με προεδρικό σύστημα Γαλλικού τύπου, όπου μαζί
με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας υπάρχει και Πρωθυπουργός Κυβέρνησης που
χρειάζεται την εμπιστοσύνη της Βουλής, ακόμα και αν παραμείνουμε στο σημερινό
σύστημα, υπάρχουν μηχανισμοί που στηρίζουν σημαντικά την εξάντληση της
προβλεπόμενης διάρκειας ζωής της Βουλής. Για να μην υπάρχει απόσταση από το
λαϊκό αίσθημα, θα μπορούσε η ανανέωση της Βουλής να γίνεται κατά το ήμισυ ανά
διετία, όπως στις Η.Π.Α.. Η πρόβλεψη αυτή τμηματικής ανανέωσης απαλείφει και
την ανάγκη προσφυγής στις κάλπες για λήψη νωπής εντολής σε περίπτωση
εξαιρετικού εθνικού θέματος. Για τη διασφάλιση κυβερνητικής σταθερότητας θα
μπορούσε να προβλεφθεί, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία, ότι η ψήφος
δυσπιστίας πρέπει να συνοδεύεται και από θετική πρόταση διαδοχής, ώστε να μη
κινδυνεύσει η Χώρα να μείνει ακυβέρνητη: καταψηφίζει η Βουλή την Κυβέρνηση Α, αλλά
συγχρόνως ψηφίζει την Κυβέρνηση Β, διαφορετικά παραμένει η Κυβέρνηση Α. Επίσης,
η Κυβέρνηση, για να μην εκμηδενισθεί η νομοθετική πρωτοβουλία της, θα μπορούσε
να μπορεί να ζητήσει, όπως στη Γαλλία, να υιοθετηθεί η πρόταση νόμου της
απαιτώντας διαφορετικά να ανατραπεί, οπότε όμως θα πρέπει να έχει βρεθεί
διάδοχος. Υπάρχουν επομένως σημαντικοί μηχανισμοί διασφάλισης της σταθερής –
και πάντως της μέγιστης δυνατής –
διάρκειας της ζωής της Βουλής.
3. Σε περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης μετά τις πρώτες
εκλογές πόσος καιρός απαιτείται για την οργάνωση νέων εκλογών;
Μετά τη διενέργεια των προσεχών εκλογών θα χρειασθεί να
αναμείνουμε όσο χρόνο απαιτηθεί για να συγκροτηθεί η νέα Βουλή και να εκλέξει
τον Πρόεδρό της. Αυτός θα ανακοινώσει, κατά το Σύνταγμα, στην Πρόεδρο της
Δημοκρατίας τη δύναμη των κομμάτων στη Βουλή, ώστε αυτή να μπορέσει να
προχωρήσει στην προβλεπόμενη διαδικασία των εντολών, δηλαδή θα χρειασθούν 3
τριήμερα, εκτός αν ένας αρχηγός αποποιηθεί την εντολή αμέσως. Ακόμη μπορεί να
χρειασθεί χρόνος στο πλαίσιο επιδίωξης για το σχηματισμό Κυβέρνησης γενικής
αποδοχής, άλλως ανατίθεται εντολή σε έναν από τους Προέδρους των ανωτάτων
δικαστηρίων, οπότε και διαλύεται η Βουλή και προχωρούν οι εκλογές κατά το
χρονοδιάγραμμα που ήδη περιέγραψα. Είναι επομένως δύσκολο να απαιτηθεί ένα
διάστημα μικρότερο των 6 εβδομάδων.
4. Τι είδους εκλογικός νόμος απαιτείται για τη διασφάλιση
κυβερνητικής πλειοψηφίας; H απλή αναλογική συνεπάγεται αναγκαίως έλλειψη
πολιτικής σταθερότητας;
Είναι αλήθεια ότι αυτή η απλή αναλογική δεν ευνοεί κατ’
αρχήν τον σχηματισμό κυβερνητικής πλειοψηφίας. Στο σύστημα που θα εφαρμοσθεί
στις προσεχείς εκλογές υπολανθάνει πάντως μια μικρή ενίσχυση, αφού προβλέπεται
ελάχιστο όριο για την είσοδο κόμματος στη Βουλή, έστω μικρό. Η όποια αυτή
ενίσχυση μπορεί να φτάσει και το 10%. Από την άλλη μεριά, η λεγόμενη ενισχυμένη
αναλογική, που έχει προβλεφθεί να εφαρμοσθεί στις μεθεπόμενες εκλογές, μπορεί
να οδηγήσει σε αποτελέσματα άτοπα, αφού ένα κόμμα με 36% μπορεί να αποκτήσει το
51% των εδρών της Βουλής. Γι’ αυτό ανέπτυξα παραπάνω την πρόταση ενός
διαφορετικού εκλογικού συστήματος, που συνδυάζει μονοεδρικές πλειοψηφικές
περιφέρειες με πανελλήνιο αναλογικό σύστημα, κατά το πρότυπο της Γερμανίας.
Πάντως η επιλογή ενός συστήματος ενισχυμένης αναλογικής με λογική μετριοπαθή
ενίσχυση θα ήταν προτιμότερη και από το υπάρχον, αλλά και από το επόμενο
εκλογικό σύστημα. Ένα τέτοιο σύστημα θα οδηγούσε εν καιρώ στη διαμόρφωση μιας
νοοτροπίας συνεργασίας. Χρειάζεται πάντοτε κάποιος χρόνος για να ασκήσει επίδραση
στην πολιτική νοοτροπία ένα εκλογικό σύστημα, εφόσον φυσικά παραμένει σταθερό.
5. Είναι συνταγματικά επιτρεπτός ο αποκλεισμός ενός
υποψηφίου ή ενός πολιτικού σχηματισμού; Είναι τεχνικά εφικτός;
Από το συνδυασμό των άρθρων 51 και 55 του Συντάγματος προκύπτει
ότι για να αποκλεισθεί ένας πολίτης από την υποψηφιότητα για βουλευτής πρέπει
να έχει καταδικασθεί ποινικά αμετάκλητα για ορισμένα εγκλήματα. Στην περίπτωση
Κασιδιάρη είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα αμετάκλητη καταδίκη, αφού
ακόμα εξελίσσεται η υπόθεση στο δεύτερο βαθμό. Πρόσφατα, με φωτογραφική διάταξη
(ά. 32 παρ. 1 ΠΔ26/2012) σχετικά με το δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών στις
βουλευτικές εκλογές, προβλέφθηκε ότι ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη
της διοικούσας επιτροπής, ο νόμιμος εκπρόσωπος και η πραγματική ηγεσία ενός
κόμματος δεν πρέπει να έχουν καταδικασθεί σε οποιοδήποτε βαθμό σε κάθειρξη για
ορισμένα αδικήματα. Επίσης, πρόβλεψε ότι η πραγματική ηγεσία έχει την έννοια
ότι πρόσωπο άλλο από εκείνο που κατέχει τυπικά θέση προέδρου, γενικού
γραμματέα, μέλους της διοικούσας επιτροπής ή νόμιμου εκπροσώπου με
συγκεκριμένες πράξεις του εμφανίζεται να ασκεί τη διοίκηση του κόμματος ή να
έχει τοποθετήσει εικονική ηγεσία ή να έχει τον ηγετικό πολιτικό ρόλο προς το
εκλογικό σώμα και ακόμη ότι η οργάνωση και η δράση του κόμματος πρέπει να
εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Για την
αξιολόγηση της συνδρομής αυτής λαμβάνεται υπόψη τυχόν καταδίκη σε οποιοδήποτε
βαθμό υποψηφίων βουλευτών ή ιδρυτικών μελών ή διατελεσάντων προέδρων. Ο έλεγχος
της συνδρομής αυτών των προϋποθέσεων ασκείται αυτεπάγγελτα από το Α΄ Τμήμα του
Αρείου Πάγου. Προβλέπεται μάλιστα, ότι προς υποβοήθηση της κρίσης του Ανωτάτου
Δικαστηρίου πολιτικά κόμματα και κάθε εκλογέας έχουν δικαίωμα να υποβάλουν υπόμνημα
με στοιχεία τεκμηρίωσης
Όσο ακραίος και απεχθής να είναι ένας πολιτικός σχηματισμός
ή ένας καταδικασμένος εγκληματίας, είναι ανεπίτρεπτη η φωτογραφική διευθέτηση
της απαγόρευσης συμμετοχής του στη διαδικασία των πολιτικών εκλογών, εφόσον δεν
πληρούνται οι συνταγματικές προϋποθέσεις. Όφειλε η Πολιτεία να είχε μεριμνήσει
να διεξαχθούν οι δίκες στην ώρα τους. Η διάταξη είναι ασαφής και εγκυμονεί
σημαντικούς κινδύνους στρεβλής εφαρμογής. Είναι τεχνικώς ανεπαρκής, προδίδοντας
επιπολαιότητα σύλληψης και διατύπωσης. Η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής
επισήμανε ορισμένα προβλήματα και υπέδειξε σχετικές βελτιώσεις. Δυστυχώς δεν
εισακούστηκε. Είναι επίσης, κατά την αντίληψή μου, ανεπίτρεπτο να μεταφέρεται
στη δικαστική εξουσία το βάρος μιας κρίσης κατ’ εξοχήν πολιτικής. Θα είναι
σχεδόν αδύνατον να κατορθώσει να αποφανθεί το Ανώτατο Δικαστήριο τεκμηριωμένα
για την εικονικότητα της ηγεσίας μέσα στον ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο. Και το
χειρότερο, αμφιβάλλω αν η απαγόρευση θα κατορθώσει να επιτύχει το σκοπό της. Το
Σύνταγμά μας παρέχει πλαίσιο επαρκούς θεσμικής θωράκισης της δημοκρατίας μας,
να το εμπιστευόμαστε!