Ακυρη η απόφαση γενικής συνέλευσης σωματείου για την τροποποίηση του καταστατικού του όταν η αυξημένη πλειοψηφία που απαιτείται κατ’ ΑΚ 99 για τον σχηματισμό απαρτίας και πλειοψηφίας υπολογίζεται μόνο επί των ταμειακώς ενήμερων μελών και όχι επί του συνόλου των εγγεγραμμένων μελών του σωματείου.
Αναδημοσίευση από ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟ
[...]
III. Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 80 αριθμός 7 ΑΚ: «Το
καταστατικό, για να είναι έγκυρο, πρέπει να καθορίζει τους όρους για την
τροποποίηση του καταστατικού», κατά δε τη διάταξη του άρθρου 99 ΑΚ: «Για να αποφασισθεί η τροποποίηση του καταστατικού ή η διάλυση του
σωματείου χρειάζεται η παρουσία των μισών τουλάχιστον μελών και πλειοψηφία των
τριών τετάρτων των παρόντων», ενώ κατά τις διατάξεις του άρθρου 101 εδάφια α` και β` ΑΚ: «Απόφαση
της συνέλευσης είναι άκυρη, αν αντιβαίνει στο νόμο ή στο καταστατικό. Την
ακυρότητα κηρύσσει το δικαστήριο ύστερα από αγωγή μέλους που δεν συναίνεσε ή
οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον». Κατά την έννοια των αμέσως
ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 101
ΑΚ, όταν η αγωγή για την ακύρωση απόφασης της γενικής
συνέλευσης ασκείται από μέλος του σωματείου που δεν συναίνεσε στην τροποποίηση
του καταστατικού, το μέλος αυτό δεν απαιτείται να επικαλεστεί έννομο συμφέρον,
γιατί αυτό θεωρείται δεδομένο εκ της ιδιότητάς του αυτής (ΑΠ 1506/2018 ΤΝΠ
ΝΟΜΟΣ), ενώ όταν η αγωγή ασκείται από τρίτον, πρέπει ο τελευταίος να
επικαλεστεί ποιο είναι το έννομο συμφέρον του (ΑΠ 1781/1981 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, από το άνω άρθρο 101
ΑΚ προκύπτει ότι κάθε απόφαση της γενικής συνέλευσης
σωματείου, που αφορά την τροποποίηση του καταστατικού του, μπορεί να είναι
ακυρώσιμη κατά το άρθρο 101
ΑΚ, αφού δεν γίνεται σχετική διάκριση στο νόμο, εφόσον η
απόφαση αυτή αντιβαίνει στο νόμο ή στο καταστατικό του σωματείου (Ολ. ΑΠ
410/1963 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά την ως άνω διάταξη του άρθρου 99
ΑΚ, για να αποφασισθεί η τροποποίηση του
καταστατικού σωματείου χρειάζεται η παρουσία των μισών τουλάχιστον μελών και
πλειοψηφία των τριών τετάρτων των παρόντων. Η διάταξη αυτή, που αναφέρεται στην
τροποποίηση του καταστατικού σωματείου, απαιτεί ορισμένη ελάχιστη απαρτία και
πλειοψηφία, η οποία υπολογίζεται με βάση
το σύνολο των εγγεγραμμένων μελών, αφού δεν γίνεται καμία διάκριση. Το καταστατικό
του σωματείου πρέπει, ειδικά ως προς τη ρύθμιση των απαιτούμενων για την
τροποποίησή του ποσοστών απαρτίας και πλειοψηφίας, να ακολουθεί υποχρεωτικά τη
ρύθμιση του άρθρου 99 ΑΚ, η οποία, είναι διάταξη αναγκαστικού
δικαίου και προβλέπει τα ελάχιστα αναγκαία ποσοστά για την τροποποίησή του,
απαγορευόμενης της καταστατικής πρόβλεψης μικρότερων (ελαστικότερων) ποσοστών
και επιτρεπομένης μόνο της πρόβλεψης μεγαλύτερων (αυστηρότερων) ποσοστών
απαρτίας και πλειοψηφίας, διότι άλλως θα καταστρατηγούταν ο σκοπός του νόμου
που επέβαλε τα αυξημένα αυτά ποσοστά χάριν της προστασίας των συμφερόντων του
ίδιου του σωματείου όταν πρόκειται να
ληφθούν αποφάσεις για σοβαρά θέματα, όπως είναι η τροποποίηση του
καταστατικού του. Σε περίπτωση κατά την οποία, έχει εγκριθεί καταστατικό
σωματείου που προβλέπει μικρότερα ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας από αυτά
που ορίζει το άρθρο 99 ΑΚ για την
τροποποίησή του, η διάταξη αυτή δεν εγκυροποιείται αλλά παραμένει άκυρη και
το θέμα ρυθμίζεται απευθείας από το νόμο, δηλαδή από τη ρητή διάταξη του άρθρου
99 ΑΚ (ΑΠ 263/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ρύθμιση του νόμου στην ανωτέρω
περίπτωση είναι αναγκαστική, υπό την έννοια ότι το καταστατικό δεν επιτρέπεται
να ορίσει μικρότερα ποσοστά απαρτίας, όχι μόνο για την αρχικώς ορισθείσα συνέλευση,
αλλά και για τις επαναληπτικές αυτής, διότι άλλως θα εξουδετερωνόταν ο σκοπός
για τον οποίο ο νόμος επέβαλε τα άνω αυξημένα ποσοστά, που είναι η προστασία
των συμφερόντων του ίδιου του σωματείου, όταν
η Γενική Συνέλευση πρόκειται να αποφασίσει για σοβαρά θέματα, όπως είναι η
τροποποίηση του καταστατικού του (Στυλιανός Γ. Βλαστός, Αστικά σωματεία,
συνδικαλιστικές και εργοδοτικές οργανώσεις, δ` έκδοση 2002, σελ. 253-254).
[...]
Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες
εκθέτουν με την υπό κρίση αγωγή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη
απόφαση, τα ακόλουθα περιστατικά: Ότι είναι παθολόγοι γιατροί και μέλη του
εναγόμενου επιστημονικού σωματείου, με την επωνυμία «.........» που εδρεύει στη
Θεσσαλονίκη και συστάθηκε και λειτουργεί δυνάμει της με αριθμό ....../1986
απόφασης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, έχει δε ως σκοπό την πρόληψη και
ιατρική έρευνα του σακχαρώδους διαβήτη, αλλά και τη βελτίωση των παρεχόμενων
υπηρεσιών των ασθενών. Ότι, με τη με αριθ. πρωτ. ......./12.05.2016
επιστολή-πρόσκληση του ΔΣ του εναγόμενου, ορίστηκε αρχικά για την 21.05.2016
και περί ώρα 14:00` η σύγκληση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης του άνω σωματείου
στα γραφεία του σωματείου (επί της οδού .......), για να αποφασίσει για την
«τροποποίηση του καταστατικού» και με την επιστολή αυτή διευκρινιζόταν ότι, σε
περίπτωση μη απαρτίας, η συνέλευση θα πραγματοποιούταν εκ νέου στις 28.05.2016
στο ξενοδοχείο «........», για να ληφθεί απόφαση επί της τροποποίησης του
καταστατικού του σωματείου, ανεξάρτητα από το γεγονός της ύπαρξης ή μη
απαρτίας. Ότι επί της ανωτέρω επιστολής-πρόσκλησης, ο δεύτερος εξ αυτών
(εναγόντων) «απάντησε», στέλνοντας την από 18.05.2016 επιστολή του στη διοίκηση
του σωματείου, εκ θέτοντας ότι σύμφωνα με το άρθρο 26 του από 15.06.1986
καταστατικού του σωματείου, για την
τροποποίηση του καταστατικού ή τη διάλυση της Εταιρείας, απαιτείται για την
επίτευξη απαρτίας στη Γενική Συνέλευση η παρουσία των 2/3 του συνόλου των
τακτικών μελών, η δε απόφαση πρέπει να παρθεί με πλειοψηφία των 3/4 του αριθμού
των παρόντων μελών. Ότι αντίστοιχη επιστολή έστειλε και ο δεύτερος εξ
αυτών στο ΔΣ στις 24.05.2016 και ότι με τις δύο αυτές επιστολές επισήμαναν στο
ΔΣ του εναγομένου, ότι για τη λήψη οποιοσδήποτε απόφασης για την τροποποίηση του
καταστατικού του σωματείου από τη ΓΣ, είναι αναγκαία προϋπόθεση η τήρηση των
διατάξεων του Αστικού Κώδικα και του καταστατικού. Ότι το ΔΣ του εναγομένου
σωματείου, αφού έλαβε την άνω επιστολή του πρώτου τούτων, εξέδωσε στις
19.05.2016 ανακοίνωση, διευκρινίζοντας ότι, σύμφωνα με το άρθρο 26 του
καταστατικού, για την τροποποίηση του καταστατικού ή τη διάλυση της Εταιρείας,
απαιτείται για την επίτευξη απαρτίας στη Γενική Συνέλευση η παρουσία των 2/3
του συνόλου των τακτικών μελών, η δε απόφαση πρέπει να παρθεί με πλειοψηφία των
3/4 του αριθμού των παρόντων μελών. Ότι, κατά την ορισθείσα έκτακτη γενική
συνέλευση που έλαβε χώρα στις 21.05.2016 στα γραφεία του σωματείου, δεν
συμπληρώθηκε η εκ του καταστατικού απαρτία για τη λήψη απόφασης και ορίστηκε
νέα συνέλευση στις 28.05.2016, όπως άλλωστε προέβλεπε και η άνω με Α.Π.
......../2016 πρόσκληση. Ότι κατά την επαναληπτική έκτακτη Γενική Συνέλευση
του σωματείου, που πραγματοποιήθηκε στις 28.05.2016, στο ξενοδοχείο
«.........», παραβρέθηκαν μόνο σαράντα (40) μέλη του σωματείου, σε σύνολο
πεντακοσίων πενήντα (550) εγγεγραμμένων μελών, καθιστώντας για δεύτερη φορά
ανέφικτη την ύπαρξη απαρτίας, αφού για την απαρτία προς λήψη απόφασης τροποποίησης
του καταστατικού του σωματείου απαιτούνταν
να είναι παρόντα τουλάχιστον τριακόσια εξήντα έξι (366) μέλη. Ότι κατά την
άνω επαναληπτική έκτακτη Γενική Συνέλευση (στις 28.05.2016), παραστάθηκαν και
αυτοί (ενάγοντες) μετά πληρεξουσίου δικηγόρου και ρηματικά και κατηγορηματικά
κατήγγειλαν την παράνομη και αντικαταστατική διαδικασία, ζητώντας να
καταχωρηθεί όπως και καταχωρήθηκε στα μαγνητοφωνημένα πρακτικά που τηρούνταν,
τόσο η διαφωνία τους για το παράνομο και άκυρο της έκτακτης γενικής συνέλευσης,
όσο και το γεγονός ότι αυτοί δεν συναινούσαν επουδενί στη σύγκληση μιας αντικαταστατικής
συνέλευσης και ότι θα πρόσβαλλαν αυτή δικαστικώς ελλείψει νομίμου απαρτίας και
κατόπιν αποχώρησαν. Ότι η άνω «Έκτακτη Γενική Συνέλευση» των μελών του
εναγομένου, παρότι δεν είχε την προβλεπόμενη από το άρθρο 26 του καταστατικού
του σωματείου απαρτία για τη λήψη απόφασης για την τροποποίηση του
καταστατικού, εν τούτοις αποφάσισε, μετά από αποδοχή σχετικής πρότασης του ΔΣ,
την τροποποίηση του Καταστατικού στο άρθρο 1 (περί αλλαγής επωνυμίας), στο
άρθρο 11 (περί αλλαγής του τρόπου εκλογής), στα άρθρα 13, 14 και άλλα. Ότι,
ενόψει των ανωτέρω, τόσο η από 28.05.2016 Γενική Συνέλευση, όσο και η από
28.05.2016 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του σωματείου για τη τροποποίηση του
καταστατικού, είναι ακυρωτέες, ως παρανόμους ληφθείσες, κατά παράβαση των άρθρων
99, 101 ΑΚ και του
άρθρου 26 του από 15.06.1986 καταστατικού της «...........», που προβλέπει ότι,
για την τροποποίηση του καταστατικού ή τη διάλυση της Εταιρείας, απαιτείται για
την επίτευξη απαρτίας στη Γενική Συνέλευση η παρουσία των 2/3 του συνόλου των
τακτικών μελών, η δε απόφαση πρέπει να παρθεί με πλειοψηφία των 3/4 του αριθμού
των παρόντων μελών, και είναι ακυρωτέες, καθόσον στην άνω επαναληπτική έκτακτη
γενική συνέλευση του εναγομένου σωματείου, στις 28.05.2016, που αποφασίστηκε η
τροποποίηση του καταστατικού, παραβρέθηκαν και αποφάσισαν σαράντα (40) τακτικά
μέλη του σωματείου, σε σύνολο πεντακοσίων πενήντα (550) εγγεγραμμένων ενεργών
μελών, καθιστώντας έτσι για δεύτερη φορά ανέφικτη την ύπαρξη απαρτίας. Και
ζητούν, με βάση το άνω ιστορικό, να ακυρωθεί η από 28.05.2016 έκτακτη γενική
συνέλευση του εναγόμενου και να ακυρωθεί η από 28.05.2016 απόφαση της γενικής
συνέλευσης του εναγόμενου σωματείου για την τροποποίηση του από 15.06.1986 καταστατικού
του εναγόμενου. Η αγωγή αυτή, έχοντας το παραπάνω ιστορικό και αίτημα, είναι
αρκούντως ορισμένη, διότι περιέχει, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην άνω
μείζονα σκέψη, σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο
και δικαιολογούν την άσκησή της από τους ενάγοντες κατά του εναγόμενου και
ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της μεταξύ των διαδίκων διαφοράς και
συγκεκριμένα είναι ορισμένη η αγωγή γιατί οι ενάγοντες αναφέρουν σ` αυτήν α)
ότι αυτοί είναι εγγεγραμμένα μέλη στο εναγόμενο σωματείο, β) ότι το τελευταίο,
με την από 28.05.2016 απόφαση της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μελών του,
αποφάσισε την τροποποίηση του από 15.06.1986 καταστατικού του με την επωνυμία
«...........», γ) ότι αυτοί (ενάγοντες) δεν συναίνεσαν στην τροποποίηση που
πραγματοποιήθηκε κατά την άνω ΓΣ, δ) ότι η άνω από 28.05.2016 απόφαση της ΓΣ
για την τροποποίηση του καταστατικού είναι άκυρη γιατί δεν υπήρξε προς τούτο η
ειδική απαρτία που προβλέπεται από το άρθρο 99
ΑΚ και το άρθρο 26 του καταστατικού του εναγομένου σωματείου,
καθόσον στη ΓΣ παραβρέθηκαν 40 μέλη του σωματείου, ενώ έπρεπε να παραβρεθούν τουλάχιστον 366 μέλη, επειδή το σύνολο των
γραμμένων στο σωματείο μελών ήταν 550.
[...]
Περαιτέρω, με το άρθρο 26 παρ. α` του
καταστατικού του εναγομένου σωματείου ορίζεται ότι: «Για την τροποποίηση των
διατάξεων του καταστατικού αυτού ή τη διάλυση της εταιρίας, απαιτείται για την
επίτευξη της απαρτίας στη Γενική Συνέλευση η παρουσία των δύο τρίτων (2/3) του
συνόλου των τακτικών μελών, η δε απόφαση πρέπει να παρθεί με πλειοψηφία τριών
τετάρτων (3/4) του αριθμού των παρόντων μελών». Δηλαδή με το πιο πάνω άρθρο του
καταστατικού ορίστηκε επιτρεπτά μεγαλύτερο ποσοστό παρουσίας μελών για την
επίτευξη απαρτίας της γενικής συνέλευσης, ήτοι 2/3 αντί 1/2, σε σχέση με το
προβλεπόμενο στο άρθρο 99 ΑΚ,
προκειμένου αυτή (ΓΣ) να προβεί στην τροποποίηση του καταστατικού.
Στην προκειμένη περίπτωση, το εκκαλούν ισχυρίζεται,
με τον 5° λόγο έφεσης, ότι κατά την αληθή έννοια της διάταξης του άρθρου 99
του ΑΚ, όπως και
του άρθρου 26 του καταστατικού της, η απαρτία της γενικής συνέλευσης του
σωματείου για την τροποποίηση του καταστατικού υπολογίζεται, όχι με βάση το σύνολο των εγγεγραμμένων
μελών του σωματείου, αλλά με βάση
μόνο τα ταμειακώς τακτοποιημένα μέλη, που έχουν και δικαίωμα να
ψηφίσουν, διότι άλλως υπάρχει παραβίαση του άρθρου 10 του καταστατικού του σωματείου,
που ορίζει, εκτός των άλλων: «Β) Προϋπόθεση για την συμμετοχή στις Γενικές
Συνελεύσεις του Σωματείου είναι η εκπλήρωση των οικονομικών υποχρεώσεων κάθε
μέλους προς αυτό». Ότι, με βάση τον ανωτέρω υπολογισμό, υπήρξε απαρτία στη
γενική συνέλευση των μελών της, που έγινε στις 28.05.2016, και αποφασίστηκε η
τροποποίηση του καταστατικού του σωματείου, καθόσον ήταν παρόντα σαράντα έξι
(46) μέλη από το σύνολο των εξήντα (60) μελών που ήταν ταμειακά τακτοποιημένα
(ελάχιστη απαρτία 60 Χ 2/3 = 40 μέλη) και κατά την ψηφοφορία για την έγκριση
των τροποποιήσεων του καταστατικού, ήταν παρόντα πενήντα (50) μέλη σε σύνολο
εξήντα πέντε (65) μελών ταμειακά τακτοποιημένων (ελάχιστη απαρτία 65 Χ 2/3 =
43,3, ήτοι 43 μέλη), τα οποία παρόντα πενήντα (50) μέλη και ενέκριναν ομόφωνα
τις προτεινόμενες τροποποιήσεις. Ότι, συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε με την εκκαλουμένη, με το να δεχθεί
ότι για την απαρτία της άνω συνέλευσης απαιτούνταν τα 2/3 του συνόλου των
εγγεγραμμένων μελών του σωματείου. Ο λόγος αυτός έφεσης πρέπει να
απορριφθεί ως αβάσιμος, γιατί, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην άνω μείζονα σκέψη
(και δέχθηκε ο Άρειος Πάγος με την 263/2009 απόφασή του
- σημειωτέον ότι δεν υπάρχει αντίθετη
απόφαση του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου της χώρας επί του θέματος αυτού),
ειδικώς για τη διάλυση σωματείου ή την
τροποποίηση του καταστατικού του απαιτείται ορισμένη ελάχιστη απαρτία και
πλειοψηφία, η οποία υπολογίζεται με βάση το σύνολο των εγγεγραμμένων μελών,
αφού δεν γίνεται καμία διάκριση στη διάταξη του άρθρου 99 του
ΑΚ, η οποία είναι αναγκαστικού δικαίου. Το
πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού δέχθηκε το ίδιο με την εκκαλουμένη, δεν έσφαλε
στην ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, γι` αυτό και πρέπει, όπως προεκτέθηκε,
να απορριφθεί ως αβάσιμος ο 5ος λόγος έφεσης, με τον οποίο το εκκαλούν
ισχυρίζεται τα αντίθετα.
[...]