ΙΔΕΑΔ

ΙΔΕΑΔ, Η προσφυγή Μητρόπουλου, το υπόμνημα της ΕΠΟ και η εώτηση Φορτσάκη στη Βουλή για την νομιμότητα των εκλογών της ΕΠΟ

Παραθέτουμε χωρίς σχόλιο τα τρία παραπάνω κείμενα σχετικά με τη νομιμότητα των εκλογών της ΕΠΟ, η μελέτη των οποίων επιτρέπει στον καθένα να σχηματίσει  δική του σφαιρική αντίληψη σχετικά με το ζήτημα.

Α. ΕΡΩΤΗΣΗ ΦΟΡΤΣΑΚΗ

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΦΟΡΤΣΑΚΗΣ
Βουλευτής Επικρατείας - ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ερώτηση  προς τον
 Υπουργό Πολιτισμού και  Αθλητισμού
κ. Αριστείδη Μπαλτά
 (Υφυπουργό Αθλητισμού κ. Σταύρο Κοντονή)

Θέμα: Εκλογικό σύστημα διεξαγωγής εκλογών ΕΠΟ

                                                                                      Αθήνα, 5 Οκτωβρίου  2016

Σύμφωνα με το άρθρο 30 παρ. 2 του Ν. 3262/2004 με τίτλο «Θέματα Αθλητισμού», που τροποποιεί την προβλεπόμενη στο άρθρο 24 του Ν. 2725/1999 «Ερασιτεχνικός- Επαγγελματικός Αθλητισμός κλ.π.» διαδικασία των αρχαιρεσιών στις αθλητικές ομοσπονδίες: «σε περίπτωση που, σύμφωνα με το καταστατικό ψηφίζουν αντιπρόσωποι ενώσεων, δικαίωμα ψήφου στις Γενικές Συνελεύσεις των ομοσπονδιών έχουν αντιπρόσωποι των ειδικά αναγνωρισμένων αθλητικών σωματείων οι οποίοι πρέπει να είναι μέλη των σωματείων … Κάθε ειδικά αναγνωρισμένη αθλητική ένωση με Γενική Συνέλευση … διεξάγει αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των αντιπροσώπων που θα συμμετέχουν στις Γενικές Συνελεύσεις της ομοσπονδίας, με δικαίωμα ψήφου, τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν την διεξαγωγή των αρχαιρεσιών της ομοσπονδίας. Ανάλογα με τον αριθμό των σωματείων μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου στις ως άνω Γενικές Συνελεύσεις των ενώσεων εκλέγονται και οι αντιπρόσωποι εκλέκτορες με ποσοστιαία αναλογία ανά δέκα σωματεία ένας αντιπρόσωπος με τον αναπληρωματικό του…».

Στο άρθρο 30 παρ. 3 του ίδιου νόμου, εξάλλου, ορίστηκε η εξάμηνη προθεσμία εναρμόνισης του καταστατικού των αθλητικών ομοσπονδιών, επαγγελματικών συνδέσμων, αθλητικών σωματείων και αθλητικών ενώσεων με τις διατάξεις του Ν. 3262/2004, με ημερομηνία έναρξης της ισχύος της διατάξεως, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 3 του Ν. 3262/2004, την 1.1.2005.

Στην συνέχεια, το άρθρο 29 παρ.12 του Ν. 3479/2006 με τίτλο «Ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία επαγγελματικών ενώσεων και άλλες διατάξεις» έδωσε την ευχέρεια στην ΕΠΟ να διαφοροποιηθεί και να επιλέξει όποιο εκλογικό σύστημα επιθυμούσε, καθώς προέβλεπε πως: «ειδικά για το άθλημα του ποδοσφαίρου όλα τα θέματα λειτουργίας και οργάνωσης του αθλήματος της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και των μελών της ρυθμίζονται αυτόνομα από την ΕΠΟ και τα όργανά της σύμφωνα με το καταστατικό και τους κανονισμούς της, καθώς κι αυτούς που καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια Συνομοσπονδία Ποδοσφαίρου, ακόμη κι αν προβλέπονται διαφορετικές ρυθμίσεις στον Ν. 2725/1999 όπως ισχύει και στην εν γένει αθλητική νομοθεσία».

Αυτή η εξαίρεση έπαψε, ωστόσο, να ισχύει με τον πρόσφατο Ν. 4326/2015 «Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της βίας στον αθλητισμό και άλλες διατάξεις». Με το άρθρο 15 του εν λόγω νόμου καταργήθηκε το άρθρο 29 παρ. 12 πρώτο εδάφιο του Ν. 3479/2006, ενώ επισημάνθηκε πως θέματα του ποδοσφαίρου και της οργάνωσης και λειτουργίας της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, ρυθμίζονται από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (ΕΠΟ) στο πλαίσιο της αυτοδιοικητικής λειτουργίας της σύμφωνα με το καταστατικό και τους κανονισμούς της, τα οποία πρέπει να είναι εναρμονισμένα με το Σύνταγμα και την κείμενη νομοθεσία.

Η ΕΠΟ, που  ουδέποτε εναρμόνισε το καταστατικό της προς τις επιταγές του Ν. 3262/2004 για την παρουσία και ψήφο εκλεκτόρων στις Γενικές της Συνελεύσεις, κινείται προς την διενέργεια των εκλογών της της 26-10-2016 με παράνομο εκλογικό σύστημα, αγνοώντας την κείμενη νομοθεσία. Η παρέμβαση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για να συμμορφωθεί η ΕΠΟ με τους ισχύοντες νόμους είναι απαραίτητη.

Ο κύριος Υπουργός παρακαλείται να απαντήσει στα ακόλουθα ερωτήματα:

1)     Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού μέχρι σήμερα ώστε η ΕΠΟ να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις του Ν. 4326/2015 και να σεβαστεί την κείμενη νομοθεσία σχετικά με το εκλογικό της σύστημα;
2)     Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί προκειμένου οι επικείμενες εκλογές της ΕΠΟ να διεξαχθούν με το εκλογικό σύστημα της διαδικασίας των αρχαιρεσιών στις αθλητικές ομοσπονδίες που προβλέπει ο νόμος (άρθρο 24 Ν. 2725/1999);


Ο ερωτών Βουλευτής

Θεόδωρος Π. Φορτσάκης
Βουλευτής Επικρατείας ΝΔ




Β. ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΠΟ

ΕΝΩΠΙΟΝ  ΤΟΥ  ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΟΥ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ  ΤΗΣ
 ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ  ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ 

Υ Π Ο Μ Ν Η Μ Α

Του τριτοβάθμιου αθλητικού σωματείου με την επωνυμία ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΟΜΟΣΜΟΝΔΙΑ (Ε.Π.Ο.), που εδρεύει στην Αθήνα (Πάρκο Γουδή) και εκπροσωπείται νόμιμα,

ΥΠΕΡ  ΤΟΥ  ΚΥΡΟΥΣ

1)         της  από 12.9.2016  αποφάσεως της Εκτελεστική Επιτροπής της Ε.Π.Ο. με την οποία α) εγκρίθηκε και τέθηκε άμεσα σε ισχύ ο από 12.9.2016  Κώδικας Αρχαιρεσιών της Ε.Π.Ο., β) συνεκλήθη η Γενική Συνέλευση των Ενώσεων – Μελών της, στις  14.10.2016 στην Αθήνα για την εκλογή Εκλογικής  Επιτροπής,  σύμφωνα  προς την υπ΄αριθμ. 110/2016 απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου της ΕΠΟ, γ) συνεκλήθη η Ειδική Εκλογική Γενική Συνέλευση των Ενώσεων – Μελών της, στις  26.10.2016 στα  Χανιά, για την εκλογή  των  Προέδρου  και  Μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ (τακτικών και αναπληρωματικών) καθώς επίσης των Προέδρου, Αναπληρωτή Προέδρου και τακτικών Μελών και των αναπληρωματικών, της Επιτροπής Ελέγχου και Συμμόρφωσης της ΕΠΟ, σύμφωνα με την υπ΄αριθμ. 110/2016 απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου της ΕΠΟ και
2)         κάθε άλλης αποφάσεως οργάνου της ΕΠΟ που αφορά την διενέργεια των προκηρυχθεισών για την 26.10.2016 αρχαιρεσιών

Κ Α Τ Α

Της από 4.10.2016 υπό τον τίτλο «Προσφυγής Για Ματαίωση των εκλογών ΕΠΟ – Αίτηση Διορισμού Προσωρινής Διοίκησης» αιτήσεως-προσφυγής  των:

1)         Βίκτωρα Μητρόπουλου του Διονυσίου, κατοίκου Αθηνών, Λεωφ. Αθηνών αρ. 76 και μέλους του αθλητικού σωματείου με την επωνυμία «ΑΘΛΗΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΑΙΓΑΛΕΩ» και
2)         Του αθλητικού σωματείου με την επωνυμία «ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΚΗΦΙΣΙΑ 2010», μέλους της Ένωσης Ποδοσφαιρικών Σωματείων ΑΘΗΝΩΝ, το οποίο εδρεύει στην Κηφισιά Αττικής, Λεωφ. Κηφισίας αρ. 228 και εκπροσωπείται νόμιμα
           
                                                            **********
            Ι. Ένσταση  ελλείψεως  ενεργητικής νομιμοποίησης  προσφευγόντων .
            Από τον συνδυασμό των σχετικών προβλέψεων του Καταστατικού της ΕΠΟ και των άρθρων 1 παρ. 1,3 και 5 παρ. 1,2 του Κανονισμού Λειτουργίας του Διαιτητικού Δικαστηρίου Ποδοσφαίρου της ΕΠΟ προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι τα φυσικά πρόσωπα – μέλη  σωματείων που είναι με την σειρά τους μέλη ΕΠΣ, όπως ο πρώτος προσφεύγων, δεν συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να είναι διάδικοι σε διαφορά υπαγόμενη ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου Ποδοσφαίρου της Ε.Π.Ο. Ακόμη όμως και αν ήθελε υποτεθεί ότι, παρά τα ανωτέρω ρητώς προβλεπόμενα,  μία τέτοια νομιμοποίηση καταρχάς υφίσταται, ελλείπει και πάλι το αναγκαίο στοιχείο της ύπαρξης συμφωνίας υπαγωγής της διαφοράς σε διαιτησία ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου μεταξύ του προσφεύγοντος και της Ε.Π.Ο., αφού ουδέποτε πραγματοποιήθηκε μία τέτοια συμφωνία, ούτε βεβαίως και ο προσφεύγων ισχυρίζεται κάτι τέτοιο.
            Κατά συνέπεια η προσφυγή ως προς τον πρώτο προσφεύγοντα πρέπει να απορριφθεί.

ΙΙ.         Ένσταση ελλείψεως εννόμου συμφέροντος των προσφευγόντων
Το άρθρο 101 ΑΚ ορίζει ότι «Απόφαση της συνέλευσης είναι άκυρη, αν αντιβαίνει στο νόμο ή στο καταστατικό. Την ακυρότητα κηρύσσει το δικαστήριο ύστερα από αγωγή μέλους που δεν συναίνεσε ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον……..».  Κατά την κρατούσα άποψη στη νομολογία και στη θεωρία οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται κατ' αναλογία και για την ακύρωση των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου που αντίκεινται στο νόμο ή στο καταστατικό.  Ως κύριο επιχείρημα υπέρ της ανάλογης εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων προβάλλεται η ταυτότητα του νομικού λόγου καθώς επίσης  και  ότι  στο μείζον (δηλ. στην κήρυξη της ακυρότητας της απόφασης της γενικής συνέλευσης) περιλαμβάνεται και το έλασσον (δηλ. η κήρυξη της ακυρότητας της απόφασης του διοικητικού συμβουλίου). (βλ. Αθ. Κρητικό, Δίκαιο Σωματείων, σελ. 369 επ., Σ. Βλαστό, Δίκαιο Σωματείων, Συνδικαλιστικών και Εργοδοτικών Οργανώσεων, έκδ. 2007, σελ. 368, αριθ. 336, Γεωργιάδη- Σταθόπουλου, κατ' άρθρο ερμηνεία ΑΚ, άρθρο 101, αριθ. 1, Λ. Ντάσιο, Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο, τομ. Β/1, σελ. 264, Ψωμάς, ΕλλΔνη 24, 1369, Μητσόπουλος, ΠολΔικ σελ. 186, Μπέη, Δίκη 1, σελ. 92 επ. και 505 επ. ιδίου, Πολιτική Δικονομία, άρθρο 15 παρ. 14, σελ. 180, ΕφΑθ 1107/1996 ΕλΔ 38.1675, ΕφΠειρ 446/1997 ΕλΔ 38.1923).
Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ το έννομο συμφέρον αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης (πρβλ. Κ. Μπέη σε Κ. Μπέη/Κ. Καλαβρό/Σ. Σταματόπουλο Δικονομία των Ιδιωτικών διαφορών σελ. 311, 312, Ν. Νίκα Πολιτική Δικονομία τ. Ι σελ. 325). Η συνδρομή του εννόμου συμφέροντος εξετάζεται σε κάθε στάση της δίκης  και  αυτεπαγγέλτως κατά το άρθρο 73 ΚΠολΔ (πρβλ. ΑΠ 463/2007 ΤρΝομΠληρΔΣΑ), η έλλειψη δε  του εννόμου συμφέροντος συνεπάγεται την απόρριψη  της διαδικαστικής πράξης  ως απαράδεκτης (πρβλ. ΕφΑθ 3895/1998 ΑρχΝ 50,427). Το έννομο συμφέρον πρέπει να συντρέχει κατά τον χρόνο της συζήτησης της αγωγής μετά την οποία εκδίδεται οριστική απόφαση (πρβλ. ΑΠ 1054/1999 ΕλΔ 40,1539, ΕφΔωδ 52/2002 ΝοΒ 51,1423), προϋπόθεση η οποία, άλλωστε, ευρίσκει εφαρμογή και σε άσκηση αγωγής περί ακυρώσεως αποφάσεως Διοικητικού Συμβουλίου σωματείου (πρβλ ΕφΠειρ 446/1997 ΕλΔ 38,1923).
 Σύμφωνα  με τα  ανωτέρω, το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι «παρόν», ήτοι  η προβαλλόμενη  ανάγκη προστασίας να είναι ενεστώσα και να αφορά έννομες σχέσεις του παρόντος, υπαρκτές  και όχι απλώς μέλλουσες ή ενδεχόμενες ή υποθετικές  (Μιχ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ΤΟΜΟΣ Ι, Δίκαιο και Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας σελ. 134  και Νίκα σε Κεραμεύς – Κονδύλης – Νίκας Ερμηνεία ΚΠολΔ αρ.6).
Επίσης, ως έννομο συμφέρον, βάσει του οποίου ο τρίτος μπορεί να προσβάλλει  απόφαση (γενικής συνέλευσης ή) διοικητικού συμβουλίου σωματείου, νοείται το άμεσο, δηλαδή  το συνδεόμενο με την επέλευση άμεσης βλάβης στα συμφέροντα του τρίτου.   Άμεση βλάβη δε, υπάρχει όταν επιβεβαιώνεται η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ βλάβης και απόφασης, γεγονός που πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει ο τρίτος (βλ. Κλ. Ρούσσο, Δίκαιο Νομικών Προσώπων, Δίκαιο και Οικονομία, Π.Ν. Σάκκουλας, σελ. 484επ.)
            Αντιθέτως, όταν η βλάβη του τρίτου είναι έμμεση αυτός στερείται εννόμου συμφέροντος (άρθρο 68 ΚπολΔ) πράγμα που συμβαίνει συνήθως όταν η απόφαση αναφέρεται στην εσωτερική λειτουργία του σωματείου  ή στις σχέσεις του με τα μέλη του  (πχ διαγραφή μελών, αρχαιρεσίες κλπ ΜΠρ. Αθ 142/2002 ΔΕΝ 2003, 447- Ειρ.Αθ. 470/1980 ΝΟΒ 28, 1789 κλπ) και σε κάθε περίπτωση οφείλει ο αιτών να επικαλείται τις δυσμενείς μεταβολές που επέρχονται σε βάρος του από την πράξη, διαφορετικά θεωρείται ότι στερείται εννόμου συμφέροντος (πρβλ. ΣτΕ 3905/2004).
Συνεπώς, η  βλάβη πρέπει, όπως συνάγεται εκ των ανωτέρω, να υφίσταται στο πρόσωπο των Ενώσεων – Μελών της Ε.Π.Ο. και  όχι στο πρόσωπο τρίτων προσώπων ή, όπως συνήθως χαρακτηριστικά και εύστοχα λέγεται, το έννομο συμφέρον των αιτούντων  πρέπει  να είναι ατομικό και  άμεσο. 

Εν προκειμένω, οι αιτούντες δεν υφίστανται οι ίδιοι οιαδήποτε ζημία από τις προσβαλλόμενες πράξεις, ούτε επικαλούνται ειδικότερα τη συνδρομή βλάβης υλικής ή ηθικής και συνεπώς ελλείπει το αναγκαίο για την ενεργητική νομιμοποίησή τους άμεσο και ατομικό έννομο συμφέρον επί την άσκηση της υπό κρίσιν προσφυγής τους.
Ειδικώτερα:
Α)         Επί της ελλείψεως εννόμου συμφέροντος ειδικώς του 1ου των αιτούντων:
Ο 1ος των αιτούντων είναι, όπως ο ίδιος διατείνεται, μέλος του πρωτοβάθμιου αθλητικού σωματείου «ΑΟ ΑΙΓΑΛΕΩ» που είναι μέλος του δευτεροβάθμιου αθλητικού σωματείου «ΕΝΩΣΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ» (ΕΠΣ ΑΘΗΝΩΝ) και ισχυρίζεται ότι υφίσταται βλάβη του από τις προσβαλλόμενες πράξεις συνιστάμενη στο ότι «με την παρά τον νόμο προκήρυξη εκλογών της ΕΠΟ δεν δύναμαι να θέσω υποψηφιότητα ως εκλέκτορας όπως ο νόμος προβλέπει, να και έχω όλες τις οριζόμενες εκ του νόμου προϋποθέσεις»  επειδή, κατά τους (ούτως ή άλλως αβάσιμους ως κατωτέρω δείκνυται) ισχυρισμούς του, «με το ισχύον καταστατικό η ΕΠΣ Αθηνών θα υποεκπροσωπείται στην εκλογική Γενική συνέλευση, αφού αντί των δικαιουμένων δώδεκα (12) εκλεκτόρων αυτή θα έχει τους προβλεπόμενους τρεις (3) εκλέκτορες» (βλ. παρ. 15α σελ. 12 της υπό κρίσιν προσφυγής).

Έτσι όμως καθίσταται προφανές ότι ο 1ος των αιτούντων - προσφευγόντων
α)         δεν επικαλείται κάποιο γεγονός απαγορευτικό της δυνατότητάς του να θέσει υποψηφιότητα ως ένας των προβλεπομένων  3  εκλεκτόρων της  ΕΠΣ  ΑΘΗΝΩΝ (μόνον αν δεν προβλεπόταν κανένας εκλέκτορας, θα συνέτρεχε περίπτωση απαγορευτικού κωλύματός του να θέσει υποψηφιότητα  ως ένας των εκλεκτόρων) και, συγχρόνως,
β)         επικαλείται βλάβη όχι δική του, ως έδει, αλλά βλάβη τρίτου προσώπου, συγκεκριμένα της ΕΠΣ ΑΘΗΝΩΝ, η οποία κατά τους (αβάσιμους) ισχυρισμούς του βλάπτεται «θα υποεκπροσωπείται στην εκλογική Γ.Σ., αφού αντί των δικαιουμένων δώδεκα (12) εκλεκτόρων αυτή θα έχει τους προβλεπόμενους τρεις (3) εκλέκτορες» (βλ. παρ. 15α σελ. 12 της υπό κρίσιν προσφυγής), δηλαδή επικαλείται βλάβη την οποία μόνο το τρίτο αυτό πρόσωπο θα μπορούσε να προτείνει.
Ως εκ περισσού δε σημειώνεται ότι η ΕΠΣ Αθηνών έχει ρητώς, άλλως σιωπηρώς αποδεχθεί, την νομιμότητα της  Ε.Ε. της ΕΠΟ που προέκυψε από τις αρχαιρεσίες του Οκτωβρίου 2012, καθώς  ουδέποτε προσέβαλε τις αρχαιρεσίες εκείνες,  ούτε  μετέπειτα  ισχυρίστηκε ότι δήθεν πρέπει να έχει 12 εκλέκτορες.
Μάλιστα δεν αμφισβητήθηκε ποτέ από την ΕΠΣ Αθηνών και δη δεν αμφισβητείται ούτε με την υπό κρίσιν προσφυγή,  η νομιμότητα της συγκρότησης και σύνθεσης της εκλεγείσης στις 6.10.2012 Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ, οι αποφάσεις της οποίας προσβάλλονται από τους αιτούντες - προσφεύγοντες!
Συνεπώς συντρέχει, και δη όχι μόνο στο πρόσωπο της ΕΠΣ ΑΘΗΝΩΝ αλλά και στο πρόσωπο των προσφευγόντων, αποδοχή, ως εκ της οποίας επίσης δεν υφίσταται το αναγκαίο για την παραδεκτή, άσκηση της προσφυγής τους έννομο συμφέρον των.

Β) Επί της ελλείψεως εννόμου συμφέροντος ειδικώς του 2ου των αιτούντων:
Το 2ο των αιτούντων σωματείο είναι, πρωτοβάθμιο αθλητικό σωματείο που είναι μέλος του δευτεροβάθμιου αθλητικού σωματείου «ΕΝΩΣΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ» (ΕΠΣ ΑΘΗΝΩΝ)  και ισχυρίζεται ότι υφίσταται βλάβη του, από τις προσβαλλόμενες πράξεις συνιστάμενη  στο  ότι αποστερείται  της  δυνατότητας της  η ΕΠΣ Αθηνών, να εκπροσωπείται από 12 εκλέκτορες , εν ολίγοις  επικαλείται βλάβη όχι δική του, ως έδει, αλλά βλάβη τρίτου προσώπου, συγκεκριμένα της ΕΠΣ ΑΘΗΝΩΝ, η οποία κατά τους (αβάσιμους) ισχυρισμούς του βλάπτεται θα υποεκπροσωπείται στην εκλογική Γ.Σ., με 3 αντί για 12 εκλέκτορες (βλ.παρ. 15β σελ. 13 της υπό κρίσιν προσφυγής), δηλαδή επικαλείται βλάβη την οποία μόνο το τρίτο αυτό πρόσωπο θα μπορούσε να προτείνει.

Ως εκ περισσού δε σημειώνεται ότι η ΕΠΣ Αθηνών έχει ρητώς άλλως σιωπηρώς αποδεχθεί την νομιμότητα του Δ.Σ. της ΕΠΟ που προέκυψε από τις αρχαιρεσίες του Οκτωβρίου 2012, καθώς ουδέποτε προσέβαλε τις αρχαιρεσίες εκείνες, ούτε μετέπειτα ποτέ  ισχυρίστηκε ότι δήθεν πρέπει να έχει 12 εκλέκτορες.

Μάλιστα δεν αμφισβητήθηκε ποτέ από την ΕΠΣ Αθηνών και δη δεν αμφισβητείται ούτε με την υπό κρίση  προσφυγή η νομιμότητα της συγκρότησης και σύνθεσης της εκλεγείσης στις 6.10.2012 Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ, οι αποφάσεις της οποίας προσβάλλονται  από τους αιτούντες-προσφεύγοντες!

Συνεπώς συντρέχει, και δη όχι μόνο στο πρόσωπο της ΕΠΣ ΑΘΗΝΩΝ αλλά και στο πρόσωπο των προσφευγόντων, αποδοχή, ως εκ της οποίας επίσης δεν υφίσταται το αναγκαίο για την παραδεκτή άσκηση της προσφυγής τους έννομο συμφέρον των.

Σημειωτέον επ΄ευκαιρία ότι κατά το άρθρο 29 του π.δ. 18/1989 («Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας»),  «το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο σε περίπτωση αποδοχής της προσβαλλόμενης πράξης [..]». Όπως έχει παγίως κριθεί, η αποδοχή δεν χρειάζεται να είναι ρητή: μπορεί να είναι και σιωπηρή, αρκεί να είναι σαφής. Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη σκέψη από πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας:
Επειδή, στο άρθρο 29 του π.δ. 18/1989 (Α’8) ορίζεται ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο σε περίπτωση αποδοχής της προσβαλλόμενης πράξεως. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η αποδοχή από τον διοικούμενο διοικητικής πράξης που θίγει έννομο συμφέρον  του έχει ως αποτέλεσμα την άρση του εννόμου συμφέροντος για την προσβολή της με αίτηση ακυρώσεως, πρέπει όμως η αποδοχή αυτή να προκύπτει σαφώς είτε από ρητή δήλωση του διοικουμένου, είτε από συμπεριφορά του που δεν αφήνει αμφιβολία σχετικά με την έννοια της (ΣτΕ(Τμ.Γ’) 3094/2008).

            Γ).  Συνωδά προς τα ανωτέρω, το  έννομο συμφέρον  των  προσφευγόντων – αιτούντων  εκλείπει,  καθότι αυτοί  δεν  αποτελούν μέλη της  Ε.Π.Ο.   Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο  10 του ισχύοντος καταστατικού  :  Η ιδιότητα Μέλους της Ε.Π.Ο. απονέμεται  σε φορείς που ιδρύονται και λειτουργούν στην ελληνική επικράτεια, έχουν συγκεκριμένη έδρα και είναι υπεύθυνοι για την οργάνωση και υλοποίηση ποδοσφαιρικών δραστηριοτήτων σε τοπικό ή πανελλήνιο επίπεδο, σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό και τους κανονισμούς της Ε.Π.Ο.  Τα υφιστάμενα Μέλη της Ε.Π.Ο. είναι : α/. Οι τοπικές Ερασιτεχνικές Ενώσεις Ποδοσφαιρικών Σωματείων, όπως ισχύουν σήμερα (53 Ε.Π.Σ.) β/. η Πανελλήνια Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Σάλας γ/. η Ένωση Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου Α΄ Εθνικής κατηγορίας ( Super League) δ/. η Ένωση Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου Β΄ Εθνικής Κατηγορίας (Football League) .
Καθίσταται ούτω πρόδηλο  ότι  η ΕΠΟ  έχει ως μέλη της  τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα,  τα οποία  αποτελούν δευτεροβάθμια αθλητικά ποδοσφαιρικά  σωματεία, που  με την σειρά τους έχουν ως μέλη  των, πρωτοβάθμια αθλητικά σωματεία  ως εν προκειμένω  το 2ο των προσφευγόντων , το οποίο ανήκει στη δύναμη της ΕΠΣ Αθηνών.  Το ίδιο και για τον 1ο των προσφευγόντων ο οποίος αποτελεί μέλος πρωτοβάθμιου ποδοσφαιρικού σωματείου.  
Συνεπώς  οι προσφεύγοντες  δεν  αποτελούν  μέλη της   Ε.Π.Ο. αλλά  συνδέονται  εμμέσως  και  μόνο  με αυτήν, εκ του νομικού δε δεσμού, ο οποίος συνδέει  τον 1ο προσφεύγοντα ως μέλος του αθλητικού  σωματείου  ΑΙΓΑΛΕΩ  Α.Ο.  και  το 2ο εξ αυτών  ως μέλος της  ΕΠΣ Αθηνών,  προκύπτει  ότι όλα τα προβαλλόμενα με την υπό κρίση προσφυγή των δήθεν δικαιώματα των,  αποτελούν  εκτιμήσεις  και  αξιολογικές κρίσεις, που  δύνανται να προβληθούν στην Ε.Π.Ο. μέσω της  ιεραρχικής δομής των οργάνων των φορέων στους οποίους ανήκουν, ήτοι μέσω των Διοικητικών  Συμβουλίων  και των  Γενικών  Συνελεύσεων   των  ΑΙΓΑΛΕΩ ΑΟ   για τον 1ο και  της   ΕΠΣ  Αθηνών για το 2ο  εξ αυτών.
Για τους ανωτέρω λόγους, οι οποίοι, όπως έχει κριθεί, εξετάζονται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (ΕφΠειρ 553/2012, Δ/νη 2014/123), η υπό κρίση προσφυγή πρέπει  κατ’ αρχάς να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι ασκείται από τους  αντιδίκους, χωρίς έννομο συμφέρον.

ΙΙΙ.        Ένσταση  καταχρηστικής  ασκήσεως δικαιώματος  και συναφώς ένσταση ότι είναι αλυσιτελής και απαράδεκτη άλλως αβάσιμη η υπό κρίση προσφυγή διότι με αυτήν δεν προβάλλονται λόγοι θίγοντες το σύννομο καθεαυτών  των προσβαλλομένων  αποφάσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ  αλλά λόγοι αναφερόμενοι στις επικείμενες αρχαιρεσίες (τις οποίες εν τούτοις  δεν προσβάλλουν οι  προσφεύγοντες και τις οποίες ούτως ή άλλως δεν δύνανται  να προσβάλλουν προ της πραγματοποιήσεώς των διότι δεν συντρέχει νόμιμη περίπτωση κατ΄εξαίρεση προκαθεστηκυίας κατ΄ άρθρο 69 ΚΠολΔ δικαστικής προστασίας)

Η απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, έχει λάβει συνταγματική κατοχύρωση ( Σ 25 παρ. 3) καταλαμβάνει όλη την έκταση της ελληνικής έννομης τάξης και ισχύει σ όλους τους κλάδους του δικαίου, εξειδικεύεται  δε κυρίως μέσω της  ΑΚ 281 και σκοπεί, ως διάταξη δημοσίας τάξεως, στην καταπολέμηση της ανεντιμότητας, της συναλλακτικής κακοπιστίας και της ανηθικότητας κατά την ενάσκηση οποιουδήποτε δικαιώματος (Γεωργιάδης  ΑΚ  Ιβ σελ. 1499 , 1558 ).

               Ούτω, κατ αυτήν (ΑΚ 281), η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικώς, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί Δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή καταστάσεως που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες,  με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο.  Απαιτείται, ακόμη, οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ` αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, επαγόμενη ιδιαιτέρως επαχθείς για τον υπόχρεο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου. Απαιτείται να συντρέχουν, ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες, κυρίως, από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του υπόχρεου, ενόψει των οποίων, η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος, τείνουσα στην ανατροπή της διαμορφωθείσας καταστάσεως υπό τις ανωτέρω ειδικές συνθήκες και διατηρηθείσας, να εξέρχεται των υπό της ανωτέρω διατάξεως διαγραφομένων ορίων (ΑΠ 174/2016 , Ολ ΑΠ 10/2012, 8/2001).

               Ειδικότερη περίπτωση κατάχρησης δικαιώματος συνιστά και η αντιφατική συμπεριφορά του δικαιούχου, καθώς ανατρέπει την εύλογη εμπιστοσύνη των συναλλασσομένων. Απαιτούμενες προϋποθέσεις για να θεμελιωθεί αντιφατική συμπεριφορά είναι οι εξής : α) Αντίφαση στη συμπεριφορά του δικαιούχου, η οποία μπορεί να εντοπισθεί με αντιπαραβολή της σημερινής συμπεριφοράς με εκείνη πριν την άσκηση του δικαιώματος, β) Παγίωση διαμορφωθείσας κατάστασης, με αποτέλεσμα η ανατροπή της μέσω της αντιφατικής συμπεριφοράς να καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής, όχι απαραίτητα με την πάροδο μακρού χρονικού διαστήματος, αλλά γιατί μία ενδεχόμενη τέτοια ανατροπή θα προκαλούσε επαχθείς συνέπειες στον υπόχρεο και γ) Δημιουργία, ενόψει και της έντασης της αντίφασης, εύλογης εμπιστοσύνης στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου και την διαμορφωμένη κατάσταση ότι δεν θα ασκηθεί το δικαίωμα.
               Ωσαύτως   η ΑΚ  69 αποτελεί  αναγκαστικό και εξαιρετικό δίκαιο υπό την βασική όμως προϋπόθεση και όρο ότι το δημιουργούμενο κενό από την έλλειψη διοίκησης δεν μπορεί σε κάθε περίπτωση να καλυφθεί από το καταστατικό ή τον νόμο. Αναδεικνύεται δηλαδή με τον τρόπο αυτό συγχρόνως και ο επικουρικός χαρακτήρας της διάταξης, σύμφωνα με τον οποίο οφείλει οιοσδήποτε προσφύγει για τον διορισμό προσωρινής διοίκησης να έχει εξαντλήσει τις δυνατότητες που του προσφέρει το καταστατικό και ο νόμος (Κρητικός σελ. 933 Ερμηνεία ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου) .

Εν προκειμένω, η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής – αίτησης, συνιστά αντιφατική και συνεπώς καταχρηστική συμπεριφορά των αντιδίκων, η οποία έγκειται στο ότι προσβάλλονται αποφάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ, η οποία, όπως οι αντίδικοι συνομολογούν, εξελέγη νομίμως στις 6.10.2012 με 4ετή θητεία, χωρίς ούτε πρωτύτερα ούτε με την υπό κρίσιν προσφυγή να αμφισβητείται η νομιμότητα  της συγκροτήσεως και συνθέσεως της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ!

Μάλιστα οι προσφεύγοντες συνομολογούν επίσης ότι οι αποφάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ κατά των οποίων στρέφεται η προσφυγή τους ελήφθησαν σε συμμόρφωση με την 110/2016 απόφαση του Δικαστηρίου σας, την οποία εμμέσως  πλην  σαφώς αποδέχονται!

Περαιτέρω, οι προσφεύγοντες δεν προσάπτουν σφάλματα εγκείμενα στην συγκρότηση ή την σύνθεση ή το περιεχόμενο των επίμαχων αποφάσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής, η νομιμότητα άλλως τε των οποίων έγινε δεκτή με την πρόσφατη υπ αριθ. 115/2016  απόφαση του Δικαστηρίου σας, αλλά θεωρούν μόνο ότι οι εισέτι μη διενεργηθείσες αλλά διενεργηθησόμενες αρχαιρεσίες που έχουν προκηρυχθεί  θα πάσχουν λόγω δήθεν αντίθεσης στο νόμο του καταστατικού της ΕΠΟ την οποία οι αντίδικοι μέμφονται με το σκεπτικό ότι δήθεν η ΕΠΟ ώφειλε να είχε τροποποιήσει το καταστατικό της  αλλά τάχα ολιγώρησε  προς τούτο!  Δηλαδή εμμέσως πλην σαφώς οι αντίδικοι θα ήθελαν οι επίμαχες αποφάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ να είχαν ληφθεί επί τη βάσει ανυπάρκτου καταστατικού της ΕΠΟ της αρεσκείας τους!

Είναι φανερό ότι οι προσφεύγοντες, οι οποίοι ουδέποτε μέχρι τις υπό κρίση  προσφυγές  τους έθεσαν ζήτημα δήθεν αντίθεσης στο νόμο του καταστατικού της ΕΠΟ και ουδέποτε ζήτησαν τροποποίησή του, θέλουν να προκαταλάβουν τις επικείμενες αρχαιρεσίες και, αντί ενδεχομένως να τις προσβάλουν μετά την πραγματοποίησή τους όπως θα ήταν εύλογο και πρέπον, να επιτύχουν διορισμό προσωρινής διοικήσεως ΕΠΟ που δεν θα είναι προϊόν αρχαιρεσιών αλλά θα είναι «δοτή» και θα έχει την αρεστή σε αυτούς σύνθεση.

Αν βέβαια αληθώς πίστευαν οι προσφεύγοντες ότι δήθεν υφίσταται αντίθεση στο καταστατικό της ΕΠΟ, γιατί μόλις τώρα, εν όψει αρχαιρεσιών, θέτουν ζήτημα ; Αλήθεια γιατί οι προσφεύγοντες μέμφονται για ολιγωρία την διοίκηση της ΕΠΟ που πιστεύει ότι το ισχύον καταστατικό της ΕΠΟ είναι απολύτως σύννομο και δεν μέμφονται  εαυτούς  για ολιγωρία που οι ίδιοι είχαν, κατά τα λεγόμενά τους, διαπιστώσει  αντίθεση του καταστατικού στο νόμο, αλλά την προβάλλουν μόλις τώρα, μετά την προκήρυξη των επικείμενων αρχαιρεσιών;

Είναι άρα προφανές ότι οι προσφεύγοντες δεν ενδιαφέρονται για την νομιμότητα του καταστατικού της ΕΠΟ υπέρ της οποίας λίαν οψίμως κόπτονται αλλά έχουν αποκλειστικό μέλημα και σκοπό  να επέμβουν  άνευ αρχαιρεσιών στην διοίκηση της ΕΠΟ.

Κατά συνέπεια είναι καταδήλως καταχρηστική και, επιπροσθέτως, και αλυσιτελής και απαράδεκτη άλλως αβάσιμη η υπό κρίσιν προσφυγή διότι με αυτήν δεν προβάλλονται λόγοι θίγοντες το σύννομο καθεαυτών των προσβαλλομένων αποφάσεων  της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ αλλά λόγοι αναφερόμενοι στις επικείμενες αρχαιρεσίες, τις οποίες εν τούτοις δεν προσβάλλουν οι προσφεύγοντες και τις οποίες ούτως ή άλλως δεν δύνανται να προσβάλλουν προ της πραγματοποιήσεώς των διότι δεν συντρέχει νόμιμη περίπτωση κατ΄εξαίρεση προκαθεστηκυίας κατ΄άρθρο 69 ΚΠολΔ δικαστικής προστασίας.

ΙV. Αντίκρουση των απαράδεκτων και αβάσιμων αιτιάσεων των προσφευγόντων ότι δήθεν η θητεία της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ που εξελέγη στις 6.10.2012 λήγει στις 5.10.2016 και ότι δήθεν για το διάστημα από 5.10.2016 έως 26.10.2016 η ΕΠΟ θα στερείται νόμιμης διοικήσεως, ως εκ του οποίου ζητούν οι προσφεύγοντες τον διορισμό προσωρινής διοικήσεως

α/. Έλλειψη δικαιοδοσίας ορισμού προσωρινής διοίκησης. Ρήτρα ανεξαρτησίας εκλογής των οργάνων της  ΕΠΟ.  Εφαρμοστέο Δίκαιο.
Η ΕΠΟ δεσμεύεται από την ρήτρα ανεξαρτησίας  σε επεμβάσεις τρίτων, μεταξύ των οποίων και το κράτος, στα εσωτερικά της (στην διοίκηση και  λειτουργία του ποδοσφαίρου).
Ειδικότερα στο άρθρο 13 του Καταστατικού της FIFA όπου αναφέρονται οι υποχρεώσεις των μελών της (που είναι και η ΕΠΟ) προβλέπεται ότι: 1. Τα μέλη έχουν τις ακόλουθες υποχρεώσεις: α) να συμμορφώνονται πλήρως με το Καταστατικό, τους κανονισμούς, τις οδηγίες και αποφάσεις της FIFA πάντοτε, όπως επίσης και τις αποφάσεις του Διαιτητικού Αθλητικού Δικαστηρίου (ΔΑΔ, CAS) που λαμβάνονται για εφέσεις που υποβάλλονται βάσει του Άρθρου 66 παρ. 1 του Καταστατικού της FIFA. β)….γ)……δ) να διασφαλίζουν ότι τα μέλη τους συμμορφώνονται με το Καταστατικό, τους κανονισμούς, τις οδηγίες και αποφάσεις των οργάνων της FIFA,ε)…..στ) να κυρώνουν καταστατικά που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του Πρότυπου Καταστατικού της FIFA,…ζ…η… θ) να χειρίζονται τις υποθέσεις τους ανεξάρτητα και να διασφαλίζουν ότι τα θέματα του δεν επηρεάζονται από οποιονδήποτε τρίτο, ι)να συμμορφώνονται πλήρως με όλα τα δικαιώματα που προκύπτουν από το παρόν Καταστατικό και λοιπούς Κανονισμούς.
Ομοίως στο άρθρο 19 του Καταστατικού της FIFA προβλέπεται η ανεξαρτησία των Μελών και των οργάνων τους, ειδικότερα προβλέπεται ότι: 1. κάθε μέλος θα διαχειρίζεται τις υποθέσεις του ανεξάρτητα και χωρίς καμία επιρροή από τρίτους. 2. Τα όργανα ενός μέλους θα είναι είτε αιρετά είτε διοριζόμενα από την Ομοσπονδία. Το καταστατικό ενός μέλους  θα προβλέπει μία διαδικασία που διασφαλίζει την πλήρη ανεξαρτησία της εκλογής ή του διορισμού των οργάνων του. 3. Τα όργανα που δεν έχουν εκλεγεί  ή διοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 ακόμη και σε προσωρινή βάση δεν θα αναγνωρίζονται από την FIFA.  4. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από όργανα που δεν έχουν εκλεγεί  ή διοριστεί  σύμφωνα  με την παράγραφο 2, ακόμη και σε προσωρινή βάση δεν θα αναγνωρίζονται από την FIFA.
-Τα ίδια προβλέπονται στο άρθρο 7β΄ του Καταστατικού τη UEFA, όπου επί λέξει προβλέπεται ότι « Οι ομοσπονδίες μέλη θα διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους ανεξάρτητα και χωρίς καμία επιρροή από τρίτους. Οι ομοσπονδίες μέλη θα προβλέπουν στο Καταστατικό τους  μία διαδικασία  η οποία θα εγγυάται ότι το εκτελεστικό τους όργανο εκλέγεται ελεύθερα και ότι τα υπόλοιπα όργανά τους εκλέγονται ή  ορίζονται με έναν  πλήρως ανεξάρτητο τρόπο. Οποιοδήποτε όργανο ή απόφαση οργάνου που δεν έχει εκλεχθεί ή οριστεί σύμφωνα με αυτή την διαδικασία, ακόμη και σε προσωρινή βάση, δεν θα αναγνωρίζεται από την UEFA.
- Ομοίως στο άρθρο 9 του Καταστατικού της UEFA ορίζεται ρητά ότι αποτελεί σοβαρό λόγο για την αναστολή ιδιότητας μέλους, αν δεν διασφαλίζεται πλέον η ελεύθερη εκλογή του εκτελεστικού της οργάνου (Δ.Σ.) ή η απόλυτα ανεξάρτητη εκλογή ή ο διορισμός των υπολοίπων οργάνων της.
Η ανωτέρω διάταξη επαναλαμβάνεται στο άρθρο 17 του Καταστατικού της ΕΠΟ (Ανεξαρτησία της Ε.Π.Ο., των Μελών της και των Οργάνων τους). α. Τα όργανα της Ε.Π.Ο. και των Ενώσεων - Μελών της είναι είτε αιρετά, είτε διορισμένα. Το παρόν καταστατικό και το καταστατικό κάθε μέλους της καθορίζει τη διαδικασία η οποία διασφαλίζει την πλήρη ανεξαρτησία εκλογής τους ή διορισμού τους από την Ε.Π.Ο. ή την Ένωση - Μέλος αντίστοιχα. β. Η Ε.Π.Ο. αποδέχεται ότι όργανα που δεν έχουν εκλεγεί ή διορισθεί σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, ακόμη και για προσωρινή περίοδο, δεν θα αναγνωρίζονται από την FIFA και την UEFA.  γ. Οι αποφάσεις των οργάνων που δεν έχουν εκλεγεί ή διορισθεί σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, ακόμη και για προσωρινή περίοδο, δεν θα αναγνωρίζονται από την FIFA και την UEFA….
Σύμφωνα με το Καταστατικό της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας  η Εκτελεστική Επιτροπή της Ε.Π.Ο. ΕΚΛΕΓΕΤΑΙ από την Γενική Συνέλευση των Ενώσεων - Μελών της  ενώ τα λοιπά όργανα της Ε.Π.Ο. είτε εκλέγονται είτε ορίζονται από την Εκτελεστική Επιτροπή.
Κατά το  άρθρο 30 του Καταστατικού της Ε.Π.Ο, όργανα της  είναι:
1.             Η Γενική Συνέλευση αποτελεί το ανώτατο και το νομοθετικό όργανο.
2.             Η Εκτελεστική Επιτροπή είναι το εκτελεστικό όργανο.
3.             Οι διαρκείς και ειδικές επιτροπές θα συμβουλεύουν και συνδράμουν την Εκτελεστική Επιτροπή στην εκπλήρωση των καθηκόντων της. Τα καθήκοντα, η σύνθεση και οι λειτουργίες τους ορίζονται στο παρόν Καταστατικό και/ή ειδικούς κανονισμούς που συντάσσονται από την Εκτελεστική Επιτροπή.
4.             Η Γραμματεία είναι το διοικητικό όργανο.
5.             Τα δικαστικά όργανα είναι η Πειθαρχική Επιτροπή, η Επιτροπή Δεοντολογίας και η Επιτροπή Εφέσεων.
6.             Τα όργανα της Ε.Π.Ο. είτε θα εκλέγονται είτε θα ορίζονται από την ίδια την Ε.Π.Ο., χωρίς καμία εξωτερική επιρροή και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από το παρόν Καταστατικό και τους σχετικούς Κανονισμούς.
7.             Το Όργανο Αδειοδότησης είναι υπεύθυνο για το σύστημα αδειοδότησης ομάδων μέσα στην Ομοσπονδία.
8.             Η Εκλογική Επιτροπή είναι το όργανο που είναι υπεύθυνο για την οργάνωση και εποπτεία της εκλογικής διαδικασίας.

            Κατά δε το άρθρο 23 του Καταστατικού της ΕΠΟ ( Τομείς δικαιοδοσίας της Γενικής Συνέλευσης ), η  Γενική Συνέλευση έχει τις ακόλουθες εξουσίες:
α…β…..
γ.       την εκλογή ή παύση του Προέδρου και μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής,
δ.      την εκλογή ή παύση του προέδρου, αναπληρωτή προέδρου και μελών των δικαστικών οργάνων,
ιστ.    την εκλογή ή παύση των μελών της Εκλογικής Επιτροπής,
ιζ.      την εκλογή ή παύση των μελών της Επιτροπής Ελέγχου και Συμμόρφωης

Ο τρόπος εκλογής της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ε.Π.Ο., αναφέρεται και στα λοιπά άρθρα του Καταστατικού της (22 επ.) και  κυρίως στο άρθρο 9 (Αρχαιρεσίες), του Παραρτήματος Γ  όπου ορίζεται  ότι «Οι αρχαιρεσίες για την εκλογή του Προέδρου και των Μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ε.Π.Ο., της Επιτροπής Ελέγχου και Συμμόρφωσης  και όλων των λοιπών Οργάνων της Ε.Π.Ο., που εκλέγονται σύμφωνα με το παρόν καταστατικό, διενεργούνται κατά το έτος διεξαγωγής των θερινών ολυμπιακών αγώνων, στην Ειδική Εκλογική Γενική Συνέλευση, που συγκαλείται, με το μοναδικό αυτό θέμα στην ημερήσια διάταξη, ειδικά προς τούτο κατά μήνα Οκτώβριο. Οι αρχαιρεσίες δεν επηρεάζονται από τυχόν έλλειψη οσωνδήποτε μελών της απερχόμενης Εκτελεστικής Επιτροπής, εφόσον η έλλειψη αυτή σημειώνεται μετά την προκήρυξη των αρχαιρεσιών. Στην περίπτωση αυτή και για την ολοκλήρωση των εκλογικών διαδικασιών η Εκτελεστική Επιτροπή θεωρείται ότι έχει νόμιμη συγκρότηση και λειτουργία με τα εναπομείνοντα μέλη, εφόσον αυτά είναι τουλάχιστον τρία (3), καθήκοντα δε Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος των συμβούλων και μεταξύ ίσης αρχαιότητας, ο μεγαλύτερος σε ηλικία. Οι αρχαιρεσίες για την εκλογή εκπροσώπου της Ε.Π.Ο. στην Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή (Ε.Ο.Ε.) διενεργούνται κατά το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από το οικείο Καταστατικό της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής»
Ούτω και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα,  στο Καταστατικό της Ε.Π.Ο. ορίζεται ρητά  ότι η Εκτελεστική Επιτροπή  εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση. Ο διορισμός προσωρινής διοίκησης  απαγορεύεται ρητά από το Καταστατικό της Ε.Π.Ο. και τα Καταστατικά της FIFA και της UEFA,  με τα οποία  οφείλει  και  είναι εναρμονισμένο. Ο διορισμός προσωρινής διοίκησης (την στιγμή που υφίσταται διοίκηση ικανή να οδηγήσει την ΕΠΟ  σε εκλογές, τις οποίες έχει προκηρύξει και οι οποίες θα γίνουν σε 14 ημέρες)  προϋποθέτει ΠΑΥΣΗ της υφιστάμενης διοίκησης, δηλαδή παύση της Εκτελεστικής Επιτροπής και αυτό είναι μία  εξουσία  που σύμφωνα με το άρθρο   23 του Καταστατικού της Ε.Π.Ο. ανήκει στην Γενική Συνέλευση.
Κατά συνέπεια δεν υπάρχει έδαφος για (δι)ορισμό της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ε.Π.Ο. ούτε για ορισμό προσωρινής διοίκησης από το Διαιτητικό Δικαστήριο Ποδοσφαίρου της Ε.Π.Ο., διότι   το Δικαστήριο Σας, αποτελεί  όργανο της Ε.Π.Ο. που προβλέπεται στο Καταστατικό της (άρθρο 66), λειτουργεί με βάση τον Κανονισμό  του, ο οποίος έχει εγκριθεί από την Εκτελεστική Επιτροπή της Ε.Π.Ο., σύμφωνα με τον οποίο (άρθρο 17 παρ. 1)  και  οφείλει  να κρίνει κάθε διαφορά  εφαρμόζοντας  τα προβλεπόμενα στο Καταστατικό και τους Κανονισμούς της ΕΠΟ  και συμπληρωματικά στα Καταστατικά και τις υποχρεωτικά εφαρμόσιμες για το άθλημα του ποδοσφαίρου οδηγίες των  UEFA και FIFA .
            β/.   Κατά το άρθρο 33 παρ. 4: Η θητεία του προέδρου και των λοιπών μελών είναι τετραετής. Η εντολή τους αρχίζει μετά το τέλος της Γενικής Συνέλευσης η οποία τους εξέλεξε και δύναται να επανεκλεγούν.
Ομοίως  κατά το άρθρο 9 παρ. 1 παραρτήματος Γ Καταστατικού ΕΠΟ: Οι αρχαιρεσίες για την εκλογή του Προέδρου και των μελών της ΕΕ της ΕΠΟ της Επιτροπής Ελέγχου και Συμμόρφωσης ….. που εκλέγονται σύμφωνα με το παρόν καταστατικό διενεργούνται κατά το έτος διεξαγωγής των θερινών ολυμπιακών αγώνων στην ειδική εκλογική γενική συνέλευση που συγκαλείται  με το μοναδικό αυτό θέμα στην ημερήσια διάταξη ειδικά προς τούτο κατά μήνα Οκτώβριο. Οι αρχαιρεσίες δεν επηρεάζονται από τυχόν έλλειψη οσοδήποτε μελών της απερχόμενης Εκτελεστικής Επιτροπής εφόσον η έλλειψη αυτή σημειώνεται μετά την προκήρυξη των αρχαιρεσιών. Στην περίπτωση αυτή και για την ολοκλήρωση των εκλογικών διαδικασιών η Εκτελεστική Επιτροπή θεωρείται ότι έχει νόμιμη συγκρότηση και λειτουργία με τα εναπομένοντα μέλη εφόσον αυτά είναι τουλάχιστον τρία.
 Οι αντίδικοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει έλλειψη διοίκησης επειδή  δήθεν έχει λήξει ο χρόνος της θητείας της εκλεγμένης διοίκησης και δεν έχει εκλεγεί νέα με τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος και το καταστατικό. Πλην όμως η ανάδειξη νέας διοίκησης έχει οριστεί να πραγματοποιηθεί για τις 26/10/2016 και άρα δεν υπάρχει έλλειψη αφού η υπάρχουσα διοίκηση πριν από τη λήξη της θητείας της απεφάσισε την σύγκληση Ειδικής Εκλογικής Συνέλευσης για τις 26/10/2016 για την εκλογή του προέδρου και των τακτικών και αναπληρωματικών μελών  της  Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ κλπ.  Ως εκ τούτου  η ανάδειξη νέας διοίκησης είναι νόμιμη και  έως τότε δεν υπάρχει έλλειψη της, εφόσον η παρούσα διοίκηση της ΕΠΟ δηλώνει και προτίθεται  να  ολοκληρώσει τη  διαδικασία σύγκλησης  των αμέσως προσεχών Γενικών Εκλογικών Συνελεύσεων .
Ως εκ τούτου  κατά τα προαναφερόμενα και την κατωτέρω παρατιθέμενη θεωρία και  νομολογία,  η διάρκεια της θητείας της παρούσης Εκτελεστικής Επιτροπής λήγει με την ολοκλήρωση των εργασιών  της Ειδικής Εκλογικής Γενικής Συνέλευσης η οποία θα διεξάγεται στις 26.10.2016 στα Χανιά της Κρήτης.
γ/. Όπως  και  παραπάνω αναφέρουμε, οι προσφεύγοντες δεν προβάλλουν λόγους θίγοντες το σύννομο καθεαυτών των προσβαλλομένων αποφάσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ ούτε αμφισβητούν την νομιμότητα της συγκροτήσεως  και  συνθέσεώς της  παρά επικαλούνται αλυσιτελώς, απαραδέκτως  και αβασίμως ότι δήθεν θα είναι ελαττωματικές οι προκηρυχθείσες μη εισέτι δε πραγματοποιηθείσες αρχαιρεσίες, τις οποίες καθεαυτές δεν προσβάλλουν με την υπό κρίσιν προσφυγή, αφού άλλωστε δεν δύνανται να τις προσβάλλουν από τώρα  δηλαδή πριν από την πραγματοποίησή τους,  διότι δεν συντρέχει περίπτωση κατ΄εξαίρεση, υπό τους όρους του άρθρου 69 ΚΠολΔ, υποβολής αιτήματος προκαθεστηκυίας δικαστικής προστασίας.

Εξ άλλου, ως γνωστόν, η προσφυγή πρέπει να  περιέχει  ορισμένο αίτημα και δεν μπορεί το αίτημα αυτό να προβάλλεται υπό αίρεση διότι τότε δημιουργείται αβεβαιότητα δικαίου. Τέτοια αίρεση είναι ανεπίτρεπτη. Επομένως το αίτημα των προσφευγόντων για διορισμό προσωρινής διοικήσεως σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής τους περί ακύρωσης των αποφάσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΠΟ, το οποίο είναι αίτημα υπό αίρεση, είναι απαράδεκτο και για το λόγο ότι ζητείται υπό ανεπίτρεπτη αίρεση.

 Περαιτέρω, οι αιτιάσεις των αντιδίκων για δήθεν έλλειψη διοικήσεως όσον αφορά την Ε.Ε. και τα άλλα όργανα διοικήσεως της ΕΠΟ είναι νομικώς αβάσιμη καθ΄όσον, όπως γίνεται πάγια δεκτό στη θεωρία και τη νομολογία, κρίσιμο είναι το χρονικό σημείο κατά το οποίο συγκαλείται η γ.σ. υπό του προς τούτο αρμοδίου δ.σ., υπό την έννοια ότι  κατ΄ εκείνο μόνο το χρονικό σημείο η διοίκηση του σωματείου πρέπει να είναι ενεργός,  είναι δε αδιάφορο εάν στο διαρρεύσαν εν τω μεταξύ διάστημα, μέχρι της πραγματοποιήσεως της εκλογικής  συνελεύσεως εξέλιπε αυτή για οποιονδήποτε λόγο, π.χ.  λόγω εκπτώσεως, ή λόγω παραιτήσεως τόσων μελών της ώστε τα υπολειπόμενα να μην συγκροτούν την κατά το καταστατικό αναγκαία απαρτία προς λήψη αποφάσεων κλπ. (Βλ. ΑΠ 567/93 Δ/νη 35.1365, ΕιρΠειρ 341/1982 ΕλλΔνη 1982, 732, ΜΠΑ 2059/1971 ΔΕΝ 27 (1971) σελ. 502, Έγγρ. 57696/6.11.1971 του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας υπό τον τίτλο «Υπέρβασις θητείας Δ.Σ. και διορισμός προσωρινής διοικήσεως εις Εργασιακά Σωματεία», ΔΕΝ 27 (1971) σελ. 1007, Ελευθερίου Σεραφείμ, Συνδικαλιστικό και Σωματειακό Δίκαιο, 10η έκδοση, 2016, παρ. 117 σελ. 165, Αθ. Κρητικού, Όρια νόμιμης λειτουργίας συλλογικών οργάνων σωματείων, συνδικαλιστικών οργανώσεων και συνεταιρισμών., 2η έκδοση, 2009, παρ. 4 περιθ. αριθμ. 4 σελ. 52, Σ. Βλαστού, Αστικά Σωματεία, Συνδικαλιστικές και Εργοδοτικές Οργανώσεις, 1996, παρ. 232 σελ. 241-242, Ι. Κουκιάδη, Εργατικό Δίκαιο, Συλλογικές Εργασιακές Σχέσεις, έκδοση 2013, σελ. 301).
Εύστοχα μάλιστα παρατηρείται και ότι «Η προκήρυξη των εκλογών δεν συνεπάγεται ταυτόχρονη παραίτηση του Δ.Σ., αφού τα αποτελέσματά  της  επέρχονται με την εκλογή ή και με τη συγκρότηση του νέου Δ.Σ. σε σώμα ώστε να μη υπάρξει έλλειψη ενεργού διοίκησης.» (Βλ. Ελευθερίου Σεραφείμ, ό.π.).

Ο δικαιολογητικός λόγος της παραπάνω πάγιας θέσης θεωρίας τε και νομολογίας, εντοπίζεται στην θέση, ότι βασική αρχή του συστήματος συστάσεως, διοικήσεως και λειτουργίας των πάσης φύσεως σωματείων (κοινών σωματείων, συνδικαλιστικών οργανώσεων, αθλητικών σωματείων κ.ο.κ.) είναι ότι η ανάμειξη της δικαστικής  εξουσίας μέσω του διορισμού προσωρινής διοικήσεως,  πρέπει να κάμπτεται προ της σωματειακής  αυτονομίας, ιδιαίτερα όταν από την λήξη της θητείας της διοικήσεως μέχρι την διενέργεια των νέων εκλογών κατά το καταστατικό μεσολαβεί μικρό σχετικώς χρονικό διάστημα (πρβλ. Σ. Βλαστού, ό.π., παρ. 348 σελ. 392).

Άλλωστε, η  διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ  εισάγει εξαιρετικό δίκαιο και για το λόγο αυτό πρέπει να ερμηνεύεται στενά,  διότι επιτρέπει επέμβαση (του κράτους) έστω και υπό τις εγγυήσεις της δικαστικής εξουσίας σε συνταγματικώς  προστατευόμενα αγαθά, που εξαιτίας αυτού θα θεωρείτο αντισυνταγματική  εάν αδήριτη ανάγκη δεν επέβαλε, σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις, αυτή την επέμβαση ( βλ. Ασπρογέρακα Γρίβα ΕΛΛΕΙΨΙΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ σελ. 98-99)
 Πρόσθετα  θέμα εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 69 τίθεται, μόνο όταν μέλος του νομικού προσώπου ή τρίτος επικαλεσθεί έννομο συμφέρον για την επιχείρηση ορισμένης  κατεπείγουσας πράξης από το νπ  ή έναντι αυτού, η οποία δεν είναι δυνατή, ελλείψει του αρμοδίου οργάνου και ζητήσει τον διορισμό προσωρινής διοίκησης από το δικαστήριο .  Σκοπός της διάταξης του άρθρου 69 ΑΚ δεν είναι να αποκτήσει το νομικό πρόσωπο την διοίκηση που του λείπει με αποκλειστικό σκοπό να μην ευρίσκεται για τον υπόλοιπο χρόνο σε κατάσταση ακυβερνησίας,  αλλά να αποτραπούν οι επαπειλούμενες σε βάρος του νομικού προσώπου ή τρίτου επιζήμιες συνέπειες από την υφιστάμενη  αδυναμία διαχείρισης μίας ή περισσοτέρων επειγουσών υποθέσεων,   που όταν υπάρχει δυνατότητα διαχείρισης αυτών, παρόλο που ελλείπει η τακτική διοίκηση του νομικού προσώπου, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του 69 ΑΚ. ( βλ. Ασπρογέρακα Γρίβα ΕΛΛΕΙΨΙΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ σελ. 106)
            Βεβαίως και σε κάθε  περίπτωση, η ανωτέρω, de facto, παράταση της θητείας του απελθόντος  ΔΣ δεν μπορεί να υπερβαίνει ένα εύλογο κατά τις περιστάσεις χρόνο, ο οποίος εν προκειμένω δεν μπορεί να υπερβεί, κατά τις αρχές τις καλής πίστεως, τους δύο (2) το πολύ μήνες,  ( πρβλ την αδημοσίευτη ΜΠρ ΑΘ 322/1994)   .
Συνεπώς όλες οι περί δήθεν  λήξεως θητείας των οργάνων διοικήσεων της ΕΠΟ αιτιάσεις των προσφευγόντων και, συνακόλουθα, και το αίτημα αυτών (προσφευγόντων) για διορισμό προσωρινής διοικήσεως, τυγχάνουν απαράδεκτα, αλυσιτελή και αβάσιμα.

δ/. Άλλως και όλως επικουρικά να παραμείνει με απόφαση του Δικαστηρίου Σας,  η  παρούσα Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΠΟ  η οποία νομιμοποιείται ως  έλκουσα  την εκλογή της από τις αρχαιρεσίες του Οκτωβρίου 2012, περιλαμβάνει  δε στους κόλπους της, πρόσωπα που ανήκουν και στις δύο διεκδικούσες, τις προσεχείς αρχαιρεσίες, σωματειακές παρατάξεις, αποτελούμενη από τους: Τζανόπουλο  Μιχαήλ (Αναπληρωτή Πρόεδρο ως Πρόεδρο), Γαβριηλίδη Δαμιανό, Παππά Ιωάννη, Καραβασίλη Χρήστο, Παπαπετρίδη Αντώνιο, Μαρίνο – Ξανθό  Κωνσταντίνο, Τσιχριτζή Μιχαήλ, Σφακιανάκη Στυλιανό, Αγραφιώτη  Δημήτριο, Παπακωνσταντίνου Ιωάννη και  Βούλγαρη Αργύριο,  οι οποίοι φέρεται να ανήκουν στη μία παράταξη, καθώς  και  τους : Γκίτσιο Κωνσταντίνο, Βακάλη Νικόλαο, Βούρβαχη Γεώργιο, Δημητρίου Παναγιώτη, Σταράκη Γεώργιο, Δέδε Αλέξη και  Ψαρόπουλο Σταύρο , που  φέρεται να ανήκουν στην  δεύτερη παράταξη , πολλοί εκ των οποίων προτείνονται ήδη από τις αντίδικες ΕΠΣ ως μέλη της προσωρινής διοίκησης, όπως επίσης και τον Γεώργιο Στράτο που είναι πρόεδρος της Super League .

V. Κατάδειξη του αβασίμου των αιτιάσεων των αντιδίκων για δήθεν αντίθεση  του  καταστατικού της  ΕΠΟ  στο  νόμο .

α/. Η απόπειρα των αντιδίκων κατά «συνδυαστική ερμηνεία της υπάρχουσας νομοθεσίας» ότι δήθεν  με το άρθρο 15 του Ν. 4326/2015 , επανήλθε σε ισχύ   το άρθρο 24 του Ν. 2725/1999  όπως εν μέρει αυτό είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 30 παρ. 2 του Ν. 3262/2004 και έπαυσε  να ισχύει η παρ. 12 του άρθρου 29 του Ν. 3479/2006 συνιστά, ας μας επιτραπεί η έκφραση, ουδόλως πειστική απόπειρα «δημιουργικής λογιστικής».

Κατ΄ αρχάς, επί τη βάσει του άρθρου 24 του Ν. 2725/1999 και δη της παρ. 4 του άρθρου  αυτού,  έχει νομολογηθεί, σωστά, ότι  ο ν. 2725/1999 δίδει πρωτεύοντα ρόλο στο καταστατικό κάθε σωματείου, ένωσης ή ομοσπονδίας ως προς τα ζητήματα της οργάνωσης και λειτουργίας τους και τη διεξαγωγή των αρχαιρεσιών (βλ. ΕφΑθ 5950/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, προσκομιζόμενη με επίκληση). Κατ αυτήν,  η οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντική, ως αφορώσα υπόθεση που ήχθη (30.5.2005) στα δικαστήρια, ήτοι μετά την  επικαλούμενη από τους αντιδίκους τροποποίηση  του Ν.3262/2004 , «…..σύμφωνα με το ν. 2725/99 "Ερασιτεχνικός και επαγγελματικός Αθλητισμός και άλλες διατάξεις" όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3057/2002: α) Στο άρθρο 24 § 4 ορίζεται ότι με το καταστατικό της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας και με την επιφύλαξη των διατάξεων αυτού του νόμου ρυθμίζονται όλα τα θέματα που αφορούν τις αρχαιρεσίες, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία σύγκλησης  και συμμετοχής των μελών στις συνελεύσεις, τον τρόπο λήψης αποφάσεων σ` αυτές, τα όργανα της ομοσπονδίας, τη συγκρότηση των οργάνων, την λειτουργία και την οργάνωση της ομοσπονδίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα. β) ………………, γ) ……………….. δ) ……………….. Εξ άλλου, αναφορικά με τον ισχυρισμό του εκκαλούντος  ότι οι παραπάνω, δεν ήταν εγγεγραμμένα μέλη στους συνδέσμους αυτούς για χρονικό διάστημα πέραν του έτους πριν την ανακήρυξη τους ως υποψηφίων, ο ισχυρισμός αυτός και το αντίστοιχο αίτημα της αγωγής περί ακυρότητας των παραπάνω αποφάσεων, είναι μη νόμιμα διότι, όπως προαναφέρθηκε και αναφέρεται και στην αγωγή, οι παραπάνω υπέβαλαν υποψηφιότητα, σύμφωνα με το άρθρο 13ο του Καταστατικού όπου είχαν δικαίωμα ως μέλη του απερχόμενου Δ.Σ. χωρίς και την παραπάνω προϋπόθεση, το οποίο καταστατικό μπορεί να έχει διαφορετική ρύθμιση  σύμφωνα με το ως άνω άρθρο 24 § 4 ν. 2725/99 (όπου ορίζεται ότι με το καταστατικό της οικείας αθλητικής Ομοσπονδίας και με την επιφύλαξη των διατάξεων αυτού του νόμου ρυθμίζονται όλα τα θέματα που αφορούν τις αρχαιρεσίες, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία σύγκλησης και συμμετοχής των μελών στις συνελεύσεις, τον τρόπο λήψης αποφάσεων, τα όργανα της Ομοσπονδίας, τη συγκρότηση αυτών κ.λπ.). Δηλαδή με τον παραπάνω νόμο αναδεικνύεται  ο  πρωτεύων ρόλος  του καταστατικού κάθε Σωματείου, Ενώσεως ή Ομοσπονδίας στη λειτουργία και οργάνωση τους και στη διεξαγωγή των αρχαιρεσιών τους. Συνακόλουθα …………..»

Περαιτέρω όμως  και σε κάθε περίπτωση,  η  διάταξη της παρ. 12 του άρθρου 29 του Ν. 3479/2006, τόσο ως διάταξη νεώτερου νόμου όσο και ως ειδικότερη διάταξη καθότι ρητώς και ειδικώς αναφερομένη στην ΕΠΟ κατισχύει ασφαλώς του άρθρου 30 παρ. 2 του Ν. 3262/2004  το οποίο τροποποιήσαν το β΄ εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 24 του Ν. 2725/1999 αναφέρεται γενικώς στις αθλητικές οργανώσεις  και  όχι ειδικώς στην Ε.Π.Ο.
 Ωσαύτως ουδόλως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 15 του Ν. 4326/2015  ότι,  παρά την τροποποίηση  της παρ. 12 του άρθρου 29 του Ν. 3479 /2006,   ο νομοθέτης ηθέλησε να ισχύσει στην ΕΠΟ η διάταξη του άρθρου 30 παρ. 2 Ν. 3262/2004 ή, γενικότερα, ότι ο νομοθέτης θέλησε να επέμβει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στο καταστατικό της ΕΠΟ και την βάσει αυτού εσωτερική οργάνωση, τα των αρχαιρεσιών κλπ.  της  ΕΠΟ.
Χαρακτηριστικά ο νομοθέτης όπου ηθέλησε να επαναφέρει και μάλιστα  προσαρμοσμένες στη σημερινή πραγματικότητα, διατάξεις του Ν.2725/99, έπραξε  αυτό όπως  εύκολα  διαπιστώνεται  από το κείμενο των διατάξεων του Ν. 4326/2015 ως ενδεικτικά  από το άρθρο 2  για την ηλεκτρονική εποπτεία των αθλητικών εγκαταστάσεων,  το άρθρο 5 για τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα κλπ  ενώ  αντιθέτως  και ταυτόχρονα άφησε  σε ισχύ διατάξεις οι οποίες  είναι ανενεργές  από δεκαετία και πλέον ως ενδεικτικά τα άρθρα 85 επ. που αφορούν τις σχέσεις  αθλητών με ΠΑΕ , τα άρθρα 97 επ που αφορούν τις Ενώσεις Επαγγελματικού  Ποδοσφαίρου κλπ.
Επομένως  και  ειδικά ως προς τις διατάξεις του καταστατικού της ΕΠΟ,  με το άρθρο 15 του Ν. 4326/2015 το οποίο απλώς διατήρησε, σύμφωνα με την γενική  σ  αυτό αναφορά στο « Σύνταγμα» και την «κείμενη νομοθεσία», ουδεμία απολύτως αλλαγή επήλθε  που  να δικαιολογεί την αυθαίρετη άποψη των προσφευγόντων ότι δήθεν μετά από αυτό το άρθρο,  όφειλε  η  ΕΠΟ να προσαρμόσει το καταστατικό της στα ορισθέντα υπό του άρθρου 24 παρ. 6 του Ν. 2725/1999 όπως αυτά τροποποιήθηκαν από το άρθρο 30 παρ. 2 του Ν. 3262/2004, ως εάν στην κείμενη νομοθεσία – που αναφέρεται ο Ν. 4326/2015 -  δεν περιλαμβάνονται οι διατάξεις των άρθρων  61 επ του ΑΚ  περί νομικών προσώπων – σωματείων, βάσει των οποίων εγκρίθηκαν με αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις  οι συνεχείς και  σχεδόν ανά διετία από το 1999 μέχρι και σήμερα  τροποποιήσεις διατάξεων του καταστατικού της Ε.Π.Ο.  Άλλωστε,  από της  ισχύος της  διατάξεως  του άρθρου  30  του Ν. 3262/2004, ουδέποτε  στο καταστατικό της ΕΠΟ περιλήφθησαν  αντίστοιχες  προβλέψεις και κατ αυτών ουδείς  ποτέ , έχων  έννομο συμφέρον προσέφυγε, πλην των εδώ σήμερα προσφευγόντων  αντιδίκων.  

Προσέτι,  υπογραμμίζουμε ότι κατά τα λοιπά το άρθρο 15 του Ν. 4326/2015 με ιδιαίτερη έμφαση αναγνωρίζει το προβάδισμα του καταστατικού της ΕΠΟ και των κανονισμών της Παγκόσμιας και Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου μέλος των οποίων αποτελεί η ΕΠΟ και τονίζει την «αυτοδιοικητική λειτουργία» της ΕΠΟ.

Ομοίως,  ότι  για την ΕΠΟ ανέκαθεν υφίστατο   ειδικό ρυθμιστικό   καθεστώς  και  μάλιστα ακόμη  και  εντός της πλειάδας των διατάξεων του Ν.2725/99, προκύπτει και από το γεγονός ότι η Πολιτεία, ευθύς μετά την ψήφιση  του Ν.4326/2015, έχει πολλάκις κατά καιρούς προβάλλει  την αναγκαιότητα  ρύθμισης με νέο νόμο  των θεμάτων  που αφορούν  την  ΕΠΟ μεταξύ των  οποίων  και  τις αρχαιρεσίες  της, τεκμαιρομένης ούτω της επιθυμίας της να αλλάξει το καθεστώς των ισχυόντων διατάξεων του  καταστατικού της ΕΠΟ, τούτο δε μάλιστα και πολύ πρόσφατα με σχέδιο νόμου το οποίου εδόθη σε διαβούλευση τον Μάιο του 2016 .
Επομένως δεν υφίσταται καμία αντίθεση προς το νόμο του καταστατικού της ΕΠΟ, το οποίο ισχύει σήμερα όπως τροποποιήθηκε ουσιαστικά  για τελευταία φορά τον Ιούνιο 2014 και μετέπειτα τον Ιούνιο 2015,  των σχετικών  τροποποιήσεων και κωδικοποιήσεών του εγκριθέντων  αρμοδίως δικαστικώς  και μηδέποτε προσβληθέντων   επί δικαστηρίου, οι δε περί του αντιθέτου αιτιάσεις και ισχυρισμοί των προσφευγόντων είναι καταφανέστατα ανεπέρειστοι και αβάσιμοι.

            β/. Το νόμιμα εγκεκριμένο το καταστατικό της ΕΠΟ. Εναρμονισμένο με το Καταστατικό  την FIFA και εγκεκριμένο  από το αρμόδιο Δικαστήριο της Ελληνικής Πολιτείας. 
Η  Ε.Π.Ο. είναι τριτοβάθμιο αθλητικό σωματείο (Ομοσπονδία). Σύμφωνα με το άρθρο 12 του Συντάγματος (δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι) 1. Oι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια.  Η ελευθερία της σύστασης ενός Σωματείου αποκλείει την προηγούμενη άδεια, ως προϋπόθεση άσκησης του δικαιώματος. Για την σύσταση και κάθε επιγενόμενη τροποποίηση του Καταστατικού του σωματείου, προηγείται  υποχρεωτικά δικαστικός έλεγχος (των διατάξεων του καταστατικού) που εξαντλείται σε επίπεδο νομιμότητας και όχι σκοπιμότητας.
Το ανωτέρω συνταγματικό δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι εξειδικεύεται στις ειδικότερες ελευθερίες: α) ελευθερία της επιλογής  της μορφής της Ένωσης ή του σωματείου, β) ελευθερία επιλογής του σκοπού, γ) ελευθερία σύνταξης και τροποποίησης καταστατικού, δ) ελευθερία (αυτο)διοίκησης της ένωσης ή του σωματείου, που συνίσταται  στο ότι τα μέλη του σωματείου είναι ελεύθερα να καθορίζουν τις διαδικασίες ανάδειξης των διοικητικών τους οργάνων, όπως επίσης και την λειτουργία και  δραστηριότητά του. Απαγορεύεται επομένως οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση στον τομέα αυτό, ε)  ελευθερία  εισόδου και αποβολής μελών, κ.ο.κ.
γ/. Το καταστατικό του σωματείου αποτελεί το θεμελιωδέστερο  στοιχείο της διαδικασίας σύστασης. Είναι το έγγραφο που περιέχει  τους βασικούς κανόνες της λειτουργίας του σωματείου, από τους οποίους τα μέλη του δεν μπορούν να αποκλίνουν. Η   Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (Ε.Π.Ο), ως η ανώτατη αρχή του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα  είναι μέλος της παγκόσμιας συνομοσπονδίας ποδοσφαίρου FIFA από το 1927  και της UEFA και έχει καταστατική υποχρέωση να έχει εναρμονισμένο το Καταστατικό της με αυτά των ανωτέρω υπερκείμενων αρχών. Στο καταστατικό της Ε.Π.Ο. έχει συμπεριληφθεί  γενική καταστατική ρήτρα (άρθρο 2, παρ. 3Α α΄) ότι πρέπει να τελεί σε πλήρη συμμόρφωση με τους Κανονισμούς, τις οδηγίες και τις με τις αποφάσεις των οργάνων  της FIFA  και της UEFAΛόγω δε των πολλαπλών επεμβάσεων της Ελληνικής πολιτείας (δια των διατάξεων των νόμων στα εσωτερικά λειτουργίας του ποδοσφαίρου, η ανάγκη αυτή εναρμόνισης του Καταστατικού (και του τρόπου άσκησης των εκεί προβλεπόμενων λειτουργιών) με αυτό της FIFA εκφράστηκε αρχικά
α) στον  Ν.2433/1996 (ΦΕΚ 180Α΄) και ειδικότερα στο άρθρο 8 που φέρει τον τίτλο «Εναρμόνιση του Καταστατικού της Ε.Π.Ο. με αυτό της  FIFA»  ότι τα κάθε είδους θέματα που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ) ρυθμίζονται  με το Καταστατικό της, το οποίο,  καταρτίζεται, εγκρίνεται και τίθεται σε ισχύ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 78 επ. του Αστικού Κώδικα (στο ίδιο άρθρο στην συνέχεια αναφέρονται  α συγκεκριμένες  δράσεις  και εξουσίες που πέρασαν στην ευθύνη της ΕΠΟ, για την εναρμόνιση του Καταστατικού της με αυτό της FIFA)
β) και στην συνέχεια  με την  παράγραφο 12 του άρθρου 28 του Ν. 3479/2006, στην οποία αναφέρονταν  ότι «ειδικά για το άθλημα  του ποδοσφαίρου όλα τα θέματα λειτουργίας και οργάνωσης του αθλήματος της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και των μελών της ρυθμίζονται αυτόνομα από την Ε.Π.Ο. και τα όργανά της, σύμφωνα με το Καταστατικό και τους Κανονισμούς της, καθώς και αυτούς που καθορίζονται  από την Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια Συνομοσπονδία Ποδοσφαίρου, ακόμη και αν προβλέπονται  διαφορετικές ρυθμίσεις στο ν.2725/1999, όπως ισχύει και στην εν γένει αθλητική νομοθεσία».
  Η δεύτερη των ανωτέρω διατάξεων τροποποιήθηκε και επαναδιατυπώθηκε στον άρθρο 15 του ν. 4326/2015, όπου προβλέπεται ότι:
γ) «Θέματα του ποδοσφαίρου και της οργάνωσης και λειτουργίας της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας ρυθμίζονται από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (Ε.Π.Ο.) στο πλαίσιο της αυτοδιοικητικής της λειτουργίας σύμφωνα με το Καταστατικού και τους Κανονισμούς της , τα οποία πρέπει να είναι εναρμονισμένα με το Σύνταγμα, την κείμενη νομοθεσία,  με δεδομένο ότι η Ε.Π.Ο. διαχειρίζεται τις υποθέσεις της ανεξάρτητα και χωρίς επιρροή από τρίτους και σύμφωνα με τους Κανονισμούς της Παγκόσμιας και  Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου, μέλος των οποίων αποτελεί η ΕΠΟ»
Το ισχύον Καταστατικό της Ε.Π.Ο., στο οποίο προβλέπεται ο τρόπος αντιπροσώπευσης των μελών στην Ειδική Εκλογική  Γενική Συνέλευση αρχαιρεσιών, όπως και όλα τα λοιπά ζητήματα που αφορούν την διενέργεια των αρχαιρεσιών έχει εγκριθεί από την FIFA το έτος 2014 (μετά από εκτεταμένες τροποποιήσεις που επέβαλε ) και αφού εγκρίθηκε αρχικά από την FIFA  και στην συνέχεια από την τακτική Γενική Συνέλευση της Ε.Π.Ο. της 6  Ιουνίου  2014. Στην συνέχεια, ως προελέχθη,  κατατέθηκε στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο Αθηνών, υπέστη τον επιβαλλόμενο έλεγχο νομιμότητας και εγκρίθηκε με την υπ΄αριθ. 209/2015 διαταγή του κ. Ειρηνοδίκη Αθηνών.
Θα πρέπει μάλιστα να σημειωθεί ότι, λόγω μικρών τροποποιήσεων που έλαβαν χώρα στην τακτική Γενική Συνέλευση της Ε.Π.Ο. της 26  Ιουνίου  2015, το τροποποιημένο Καταστατικό εγκρίθηκε εκ νέου κωδικοποιημένο, με την υπ΄αριθ.  153/2016 διαταγή του κ. Ειρηνοδίκη Αθηνών. Η αίτηση για την τροποποίησή του, όπως και η διαταγή με την οποία εγκρίθηκε έλαβαν χώρα έναν (1) χρόνο μετά την ψήφιση του ν.4326/2015 (με την οποία επαναδιατυπώθηκε, κατά τα ανωτέρω η  παράγραφος 12 του άρθρου 28 του Ν. 3479/2006)
Ούτω το  Καταστατικό  της Ε.Π.Ο.  που  περιέχει και την διάταξη  για τον τρόπο αντιπροσώπευσης των Ενώσεων - Μελών της, εγκρίθηκε από τον  δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που είχε την υποχρέωση και την εξουσία (αρμοδιότητα) να το ελέγξει και η έγκριση  του αυτή ισχύει ως προς όλες τις διατάξεις του. Σημειώνεται δε πως είναι γνωστό ότι ο Δικαστής προβαίνει αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας  των διατάξεων του Καταστατικού.
Πέραν των ανωτέρω πρέπει να επισημανθεί   ότι η διάταξη του  άρθρου 30 του ν.3262/2004, που προβλέπει τον τρόπο εκπροσώπησης  των Ενώσεων στις εκλογές των Ομοσπονδιών, είναι μία διάταξη που επεμβαίνει ευθέως και ανεπίτρεπτα στο δικαίωμα των σωματείων να ορίζουν τον τρόπο εκλογής των οργάνων τους.  Επιπλέον είναι και  γενικώς αδρανής και ανεφάρμοστη, καθότι δεν έχει τύχει εφαρμογής ούτε στις λοιπές Ομοσπονδίες, που είναι οργανωμένες  όπως η Ε.Π.Ο. ( ως τριτοβάθμια όργανα).
Τέλος και όλως επικουρικά  το όλο δικαικό σύστημα των κανονισμών της ΕΠΟ  και αυτού του Δικαστηρίου Σας , υπαγορεύει κατ άρθρο  17  (Εφαρμοστέο δίκαιο) :  1. Το Διαιτητικό Δικαστήριο θα κρίνει την διαφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον εφαρμοστέο Κανονισμό και σύμφωνα με το Καταστατικό και τους Κανονισμούς της ΕΠΟ και συμπληρωματικά σύμφωνα με  τα Καταστατικά και τις υποχρεωτικά εφαρμόσιμες για το άθλημα του ποδοσφαίρου οδηγίες της UEFA και FIFA. 2. Τακτικά μέλη και διαιτητές αποδέχονται τον παρόντα Κανονισμό λειτουργίας του Διαιτητικού Δικαστηρίου Ποδοσφαίρου, λειτουργούν και απονέμουν δίκαιο μέσα στα καθοριζόμενα από τον Κανονισμό αυτόν πλαίσια και τους εν γένει οριζόμενους από το Καταστατικό και τους Κανονισμούς της ΕΠΟ, της FIFA και της UEFA και τους εν γένει Κανονισμούς του ποδοσφαίρου κανόνες.
Συνεπώς και σε κάθε περίπτωση είναι απορριπτέος ο συγκεκριμένος λόγος  της υπό κρίση προσφυγής των αντιδίκων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
και για όσους επιφυλασσόμεθα  να προσθέσουμε

ΑΙΤΟΥΜΕΘΑ
Να απορριφθεί η υπό κρίση προσφυγή.
Να επιδικασθεί εις βάρος των προσφευγόντων η  δικαστική μας δαπάνη.

 Αθήνα 7 Οκτωβρίου 2016
Οι  πληρεξούσιοι  Δικηγόροι

Γ. ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
























Νεότερη Παλαιότερη

نموذج الاتصال