ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ: Η βάση του ορθού λόγου
Η περί του « τω όντι όντος» αναζήτηση του ανθρώπου, δηλαδή η αναζήτηση της αλήθειας, αποτελεί ιδιότητα του ανθρώπου σύμφυτη με την ύπαρξή του. Η αναζήτηση της αλήθειας για τον άνθρωπο αλλά και για την παρουσία και διαδρομή του στον κόσμο εξετάζεται από την φιλοσοφία, η οποία με τη σειρά της λειτουργεί στο πλαίσιο δύο βασικών και αλληλοσυγκρουόμενων μεταξύ τους φιλοσοφικών παραδοχών, του ιδεαλισμού και του εμπειρισμού.
Ιδεαλισμός είναι η παραδοχή ότι η αλήθεια μπορεί να αναζητηθεί ως αυθύπαρκτη πνευματική οντότητα εντός του κόσμου των ιδεών, όπως τον δίδαξε ο Πλάτων και τον κατηγοριοποίησε ο Αριστοτέλης, και στη νεότερη εποχή τον επικαιροποίησαν, ως πνευματική πραγματικότητα, ο Καντ και ακολούθως ο Χέγκελ.
Ο ανθρώπινος νους, επειδή ως μηχανισμός σκέψης, γνώσης και λογικών συνειρμών λειτουργεί μέσα στον κόσμο της αισθητής πραγματικότητας, του επιστητού, αδυνατεί να συλλάβει στην ολότητά του τον επέκεινα του επιστητού κόσμο, την απόλυτη διάνοια, την αντικειμενική αλήθεια.
Μπορεί, όμως, μέσω της φιλοσοφίας και της επιστήμης να επιτύχει την πρόοδο της πεπερασμένης διανοίας και έτσι από το πρόσκαιρα «επιστητόν» να έρχεται ολοένα και πλησιέστερα προς το αιώνια «πραγματικά όν», δηλαδή στην απόλυτη αλήθεια.
Σε όλη αυτή την αέναη διαδικασία οι ιδέες είναι αυτές που, αυθύπαρκτα και χωρίς να αποτελούν παράγωγο της γνώσης, της σκέψης ή των αισθήσεων, καθοδηγούν τον ανθρώπινο νού, μέσα από τον κόσμο του επιστητού, προς την διαρκώς εξελισσόμενη γνώση, επίγνωση και αυτοσυνειδησία.
Η αισθητή πραγματικότητα δεν είναι, επομένως, τίποτε άλλο παρά η αντανάκλαση της αυθύπαρκτης ιδέας στον εκάστοτε τόπο και χρόνο, έτσι όπως την προσλαμβάνει και την αντιλαμβάνεται ο ανθρώπινος νους
Εμπειρισμός, αντίθετα, είναι η φιλοσοφική παραδοχή ότι πηγή και έσχατο κριτήριο στην αναζήτηση της αλήθειας είναι η γνώση και η αντίληψη, αφού στη νόηση δεν υπάρχει τίποτα που να μην έχει προηγουμένως γίνει αντιληπτό δια των αισθήσεων ή μέσω λογικών συνειρμών, και επομένως δεν μπορεί να γίνεται λόγος για κάποια υπεραισθητή πραγματικότητα.
Ιδιαίτερη έκφανση του εμπειρισμού είναι ο διαλεκτικός υλισμός, σύμφωνα με τον οποίο η ιδέα δεν είναι αυθύπαρκτη αλλά δημιούργημα του ανθρώπινου νού, ο οποίος είναι και ο μόνος δημιουργός του κόσμου των ιδεών. Ο κόσμος των ιδεών δεν αποτελεί, επομένως, τίποτε άλλο παρά απλή αντανάκλαση του υλικού κόσμου από τον ανθρώπινο νου, σύμφωνα πάντα με ότι αυτός αντιλαμβάνεται ως αληθές και υπαρκτό.
Όμως η ίδια η ιστορία της ανθρωπότητας αποδεικνύει ότι ο εμπειρισμός μπορεί πράγματι να αποτελεί χρήσιμο εργαλείο σκέψης για επιστημονική διεργασία, όμως θέτει σε αυτήν όρια, τα όρια του επιστητού .
Αντίθετα, η ίδια η επιστημονική διεργασία, ως αέναη διαδικασία γνώσης, αντίληψης και δημιουργίας του ανθρώπινου νού, η εξελισσόμενη στο χρόνο με γεωμετρική πρόοδο, χωρίς ωστόσο να φτάνει στην αποκάλυψη της απόλυτης αλήθειας, είναι συγχρόνως και η ισχυρότερη απόδειξη ύπαρξης μιας υπεραισθητής και ακόμη ακατάληπτης για τον ανθρώπινο νού πραγματικότητας, η οποία καταδεικνύει και την υπεροχή του κόσμου των ιδεών έναντι του κόσμου των αντικειμένων, την υπεροχή του ιδεαλισμού έναντι του εμπειρισμού και του διαλεκτικού υλισμού.
Η ιστορία της ανθρωπότητας έχει να επιδείξει πολλές «αλήθειες», οι οποίες αργά ή γρήγορα αντικαθίστανται από νεότερες , πράγμα που αποδεικνύει την αέναη αναζήτηση της πραγματικής, απόλυτης και πέραν της εμπειρικής πραγματικότητας αλήθεια.
Αυτή είναι, άλλωστε, και η πεμπτουσία της σωκρατικής διδασκαλίας: «Εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» .
Αυτός είναι, επίσης, και ο λόγος της συνυφασμένης με την ανθρώπινη ύπαρξη θρησκευτικής πίστης: Ό,τι ο ανθρώπινος νούς δεν μπορεί να ερμηνεύσει, να κατανοήσει και να εξηγήσει με τη δική του λογική, γνώση και εμπειρία, δεν μπορεί όμως και να το αγνοήσει, το ανάγει σε ζήτημα κάποιας υπερβάλλουσας αυτόν πραγματικότητας, την οποία απλώς αποδέχεται, δηλαδή την πιστεύει.
Η υπερβάλλουσα τον ανθρώπινο νου πραγματικότητα είναι η απόλυτη αλήθεια, αυτό που συμβατικά ονομάζουμε «Θεός». Η αποδοχή της ύπαρξης της απόλυτης αλήθειας είναι η πίστη και ο τρόπος προσέγγισής της είναι η θρησκεία.
Οσο, λοιπόν, ο ανθρώπινος νους προοδεύει στην αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας, τόσο θα ανασυντάσσεται και το περιεχόμενο της πίστεως, δηλαδή η διαδικασία της προσέγγισής του με το θείο. Γι΄αυτό η πίστη θα αποτελεί πάντα, και υποχρεωτικά, το επέκεινα της γνώσης πεδίο αναζήτησης του ανθρώπινου νου και τυχόν αμφισβήτηση της αξίας της στην εξελικτική διαδικασία της ανθρωπότητας θα αποτελεί απλώς υποβάθμιση της σχέσης του ανθρώπου προς την αντικειμενική αλήθεια, την απόλυτη διάνοια.
Αυτές οι βασικές για κάθε μορφή πνευματικής αναζήτησης αρχές, εκτός του θεωρητικού, έχουν και απολύτως πρακτικό αποτύπωμα στη ζωή του ανθρώπου, διότι εκτός από θεμέλιο της όποιας ιδεολογικής προσέγγισης για την παρουσία και λειτουργία του στον κόσμο, αποτελούν θεμέλιο και για την εφαρμογή της στην πράξη, δηλαδή την πολιτική.
Ο Ιδεαλισμός, επομένως, αποτελεί την μόνη πρόσφορη φιλοσοφική αφετηρία, την «αναγκαία και ικανή συνθήκη», για κάθε απόπειρα κατανόησης ή και παρέμβασης στο ανθρώπινο γίγνεσθαι, σε επίπεδο είτε θεωρητικών αναζητήσεων, είτε ιδεολογικών προσεγγίσεων, είτε κοινωνικών και πολιτικών παρεμβάσεων .