ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 73/ 24-6-2022 ΑΣΕΑΔ Τμήμα Α’
Δικαστές:
Αγγελική Καμπανάρη Πρόεδρος, Αγγελική Ανέστη Εισηγήτρια.
Δικηγόροι:
Αριστείδης Κανελόπουλος, Ελένη Γονιδάκη, Παναγιώτης Κανελόπουλος.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: Ιωάννης Μαύρος, Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο και στο ΣτΕ - Καθηγητής διαιτησίας καλαθοσφαίρισης
Ι. Με
την από 20-5-2022 προσφυγή του το
προσφεύγον Σωματείο ζήτησε την ακύρωση αποφάσεως του Δευτεροβαθμίου
δικαιοδοτικού οργάνου επί ενστάσεων κακής εφαρμογής κανονισμού παιδιάς της ΕΟΚ
με την οποία απορρίφθηκε η έφεση την οποία άσκησε κατά αποφάσεως του μονομελούς
δικαιοδοτικού οργάνου επί ενστάσεως κακής εφαρμογής κανονισμού παιδιάς.
Επί
της παραπάνω προσφυγής εκδόθηκε η σχολιαζομένη απόφαση η οποία έχει ως εξής:
(Ολόκληρη η απόφαση στην ανάρτηση της 30-6-2022)
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 73/ 24-6-2022
ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α΄
..........
ΑΦΟΥ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη προσφυγή, για την
οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό παραβόλου 509283110952
1117 0067 e-παράβολο),
το προσφεύγον σωματείο ζητεί, να ακυρωθεί η με αριθμό 2/11-05-2022 απόφαση του
Δευτεροβάθμιου Δικαιοδοτικού Οργάνου επί Ενστάσεων Κακής Εφαρμογής Κανονισμού
Παιδιάς της Κεντρικής Επιτροπής Διαιτησίας (Κ.Ε.Δ.) της Ελληνικής Ομοσπονδίας
Καλαθοσφαίρισης (Ε.Ο.Κ.). Με την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε έφεση του
προσφεύγοντος σωματείου κατά της από 04-05-2022 απόφασης του Πρωτοβάθμιου
Μονομελούς Δικαιοδοτικού Οργάνου επί Ενστάσεων Κακής Εφαρμογής Κανονισμού
Παιδιάς της Κ.Ε.Δ., με την οποία έγινε δεκτή ένσταση του αθλητικού σωματείου με
την επωνυμία «Α.Ο. ΔΑΦΝΗΣ» κατά του κύρους και του αποτελέσματος του αγώνα για
το πρωτάθλημα της Γ΄ Εθνικής Κατηγορίας Ανδρών, που διεξήχθη στην
Καλλιθέα στις 20.04.2022 και ώρα 15:00 μεταξύ του προσφεύγοντος σωματείου
«ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΙΚΑΡΟΣ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ» και του τελευταίου ως άνω σωματείου «Α.Ο.
ΔΑΦΝΗΣ».
...........
Από τις προαναφερθείσες διατάξεις συνάγεται ότι το Συμβούλιο
(Α.Σ.Ε.Α.Δ.) είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των προσφυγών κατά αποφάσεων των
Δ.Σ. των αθλητικών ενώσεων, των επαγγελματικών συνδέσμων και των Ομοσπονδιών,
καθώς και κατά των αποφάσεων των οργάνων των παραπάνω ενώσεων, συνδέσμων και
ομοσπονδιών, που προβλέπονται από το καταστατικό τους, εφόσον οι αποφάσεις
αυτές δεν χρήζουν επικύρωσης από τα διοικητικά τους συμβούλια. Όλες οι παραπάνω
αποφάσεις προσβάλλονται στο Α.Σ.Ε.Α.Δ. εφόσον αφορούν την επιβολή των κάθε
είδους ποινών ή κυρώσεων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, την εγγραφή ή τη μεταγραφή
αθλητών, τη βαθμολογική ή την αγωνιστική θέση των αθλητικών σωματείων ή την
εφαρμογή των νόμων και των κανονιστικών διατάξεων. Επίσης προσβάλλονται και οι
αποφάσεις των
πρωτοβάθμιων δικαιοδοτικών οργάνων του άρθρου 119, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο
121 του παρόντος. Εξάλλου, σύμφωνα με τον Κανονισμό της καθής Ομοσπονδίας,
τον Κανονισμό Διαιτησίας αυτής, που αποτελούν πράξεις κανονιστικού
περιεχομένου, ορίζεται ως πρωτοβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο, στα πλαίσια των όσων
ορίζονται στο άρθρο 44 του ν. 2725/1999, ειδικώς και μόνο για την
εκδίκαση ενστάσεων που αφορούν την κακή εφαρμογή του Κανονισμού Παιδιάς,
ήτοι για τεχνικού χαρακτήρα θέμα, εκείνο της Κεντρικής Επιτροπής Διαιτησίας (Κ.Ε.Δ.)
υπό μονομελή σύνθεση, οι αποφάσεις του οποίου προσβάλλονται με έφεση ενώπιον
του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου της ιδίας Επιτροπής. Συνεπώς, ενόψει
του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του Μονομελούς Δικαιοδοτικού Οργάνου της
Κεντρικής Επιτροπής Διαιτησίας (Κ.Ε.Δ.) υπόκειται σε έφεση ενώπιον του
δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου της ίδιας Επιτροπής, το παρόν Συμβούλιο
στερείται αρμοδιότητας για την εκδίκαση της υπό κρίση διαφοράς και συνεπώς η
κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, κατ’ αποδοχή του
ισχυρισμού της καθής Ομοσπονδίας και απορριπτομένου του προβαλλομένου με το
υπόμνημα ισχυρισμού του προσφεύγοντος αθλητικού σωματείου ότι η ρύθμιση του
άρθρου 54 παρ. 8 της Ε.Ο.Κ. έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 8 παρ. 1 του
Συντάγματος, εφόσον στερείται της δυνατότητας προσφυγής στο μονομελές όργανο
του άρθρου 119 του ν. 2726/1999 και ακολούθως στο παρόν Συμβούλιο κατά το
άρθρο 124 του ν. 2726/1999, διότι κατ’ αρχήν η προσφυγή στη διαιτησία δεν
αντιβαίνει στο άρθρο 8 παρ. 1 του Συντάγματος, που εφαρμόζεται εν προκειμένω
αναλογικά, (σχετ. Α.Σ.Ε.Α.Δ. 65/2018, Α.Σ.Ε.Α.Δ. 88/2005). Σε κάθε περίπτωση αν
ο νομοθέτης επιθυμούσε να προσβάλλονται οι αποφάσεις του δευτεροβάθμιου
δικαιοδοτικού οργάνου εκδίκασης
των ενστάσεων κακής εφαρμογής των Κανονισμών Παιδιάς, στο Α.Σ.Ε.Α.Δ. θα
το προέβλεπε ρητά. H άποψη αυτή ενισχύεται και από το άρθρο 1 παρ. 13 του Α’ Κεφαλαίου
του Κανονισμού Διαιτησίας Καλαθοσφαίρισης αναφορικά με τον πειθαρχικό έλεγχο
των διαιτητών όπου ορίζεται ρητά ότι «οι αποφάσεις που λαμβάνει η Κ.Ε.Δ.
κατά την διαδικασία του πειθαρχικού ελέγχου είναι οριστικές και προσβάλλονται
σε δεύτερο βαθμό ενώπιον του Α.Σ.Ε.Α.Δ. Τέλος το παράβολο που καταβλήθηκε
πρέπει να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ( άρθρο 126 παρ. 1 του ν.
2725/1999).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
-Απορρίπτει την προσφυγή και την πρόσθετη
παρέμβαση
-Διατάσσει να καταπέσει το παράβολο που
καταβλήθηκε.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στο Μαρούσι στις 23-6-2022 και
δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο στις 24-6-2022.
ΙΙ. Με την
παραπάνω απόφαση η προσφυγή κρίθηκε ως απαράδεκτη, κατ’ αποδοχή του ισχυρισμού
της καθ’ ης Ομοσπονδίας, με την σκέψη ότι το ΑΣΕΑΔ στερείται αρμοδιότητας για
την εκδίκαση της συγκεκριμένης διαφοράς λόγω του γεγονότος ότι η προσβαλλομένη
απόφαση του Μονομελούς δικαιοδοτικού οργάνου της Κεντρικής Επιτροπής Διαιτησίας
(ΚΕΔ), υπόκειται σε έφεση ενώπιον του Δευτεροβαθμίου δικαιοδοτικού οργάνου της
ίδιας Επιτροπής.
ΙΙΙ. Εν
όψει των ανωτέρω, η νομική θεώρηση που διατυπώνεται στην δημοσιευομένη απόφαση,
ότι δηλαδή το ΑΣΕΑΔ στερείται αρμοδιότητος επί αποφάσεων του Δευτεροβαθμίου
δικαιοδοτικού οργάνου της ΚΕΔ, είναι καινοφανής και αντίθετη στην διαμορφωμένη
από ετών νομολογία του ίδιου Συμβουλίου με σειρά αποφάσεών του.
Ειδικότερα στην υπ’ αριθ. 40/23-6-2021 απόφαση
του ιδίου τμήματος του ΑΣΕΑΔ, επί ίδιας ενστάσεως, με την οποία τέθηκε ο
ισχυρισμός ότι το ΑΣΕΑΔ στερείται αρμοδιότητας, καθόσον οι αποφάσεις των
οργάνων διαιτησίας είναι οριστικές, η δε προσβαλλομένη απόφαση είναι του Δευτεροβαθμίου οργάνου της ΚΕΔ κατά της
οποίας δεν προβλέπεται οποιοδήποτε ένδικο μέσον, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε
ως αβάσιμος, διότι, κατά την ανωτέρω απόφαση το ΑΣΕΑΔ είναι αρμόδιο για την
εκδίκαση των προσφυγών, μεταξύ άλλων, και κατά αποφάσεων των οργάνων των
αθλητικών ομοσπονδιών, που προβλέπονται από το καταστατικό τους, εφόσον οι αποφάσεις
αυτές δεν χρήζουν επικύρωσης από τα
διοικητικά του συμβούλια (οριστικές αποφάσεις), και αφορούν, μεταξύ άλλων, την
βαθμολογική ή αγωνιστική θέση των αθλητικών σωματείων, όπως ήταν και η
προσβαλλομένη απόφαση.
Στην ίδια απόφαση μάλιστα
υπάρχει και η εξής συνεχόμενη σκέψη: «εξάλλου το γεγονός ότι με τον
κανονισμό διαιτησίας της ΕΟΚ προβλέπεται και δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο
εκδίκασης των ενστάσεων κακής εφαρμογής των κανονισμών παιδιάς, δεν αναιρεί την
αρμοδιότητα του ΑΣΕΑΔ όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του νόμου 2725/1999 το
οποίο λειτουργεί στην Γενική Γραμματεία Αθλητισμού ως Δευτεροβάθμιο πειθαρχικό
και δικαιοδοτικό όργανο».
Σύμφωνα με την
προαναφερόμενη επομένως απόφαση η διάταξη που περιέχεται στο άρθρο 54 παρ. 8
του εσωτερικού κανονισμού της ΕΟΚ με την οποία απαγορεύεται η προσβολή των
αποφάσεων του δευτεροβαθμίου δικαιοδοτικού οργάνου ενώπιον του ΑΣΕΑΔ είναι μη νόμιμη.
Από τα παραπάνω εύκολα
διαπιστώνεται ότι το ίδιο τμήμα του ΑΣΕΑΔ εξέδωσε δύο αποφάσεις επί του ιδίου
θέματος εκ διαμέτρου αντίθετες.
Το θέμα της αρμοδιότητας ή
όχι του ΑΣΕΑΔ που κρίθηκε διαφορετικά με τις παραπάνω δύο αποφάσεις είναι
ιδιαίτερα σημαντικό κι αυτό γιατί εάν οι αποφάσεις του Δευτεροβαθμίου
δικαιοδοτικού οργάνου της ΚΕΔ είναι πράγματι ανέκκλητες, όπως κρίθηκε με την
τελευταία σχολιαζόμενη απόφαση, τούτο
δημιουργεί την απόλυτη εξουσία στα τρία μέλη της ΚΕΔ, τα οποία λειτουργούν, όχι
μεμονωμένα, αλλά ως επιτροπή, να αποφασίζουν ανέκκλητα επί ιδιαιτέρως
σημαντικών θεμάτων τα οποία μπορούν να κρίνουν το μέλλον μιάς ομάδας αλλά και
των διαιτητών, αφού έχουν επίσης το δικαίωμα της τιμωρίας τους με απόφαση τους.
Είναι γνωστό ότι τα μέλη
της ΚΕΔ εκλέγονται από την διοίκηση της ομοσπονδίας και επομένως ο εκάστοτε
πρόεδρος της ομοσπονδίας έχει θεωρητικά την δυνατότητα, μέσω της ΚΕΔ, να
ελέγχει-παρεμβαίνει και στον τομέα αυτόν καθιστώντας την δυνατότητα προσφυγής
σε άλλο ανεξάρτητο δικαιοδοτικό όργανο αδύνατη.
IV. Η σχολιαζομένη απόφαση αποκτάει μάλιστα
ιδιαίτερη βαρύτητα και εκ του ότι στην προσφυγή επί της οποίας εξεδόθη γίνεται
εκτενής αναφορά στο θέμα της αρμοδιότητας του Συμβουλίου και στην σχετική
νομολογία, κάτι το οποίο είχε ευχερώς την δυνατότητα να ελέγξει το δικάσαν
Συμβούλιο. Υπήρχε μάλιστα, εν προκειμένω,
η δυνατότητα λόγω των διαφορετικών απόψεων επί του θέματος αυτού, το
συγκεκριμένο τμήμα να παραπέμψει την υπό κρίσιν υπόθεση στην Ολομέλεια του
ΑΣΕΑΔ προκειμένου να επιλυθεί οριστικά το κρινόμενο ζήτημα.
V. Η
παραπάνω προσέγγιση της σχολιαζομένης αποφάσεως μπορεί όμως να δημιουργήσει και
ένα κύκλο δικών οι οποίες θα απευθύνονται ενώπιον του αρμοδίου πλέον Πολιτικού
δικαστηρίου προκειμένου να κριθούν, αφού το Αθλητικό δικαστήριο θεωρεί εαυτόν
αναρμόδιο. Διότι, τυχόν αντίθετη
παραδοχή, ότι δηλαδή ούτε ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων μπορούν να
προσβληθούν οι αποφάσεις των οργάνων της ΚΕΔ, θα παραβίαζε ευθέως το δικαίωμα
δικαστικής προστασίας του άρθρου 8 του Συντάγματος, πράγμα που δεν μπορεί να
καλυφθεί ούτε και με επίκληση του άρθρου 131 Ν. 2725/1999 περί υποχρεωτικής
ρήτρας διαιτησίας, την οποία μόνο η νόμιμη παρέμβαση του ΑΣΕΑΔ στην όλη
«διαιτητική» διαδικασία θα μπορούσε με τρόπο συνταγματικά ανεκτό να
νομιμοποιήσει.
Έτσι
όμως, αντί οι σημαντικές αυτές αθλητικές διαφορές να κρίνονται από το καθ’ ύλην
αρμόδιο δικαστήριο, με το κύρος και την βαρύτητα των ανωτέρων και ανωτάτων
δικαστικών που το απαρτίζουν (ΑΣΕΑΔ), θα καταλήξει να κρίνονται από τα Πολιτικά
δικαστήρια δηλαδή το Ειρηνοδικείο που είναι αρμόδιο κατά την πολιτική δικονομία.
Αθήνα
5-7-2022