Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την
αμοιβαία μετακίνηση τακτικών δικαστών ανάμεσα στην Επιτροπή Δεοντολογίας της
ΕΠΟ και το πειθαρχικό όργανο της πρώην ΕΠΑΕ με απόφαση της ΕΠΟ αποδεικνύει το πόσο εύκολα η ελλειπής νομοθέτηση μπορεί να προκαλέσει
αρνητικά για την έννομη τάξη μας αποτελέσματα.
Όταν στην ημερίδα του ΙΔΕΑΔ της
2-10-2015 επισημαίναμε τις παραλείψεις του ν. 4326/2015 (κυρίως του άρθρου 5
παρ.1 του νόμου) σχετικά με τις απαιτούμενες από το Σύνταγμα (άρθρο 89 παρ.2)
εγγυήσεις για την λειτουργία των τακτικών δικαστών στην ΕΠΟ, λίγο - πολύ είχαμε
κατηγορηθεί για θεωρητικολογία.
Μεταξύ των πολλών άλλων
ατελειών του νόμου είχαμε ιδιαιτέρως επισημάνει τους κινδύνους που εγκυμονεί
για την έννομη τάξη το άρθρο 5 παρ.1 που είχε τότε ως εξής: «1. Μέσα σε
προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος και κατόπιν απόφασης του αρμοδίου οργάνου της
ΕΠΟ, η οποία πρέπει να ληφθεί εντός της ίδιας προθεσμίας, ανασυγκροτούνται
τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου, αποτελούμενα εφεξής από τακτικούς δικαστές με βαθμό Πρωτόδικη στα
πρωτοβάθμια όργανα και Προέδρου Πρωτοδικών στα δευτεροβάθμια όργανα, με τριετή θητεία η οποία δεν
ανανεώνεται. Αμφότεροι επιλέγονται και ορίζονται από την ΕΠΟ από κατάλογο που
συγκροτεί και αποστέλλει σε αυτήν ο Προϊστάμενος του Πρωτοδικείου Αθηνών ή άλλο
αρμόδιο δικαστικό όργανο.»
Και να που έφτασε το πλήρωμα του
χρόνου για να αποδειχθεί και η σημαντικότατη πρακτική σημασία των όσων τότε
είχαμε επισημάνει ως νομοθετική αβελτηρία, τα οποία οφείλουμε να υπενθυμίσουμε
υπό το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων, όχι για αυτοεπιβεβαίωση, αλλά
αποκλειστικά και μόνο για να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη στην, υποχρεωτική πλέον, επικείμενη νέα
νομοθέτηση του ίδιου ζητήματος:
1.Το γράμμα και νόημα του άρθρου
89 παρ.2 του Συντάγματος
( Αποσπάσματα από την εισήγηση
του μέλους του ΔΣ του ΙΔΕΑΔ Σπύρου Χριστοφορίδη στην ημερίδα της 2-10-2015 περί
της ορθής ερμηνείας και εφαρμογής του Συντάγματος σε περιπτώσεις διορισμού
τακτικών δικαστών σε μη δικαστικά όργανα)
…..
Η ένταξη της επιφύλαξης της παραγράφου 2 του άρθρου 89 του
Συντάγματος στις ειδικές επιφυλάξεις, δε στερείται, βέβαια, ουσιαστικού
νοήματος. Αυτό σημαίνει ότι για
να είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα μια τέτοια νομοθετική πρόβλεψη, πρέπει να
ορίζεται ρητά στον κοινό νόμο η συμμετοχή των δικαστικών λειτουργών, το
συγκεκριμένο πειθαρχικό ή δικαιοδοτικό όργανο στο οποίο αυτοί συμμετέχουν, ο
αριθμός τους και τα καθήκοντα τα οποία αναλαμβάνουν. Με
άλλα λόγια, δεν πληροί τις προϋποθέσεις του Συντάγματος μια γενική διάταξη η
οποία καλύπτει ένα αόριστο αριθμό οργάνων και αναφέρεται γενικά και αόριστα στη
συμμετοχή δικαστικών λειτουργών σε αυτά, αλλά θα πρέπει η νομοθετική πρόβλεψη
να γίνεται ad hoc.
Υπό το πρίσμα αυτής της ερμηνείας του Συντάγματος, φρονούμε ότι πρέπει να γίνει και η συνταγματική
αξιολόγηση των διατάξεων του άρθρου 5 του νέου Ν. 4326/2015 για τα πειθαρχικά
και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου. Με τις διατάξεις αυτές, οι οποίες
τροποποίησαν τα άρθρα 119 και 127Β του Ν. 2725/1999, προβλέφθηκε ότι τα πειθαρχικά
και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου ανασυγκροτούνται
κατόπιν απόφασης του αρμοδίου οργάνου της Ε.Π.Ο., και αποτελούνται εφεξής
από τακτικούς δικαστές….
2. Παραβιάσεις της συνταγματικής επιταγής
από το άρθρο 5 παρ.1 ν. 4326/2015
( Απoσπάσματα από την εισήγηση του μέλους του
ΙΔΕΑΔ Χρήστου Γρόλλιου στην
ημερίδα της 2-10-2015)
…
Από μια πρώτη ανάγνωση των
παραπάνω διατάξεων της πρώτης παραγράφου προκύπτει ότι το περιεχόμενό της από
μόνο του δεν ικανοποιεί τα κριτήρια της ειδικότητας του νόμου που αξιώνει η
αναλυθείσα διάταξη του άρθρου 89 παρ.2 του Συντάγματος. Είναι δε προφανές ότι το Σύνταγμα
μόνο στον νομοθέτη εκχωρεί το δικαίωμα για τον προσδιορισμό των παραπάνω
και όχι σε ιδιωτικούς οργανισμούς όπως είναι η ΕΠΟ.
Όμως, ακόμη και αν δεν υπήρχε ο
συνταγματικός περιορισμός, η παραπάνω διάταξη θα ήταν και πάλι προβληματική,
αφού με αυτή τη γενική και αόριστη αναφορά στους τακτικούς δικαστές ο
νομοθέτης δεν προσδιορίζει το ρυθμιστικό πεδίο της παρέμβασής του και
δημιουργεί εξ αρχής σύγχυση, ασάφεια και
ανασφάλεια για το δέον γενέσθαι στο χώρο του ποδοσφαίρου, υπεξουσιοδοτώντας
ουσιαστικά την ΕΠΟ, κατά
τρόπο νομικά και συνταγματικά ανεπίτρεπτο,
να κρίνει πότε, που και με ποιες προϋποθέσεις θα τοποθετηθούν και θα
λειτουργήσουν οι τακτικοί δικαστές στο ποδόσφαιρο.
…
Διότι σε καμία περίπτωση ο νόμος δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει
απλά και μόνο μια δεξαμενή τακτικών δικαστών, μέσα από την οποία η ΕΠΟ θα
επιλέξει ποιους και που θα χρησιμοποιήσει. Κάτι τέτοιο προσβάλλει όχι μόνο
την συνταγματική επιταγή για την προστασία του κύρους του δικαστή που
εξειδικεύεται με το άρθρο 89 του Συντάγματος αλλά και αυτή την ίδια την έννοια
της Δικαιοσύνης.
3. Το νομοθετικό
έλλειμμα άλλοθι νομιμότητας για την ΕΠΟ
( Αποσπάσματα από την
επιστολή της ΕΠΟ σχετικά με την μετακίνηση τακτικών δικαστών μεταξύ δύο
δικαιοδοτικών οργάνων)
Οσα, προφητικά, τότε είχαμε
επισημάνει έγιναν, δυστυχώς, αυτολεξεί πραγματικότητα, διότι, προφανώς, δεν
πείσαμε τότε την Πολιτεία για την ορθότητα των επιχειρημάτων μας.
Το μόνο που κατάφεραν, ενδεχομένως,
να υποκινήσουν σε νομοθετικό επίπεδο οι παραπάνω επισημάνσεις μας, όχι μόνο για
το νομοθετικό έλλειμμα του άρθρου 5 παρ.1, αλλά και για το γενικότερο έλλειμμα
συντονισμού και προσαρμογής των νέων διατάξεων προς τις ήδη υπάρχουσες, οι οποίες άμεσα επιβεβαιώθηκαν και στην πράξη
με το θέμα στελέχωσης του Διαιτητικού Δικαστηρίου της ΕΠΟ, ήταν η άμεση
τροποποίηση του Ν.4326/2015 με το άρθρο 67 Ν.4356/2015, σε σχέση με την
στελέχωση του παραπάνω οργάνου, δυστυχώς όμως και πάλι χωρίς την τήρηση των
απαραίτητων για τους τακτικούς δικαστές συνταγματικών εγγυήσεων.
Πρακτικό αποτέλεσμα όλων των παραπάνω
παραλείψεων ήταν να αφήνει ο νόμος ευρύ πεδίο δράσης στην ΕΠΟ όσον αφορά στην
στελέχωση των δικαιοδοτικών οργάνων του ποδοσφαίρου. Και δεν θα μπορούσε κανείς
να της επιρρίψει ευθύνη για κάτι που ο νόμος δεν της απαγορεύει. Αντίθετα, η
νομοθετική παράλειψη της επέτρεψε όχι μόνο να υπερασπίζεται την νομιμότητα των
πράξεών της αλλά να εξυψούται και σε τιμητή
της νομιμότητας, όπως προκύπτει από τα παρακάτω αποσπάσματα της σχετικής
επιστολής της:
« ……
Καμία παρέμβαση της ΕΠΟ στην
Δικαιοσύνη δεν υπάρχει ….
Τι
υπάρχει; Η ανταπόκριση της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας σε ένα
διαχρονικό αίτημα της Ένωσης Β΄ Εθνικής Κατηγορίας, κατατεθειμένο στην Ε.Π.Ο. …
να αντικατασταθεί, με τον πλέον αποδεκτό τρόπο, το αναπληρωματικό μέλος της
Πειθαρχικής Επιτροπής της Ένωσης Β΄ Εθνικής κατηγορίας... (το οποίο) διόρισε
στην Πειθαρχική Επιτροπή της Ένωσης Β΄ Εθνικής η Ε.Π.Ο. με απόφαση της
Επιτροπής Εκτάκτων Θεμάτων στις 02.09.2015 (Νο 52) από τη λίστα των αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής Δεοντολογίας,
όπως αυτά είχαν εκλεγεί στην Γενική Συνέλευση της Ε.Π.Ο. στις 28.08.2015.
Τότε,
«η καλή» Επιτροπή Εκτάκτων Θεμάτων όρισε
τακτικούς δικαστές με διαδικασίες Ε.Π.Ο. χωρίς να υφίσταται κανένα
πρόβλημα, μιας και δεν λάβαμε καμία σχετική επιστολή «διαμαρτυρίας» από εσάς ή
κανένα άλλο «σοβαρά ασχολούμενο με την υπεράσπιση της νομιμότητας στην Ελλάδα».
Στις
01.08.2016 «η κακή» Επιτροπή Εκτάκτων Θεμάτων
αποφάσισε, πάλι με διαδικασίες Ε.Π.Ο., μετά από δύο επίσημα έγγραφα και
δεκάδες προφορικά αιτήματα της Ένωσης Β΄ Εθνικής Κατηγορίας, να προχωρήσει στην
αμοιβαία μετάθεση των δύο μελών της
Πειθαρχικής Επιτροπής της Ένωσης Β΄ Εθνικής Κατηγορίας …στη σύνθεση της
Επιτροπής Δεοντολογίας, ως τακτικά μέλη, με την ταυτόχρονη μετακίνηση δύο μελών
της Επιτροπής Δεοντολογίας … στην Πειθαρχική Επιτροπή της Ένωσης Β΄ Εθνικής
Κατηγορίας, ως τακτικό και αναπληρωματικό μέλος.
Σημειωτέον
πως και οι τέσσερις, ως άνω, ομοιόβαθμοι τακτικοί δικαστές έχουν εκλεγεί στα
τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας από τη Γ.Σ. της
Ε.Π.Ο. στις 28.08.2016
Καμία εκλογή δεν καταργήθηκε, καμία
τριετής θητεία δεν καταργήθηκε, καμία τοποθέτηση με βάση αποκλειστικά την
αρχαιότητα δεν ανακλήθηκε, καμία προσβολή προς τη Δικαιοσύνη δεν συντελέστηκε.
Όλοι
οι εκλεγμένοι τακτικοί δικαστές παραμένουν στις κατά περίπτωση Επιτροπές για
τις οποίες εκλέχτηκαν και κανείς από την Ε.Π.Ο. δεν διανοήθηκε να προχωρήσει σε
καμία ακύρωση εκλογής ή άλλη παράνομη, όπως αυθαίρετα, ισχυρίζεστε πράξη.
…..Η
Ε.Π.Ο. απέδειξε την εμπιστοσύνη της προς τους δικαστές τοποθετώντας τους στις
θέσεις με αποκλειστικό κριτήριο την αρχαιότητα ( απόφαση της Επιτροπής Εκτάκτων
Θεμάτων της Ε.Π.Ο. στις 04.09.2015/Νο 53), όπως αυτή μας διαβιβάστηκε από τον
Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών.»
4. Η καθυστερημένη
αντίδραση του δικαστικού σώματος
Η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων και
τα θεσμοθετημένα όργανα διοίκησης της δικαιοσύνης έχουν και αυτά μεγάλο μερίδιο
ευθύνης, αν όχι το μεγαλύτερο, για τον τραγέλαφο που δημιουργήθηκε. Διότι ενώ
εξ αρχής γνώριζαν τα ελλείμματα της συγκεκριμένης νομοθέτησης, κυρίως σε σχέση
με την τήρηση των απαιτούμενων συνταγματικών εγγυήσεων για τη λειτουργία των τακτικών δικαστών στο
ποδόσφαιρο, ουδέποτε αντέδρασαν με αποφασιστικότητα για την προάσπιση της
συνταγματικής τάξης.
Η έστω και καθυστερημένη αντίδραση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, επιβεβαιώνει πάντως πλήρως τις επισημάνσεις του ΙΔΕΑΔ, αφού επί λέξει αναφέρει ότι η Ενωση: «Συμμερίζεται απόλυτα τις επιφυλάξεις σχετικά με τη διάταξη του άρθρου 5 ν. 4326/2015, όπως διατυπώθηκαν στην υπ’ αριθμό 3/2015 Διοικητική Ολομέλεια του Πρωτοδικείου Αθηνών και αφορούν στο επιτρεπτό ορισμού από μη δικαστικά όργανα (όπως η Ε.Π.Ο.) εν ενεργεία τακτικών δικαστικών λειτουργών ως μελών δικαιοδοτικών – πειθαρχικών οργάνων. Η αντικατάσταση και μετακίνηση ωστόσο δικαστικών λειτουργών από τα παραπάνω μη δικαστικά όργανα, ανάλογα με το εάν αυτά κρίνουν ότι εξυπηρετούνται έτσι καλύτερα οι υποθέσεις τους, ξεπερνάει κατά πολύ τις παραπάνω ενστάσεις και επιφυλάξεις μας και αγγίζει τα όρια της αυθαιρεσίας. Ήδη μας έχει κοινοποιηθεί η από 8-8-2016 επιστολή του Προϊσταμένου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών που εκφράζει όμοιες απόψεις.
Ζητούμε από την
Πολιτεία να αναλάβει νομοθετική πρωτοβουλία ώστε να αρθούν τα προβλήματα και οι
δυσλειτουργίες που δημιουργεί η πιο πάνω διάταξη του ν. 4326/2015.
Καλούμε τους
συναδέλφους που υπηρετούν στα παραπάνω όργανα να μην δεχθούν καμία μεταβολή ή
μετακίνηση από τις ορισθείσες αρχικά θέσεις τους, τη στιγμή μάλιστα που ο ν.
4326/2015 δεν προβλέπει καμία διαδικασία αντικατάστασης ή εσωτερικής
μετακίνησης των συγκροτούντων τα δικαιοδοτικά – πειθαρχικά όργανα εν ενεργεία
δικαστικών λειτουργών.»
Αυτή
η αντίδραση ήλθε όμως πολύ αργά και αφού η ζημιά στην νομιμότητα και την
συνταγματική τάξη είχαν ήδη επέλθει. Από την στιγμή που η νομοθετούσα Πολιτεία
επέτρεψε σε μη δικαστικά όργανα να διορίζουν σε θέσεις τακτικούς δικαστές χωρίς
τις εγγυήσεις του Συντάγματος, ήταν βέβαια απόλυτα αναμενόμενο τα ίδια αυτά
όργανα (εν προκειμένω η ΕΠΟ) να προβαίνουν με επίφαση νομιμότητας και σε τυχόν
τροποποιήσεις της αρχικής τους απόφασης, όταν μάλιστα ο νόμος δεν τους θέτει
κάποιο ειδικότερο περιορισμό.
5. Το νομικό και πολιτικό αδιέξοδο της Πολιτείας
5. Το νομικό και πολιτικό αδιέξοδο της Πολιτείας
Η
αντίδραση της Πολιτείας στο δημιουργηθέν από την ελλειπή νομοθέτηση
πρόβλημα δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Αντί να προχωρήσει στην άμεση και συνολική
παραδοχή και διόρθωση των συνταγματικά ανεπίτρεπτων νομοθετικών σφαλμάτων της,
όπως της τα είχαμε επισημάνει, περιόρισε την αντίδρασή της μόνο στο πολιτικό
πεδίο, με την σύνταξη καυστικών ανακοινώσεων και επιστολών και την τέλεση άλλων
μη νομοθετικών ενεργειών, που φυσικά εξ αντικειμένου δεν μπορούν να λύσουν το
νομικό πρόβλημα που προέκυψε. Αντίθετα, το σύνολο αυτών των ενεργειών μοιραία μετακίνησαν την Πολιτεία από την θέση του
ελεγκτή και ,πολύ περισσότερο, του εγγυητή της νομιμότητας σε θέση ενός από
τους αντιπάλους της όντως παρανομούσας διοίκησης της ΕΠΟ, δηλαδή στη θέση ενός
από τους μετόχους του προβλήματος.
Αποκορύφωμα της σπασμωδικής
αντίδρασης της Πολιτείας στο πρόβλημα που η ίδια με τα νομοθετικά της σφάλματα
δημιούργησε, αλλά και απόδειξη του αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει, είναι η
πρόσφατη απόφαση για προσωρινή διακοπή, αναστολή ή αναβολή του πρωταθλήματος.
Διότι άν αυτό είναι για την Πολιτεία η ύστατη γραμμή άμυνας απέναντι στη
αποδεδειγμένα διεφθαρμένη διοίκηση της ΕΠΟ, τότε η διαφθορά στο ποδόσφαιρο
είναι ο αδιαφιλονίκητος νικητής, αφού με την απόφαση αυτή είναι σαν να
παραδέχεται η Πολιτεία ότι δεν έχει άλλα νομικά μέσα για να αντιμετωπίσει όσους
προωθούν την διαφθορά στο ποδόσφαιρο, και επομένως τιμωρεί το ίδιο το
ποδόσφαιρο, εφόσον αυτό διοικείται από διεφθαρμένα πρόσωπα
Και το χειρότερο, το κάνει με ένα
τρόπο εμφανώς προσχηματικό, αφού τα γεγονότα που περιγράφει ως λόγους της
παρέμβασής της (εκατέρωθεν επιστολές, ανακοινώσεις, κακή λειτουργία οργάνων κλπ),
αξιολογούμενα νομικά υπό το πρίσμα του συνόλου των ισχυουσών για την
καταπολέμηση της βίας διατάξεων, δεν μπορούν να αποτελέσουν, και ουδέποτε μέχρι
τώρα αποτέλεσαν, αντικειμενικά πρόσφορη αιτία δημιουργίας εξαιρετικών
περιπτώσεων βίας, όπως απαιτεί το άρθρο
5 παρ.1 Ν. 4049/2012 στο οποίο επιστηρίζεται νομικά η εν λόγω διοικητική πράξη.
Επιπροσθέτως, από το σύνολο των
προβλέψεων της παραπάνω διατάξεως (άρθρο 5 παρ.1 Ν. 4049/2012), προκύπτει με
αρκετή ενάργεια, ότι τα εκεί προβλεπόμενα μέτρα αναφέρονται σε μεμονωμένες
αθλητικές εκδηλώσεις (αγώνες) και όχι σε ολόκληρες αθλητικές διοργανώσεις, όπως
εν προκειμένω το αναβαλλόμενο κατά την έναρξή του πρωτάθλημα. Εξ αντιδιαστολής
επιχείρημα για την ορθότητα αυτού του ισχυρισμού προσφέρει η διάταξη του άρθρου
1 παρ.3 Ν.4326/2015, η οποία πράγματι αναφέρεται σε αναβολή, αναστολή ή διακοπή
αγωνιστικών ή και ολόκληρων πρωταθλημάτων, που όμως δεν μπορεί να εφαρμοστεί εν
προκειμένω, διότι προαπαιτεί σοβαρές περιπτώσεις τέλεσης επεισοδίων και εν
γένει φαινομένων βίας, που εδώ δεν έχουν επισυμβεί.
Είναι επομένως προφανές ότι η
Πολιτεία στην συγκεκριμένη περίπτωση, εξ αιτίας της εσφαλμένης νομοθέτησης στο
θέμα του ορισμού τακτικών δικαστών στο ποδόσφαιρο, οδηγείται πλέον στο
επικίνδυνο για την ίδια αδιέξοδο που την υποχρεώνει αντί να εφαρμόζει, απλώς να
χρησιμοποιεί τον νόμο για να προασπίσει τις θέσεις της, από το οποίο, βέβαια,
μόνο με νομοθετική πρωτοβουλία (ελπίζουμε ορθή αυτή τη φορά) μπορεί να εξέλθει.
Η τελευταία, και πιο οδυνηρή για την έννομη
τάξη μας απόδειξη του αδιεξόδου, είναι όμως η στάση της Πολιτείας σχετικά με
την ανάμειξη των ΦΙΦΑ-ΟΥΕΦΑ στην αντιμετώπιση, γενικότερα, του νομικού και
πολιτικού προβλήματος με την διοίκηση της ΕΠΟ. Και είναι πλέον τόσο προφανές
αυτό το τραγικό αδιέξοδο, ώστε μετά την θριαμβευτική
κατάργηση του νομικά και ηθικά σαθρού «αυτοδιοίκητου» της ΕΠΟ με τον Ν.4326/2015,
το οποίο φυσικά λειτουργούσε υπό την σκέπη των ΦΙΦΑ-ΟΥΕΦΑ, η ίδια η Πολιτεία,
αντί να επικαλεστεί τους κατάλληλους θεσμούς ή αν δεν υπάρχουν να τους
νομοθετήσει, να αναγκάζεται πλέον να επικαλείται την παρέμβασή τους για να πετύχει την απαλλαγή του ποδοσφαίρου
από την παρανομούσα διοίκηση της ΕΠΟ. Και όχι μόνο αυτό, αλλά, το χειρότερο, να φτάνει μέχρι και το σημείο να ζητεί από την ΦΙΦΑ τον
διορισμό προσωρινής διοίκησης στην ΕΠΟ, κατά παράβαση φυσικά κάθε έννοιας
νομιμότητας και συνταγματικής τάξης, αφού στα όρια ισχύος της ελληνικής έννομης
τάξης τέτοιο δικαίωμα έχουν μόνο τα ελληνικά δικαστήρια.
Όλα αυτά θα είχαν αποφευχθεί, αν
τα πορίσματα της ημερίδας του ΙΔΕΑΔ της 2-10-2015 είχαν αξιοποιηθεί εγκαίρως,
προσηκόντως και αρμοδίως.