Αναδημοσιεύουμε από την ιστοσελίδα της "Δίκης" το ενδιαφέρον κείμενο της κας Σπανίδου που απλά και σύντομα αποτυπώνει πλήρως την προβληματική της "αθλητικής" διαδοχής, ως ουσιώδη προβληματισμό του αθλητικού δικαίου για την σχέση μεταξύ κρατικής και αθλητικής έννομης τάξης
Με αφορμή την απαγόρευση μεταγραφών της FIFA προς την ΠΑΕ
Άρης σχετικά με την μη τήρηση απόφασης της Πειθαρχικής Επιτροπής για τα
οφειλόμενα σε παίκτες από την παλαιά ΠΑΕ Άρης, αλλά και την πρόσφατη απόφαση
της FIFA σχετικά με τα χρωστούμενα τροφεία της Πάρμα προς τον Παναθηναϊκό, έχει
έρθει ξανά στην επιφάνεια το ζήτημα του αθλητικού διαδόχου στις περιπτώσεις
ποδοσφαιρικών ομάδων. Πρόκειται για περιπτώσεις, όπου το εθνικό δίκαιο διαφέρει
από τους κανονισμούς και τις αποφάσεις της FIFA και την νομολογία του CAS,
γεννώντας ερωτήματα σχετικά με το τι πράγματι πρέπει να εφαρμοστεί.
Με μια γρήγορη ματιά στον αθλητικό νόμο, θα δει κανείς ότι
στο άρθρο 111 του ν. 2725/1999 προβλέπεται η εκκαθάριση μιας ΠΑΕ λόγω
υποβιβασμού της σε ερασιτεχνική κατηγορία χωρίς προηγούμενη απόφαση της Γενικής
Συνέλευσης, οπότε και τη θέση της καταλαμβάνει αυτομάτως το ιδρυτικό της
σωματείο. Σε άλλη περίπτωση, εάν στο διάστημα που μεσολαβεί από την θέση σε
εκκαθάριση μέχρι την έναρξη της νέας αγωνιστικής περιόδου, η ομάδα του αθλητικού
σωματείου αποκτήσει για οποιονδήποτε λόγω το δικαίωμα ανόδου, μπορεί να
αναβιώσει ξανά η παλιά ΠΑΕ και να συνεχιστεί κανονικά η λειτουργία της. Ενώ για
τις ΠΑΕ που υποβιβάζονται και τίθενται σε καθεστώς εκκαθάρισης μετά την έναρξη
της αγωνιστικής περιόδου 2016-2017 προβλέπεται σε γενικές γραμμές η κατά το
ήμισυ ανάληψη των υποχρεώσεων της παλαιάς ΠΑΕ από την νέα, δεν ισχύει το ίδιο
και για αυτές που έχουν τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης πριν από αυτό το χρονικό
σημείο. Ορίζεται δηλαδή, ότι τα ιδρυτικά αθλητικά σωματεία, που τέθηκαν σε
εκκαθάριση πριν από το 2016-2017 παίρνουν τη θέση της υποβιβασθείσας ΠΑΕ. Από
αυτά στη συνέχεια θα συσταθεί η νέα ΠΑΕ, η οποία δεν αποτελεί καθολικό διάδοχο
της προηγούμενης και δεν «κληρονομεί» τις υποχρεώσεις της.
Με άλλα λόγια, για τις ΠΑΕ που διαλύθηκαν πριν από το
2016-2017 αρκούσε η θέση τους σε εκκαθάριση και η σύσταση νέας ΠΑΕ, δηλαδή νέου
νομικού προσώπου με άλλο ΑΦΜ και άλλη σύσταση Διοίκησης, προκειμένου να
απαλλαχθεί από τα χρέη της προηγούμενης. Προφανώς και επειδή αυτή η πρακτική
υιοθετήθηκε από ορισμένες ΠΑΕ, η ΕΠΟ τα τελευταία χρόνια προέβλεψε στα άρθρα
του Παραρτήματος του ΚΑΠ ότι η νέα Αθλητική Ανώνυμη Εταιρεία, που φέρει την
ίδια επωνυμία, το ίδιο λογότυπο και τα ίδια χρώματα, κληρονομεί το ήμισυ των
υποχρεώσεων που είχε η παλαιά ΠΑΕ προς τρίτους. Βέβαια, αυτή η πρόβλεψη δεν
καταλαμβάνει περιπτώσεις, όπως αυτή της ΠΑΕ Άρης, όπου και η διαδικασία της
εκκαθάρισης έχει ξεκινήσει πριν από το χρονικό όριο της αγωνιστικής περιόδου
2016-2017.
Σε αντίθεση με την ελληνική νομοθεσία και τους κανονισμούς
της ΕΠΟ, η FIFA τα τελευταία χρόνια βλέπει από διαφορετική προοπτική τη διαδοχή
ποδοσφαιρικών ομάδων. Για τη FIFA, οι έννοιες της ΠΑΕ και του ιδρυτικού
σωματείου είναι άγνωστες, δεδομένου ότι πουθενά στους κανονισμούς της δεν
υπάρχει ένας τέτοιος διαχωρισμός. Αποτελώντας προνόμιο του ελληνικού δικαίου,
απέναντι στη FIFA η ΠΑΕ και το ιδρυτικό σωματείο αποτελούν το ίδιο και το αυτό
πρόσωπο, με ότι αυτό συνεπάγεται αναφορικά με τις υποχρεώσεις προς τρίτους.
(ποδοσφαιριστές, ομάδες κτλ.) Παράλληλα, με το άρθρο 15 του Πειθαρχικού της
Κώδικα προβλέπει ότι τα κριτήρια για να διαπιστωθεί εάν πράγματι μια ομάδα
είναι διάδοχος της προηγούμενης είναι ενδεικτικά: η επωνυμία, το σήμα, το
ρόστερ, το γήπεδο που χρησιμοποιεί ή έχει την έδρα της, η διεύθυνση των
κεντρικών γραφείων της, η επίσημη ιστοσελίδα που χρησιμοποιεί (και συχνά
αναφέρεται και στην ιστορία της ομάδας), το email καθώς και ο λογαριασμός που
διατηρεί στο σύστημα TMS της FIFA. Κρίνοντας με βάση τα στοιχεία αυτά, η FIFA
προβλέπει ότι, εάν ένα μέλος της κριθεί μη συμβατό με τους κανονισμούς της,
τότε και η διάδοχη ομάδα είναι επίσης μη συμβατή. Έτσι, λοιπόν, και κατ΄ εφαρμογή της αθλητικής
αυτής διαδοχής, μια ομάδα που έχει διατηρήσει τα παραπάνω στοιχεία, θεωρείται
διάδοχος της προηγούμενης, χωρίς να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη ότι αποτελεί νέο
νομικό πρόσωπο. Ως διάδοχος, δε, κληρονομεί τα χρέη της προηγούμενης ομάδας.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι οι πρόσφατες αποφάσεις του
Οκτωβρίου 2019 της Πειθαρχικής Επιτροπής σχετικά με τα χρέη της παλαιάς PARMA
F.C προς την ομάδα Tiendas Marcos F.C. Εφαρμόζοντας τον Πειθαρχικό Κώδικα της
FIFA του 2011 και του 2019 και λαμβάνοντας υπόψιν την νομολογία του Ανώτατου
Διαιτητικού Αθλητικού Δικαστηρίου (CAS), η επιτροπή έκρινε ότι, παρόλο που η Ιταλική
Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία είχε βεβαιώσει ότι η ομάδα Parma Calcio 2013 είναι
διαφορετική από την ομάδα Parma FC, η FIFA θεωρεί ότι αποτελεί καθολικό
αθλητικό διάδοχο, δεδομένου ότι χρησιμοποιεί ίδια επωνυμία, ίδιο σήμα, ίδια
χρώματα και ίδιο γήπεδο. Στην επίσημη ιστοσελίδα της, δε, αναφερόταν στην ίδια
ιστορία της ομάδας, στις ίδιες επιτυχίες και στην ίδια ημερομηνία ίδρυσης,
οπότε και δημιουργούταν η προφανή
εντύπωση ότι πρόκειται για την ίδια ομάδα. Στη συγκεκριμένη απόφαση, η οποία
και πιθανόν να αποτελέσει δεδικασμένο για την περίπτωση του Παναθηναϊκού, η
FIFA κατέληξε ότι η νέα διάδοχη ομάδα δεν οφείλει τα χρωστούμενα. Ο λόγος,
όμως, δεν οφείλεται στην μη ύπαρξη διάδοχης κατάστασης ούτε στις προβλέψεις του
ιταλικού δικαίου. Ο αποκλειστικός λόγος μη ύπαρξης οφειλής είναι η αμέλεια που
έδειξε η ομάδα Tiendas Marcos F.C. ως προς τη διεκδίκηση των χρωστούμενων κατά
το διάστημα της εκκαθάρισης της παλαιάς ομάδας και της πληρωμής των χρεών από
την περιουσία της. Με άλλα λόγια, η FIFA δεν έλαβε υπόψη το ιταλικό δίκαιο αλλά
περισσότερο την ασυνέπεια της αντίπαλης δικαστικά ομάδας ως προς τη διεκδίκηση
των οφειλόμενων.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το CAS. Χρησιμοποιώντας
τα ίδια κριτήρια με τη FIFA, το CAS στην νομολογία του έχει επισημάνει, οτι
αθλητική διαδοχή υπάρχει, όταν επιπλέον σε αυτά τα κριτήρια προστίθεται η χρήση
του ίδιου ύμνου και του ίδιου οπαδικού κοινού, τα οποία και δείχνουν την
πρόθεσή του να διατηρήσει την ίδια ταυτότητα με την προηγούμενη ομάδα. Πολύ
περισσότερο, όταν στην περίπτωση της υπόθεσης Basketball Club Ticha v. FIBA and
Aleksandar Andrejevic κλήθηκε να διαχειριστεί την ύπαρξη διαφορετικής εταιρικής
επωνυμίας, διαφορετικών φορολογικών στοιχείων και άδειας, κατέληξε ότι οι
διαφορές αυτές είναι σχεδόν αδιάφορες, εφόσον δημιουργείται στην κοινή γνώμη η
εντύπωση ότι πρόκειται για την ίδια ομάδα. Σε άλλη περίπτωση, επιβεβαίωσε, αυτό
που πρόσφατα χρησιμοποίησε η FIFA για να κρίνει τα οφειλόμενα από την PARMA FC:
η μη διεκδίκησή τους κατά το στάδιο της εκκαθάρισης και της πληρωμής των
οφειλών προς τρίτους που γίνεται σε εθνικό επίπεδο, στερεί το δικαίωμα
μεταγενέστερης διεκδίκησής τους από τα δικαιοδοτικά όργανα της FIFA ή από το
CAS. (CAS 2011/A/2646 Club Rangers de Talca v. FIFA (II))
Τί ισχύει τελικά με τις διάδοχες ΠΑΕ; Υπάρχει περιθώριο
ανατροπής σε ότι αφορά την αθλητική διαδοχή; Η νομολογία της FIFA και του CAS
φαίνεται να είναι πάγια, σταθερή και απομακρυσμένη από το εθνικό δίκαιο, στο
οποίο υπάγεται η κατά τόπο Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία ή Ποδοσφαιρική Ομάδα.
Έχοντας ως βασικό κριτήριο την διατήρηση της ίδιας ποδοσφαιρικής – και όχι
φορολογικής ή διοικητικής ταυτότητας- της ομάδας, μια θετική έκβαση σε διαφορά
που σχετίζεται με αθλητική διαδοχή κρίνεται στα επιμέρους στοιχεία αυτής. Πιθανότατα,
λοιπόν, η συνέπεια ως προς τη διεκδίκηση των οφειλόμενων ή ακόμα και η ένδειξη
«μεταμέλειας» από την ομάδα με έναν διακανονισμό χρεών – στην περίπτωση
παραβίασης απόφασης της FIFA και εφαρμογής του μέτρου της απαγόρευσης
μεταγραφών, να αποτελέσουν πιο βάσιμα στοιχεία προς διεκδίκηση από τις
ελληνικές ΠΑΕ, που έχουν στραφεί στην διεθνή αθλητική δικαιοσύνη.