Προς την
ποδοσφαιρική ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία « ΠΑΕ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΣ »
Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Ι Κ
Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α
ΤΟΥ
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ
ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ
ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
( ΙΔΕΑΔ)
ΑΘΗΝΑ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2019
Α. Εισαγωγικά
Η ΠΑΕ Παναθηναϊκός,
στο πλαίσιο εκκρεμούς πειθαρχικής υποθέσεώς της ενώπιον της Επιτροπής Εφέσεων
της ΕΠΟ, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Λεωνίδα Μπουτσικάρη απηύθυνε προς
το Ινστιτούτο Διεθνούς & Ελληνικού
Αθλητικού Δικαίου ερώτημα, προκειμένου να γνωμοδοτήσουμε « για την ερμηνεία του άρθρου 15 παρ. 5 περ. ε΄ του Πειθαρχικού
Κώδικα της Ε.Π.Ο. σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά του αγώνα
Παναθηναικού-Ολυμπιακού της 17-03-2019 επί των οποίων εξεδόθη η υπ’ αρ. 97/2019
απόφαση του Μονομελούς Πειθαρχικού Οργάνου Super League Ελλάδος».
Επί του ερωτήματος, στο
οποίο επισυνάπτονται το κείμενο της υπ΄αριθ. 97/2019 αποφάσεως του πρωτοβάθμιου
πειθαρχικού οργάνου και της εφέσεως της αντιδίκου ΠΑΕ, η απάντησή μας εκτίθεται
στα επόμενα κεφάλαια της παρούσας.-
Β. Τα πραγματικά
περιστατικά της υποθέσεως σε σχέση με το τιθέμενο ερώτημα
Τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, έτσι όπως περιγράφονται στην
προσβαλλομένη απόφαση, δεν αμφισβητούνται από τους αντιδίκους, όπως επίσης δεν
αμφισβητείται και η νομιμότης της επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής στην ΠΑΕ
Παναθηναϊκός για τα επεισόδια που δημιούργησαν οπαδοί της κατά τον εν λόγω
αγώνα.
Επίσης, δεν αμφισβητούνται ούτε και τα
πραγματικά περιστατικά που αφορούν στις ενέργειες του διαιτητή σχετικά με την οριστική
διακοπή του αγώνα και ειδικότερα στους χρόνους που τηρήθηκαν, προκειμένου αυτός
να καταλήξει στην τελική του απόφαση περί οριστικής διακοπής του αγώνα.
Επομένως, η μόνη αμφισβήτηση στην
προκειμένη υπόθεση επικεντρώνεται στο ερώτημα περί της ορθής ή μη εφαρμογής και
ερμηνείας του άρθρου 15 παρ. 5 περ. ε Π.Κ. ΕΠΟ εκ μέρους του διαιτητού του
αγώνα, δηλαδή στην ερμηνεία της ανωτέρω διατάξεως σχετικά με την υποχρέωση ή μη
ωριαίας αναμονής του διαιτητή πριν την οριστική διακοπή του αγώνα.
Γ. Η κρίση του διαιτητή
ως εφαρμογή των κανόνων παιδιάς
Ειδικά όσον αφορά την
νομική αξιολόγηση της κρίσης του
διαιτητή, αυτή συναρτάται με το είδος των κανόνων, τους οποίους αυτός καλείται
να εφαρμόσει. Είναι δε διεθνώς εδώ και πολλές δεκαετίες αποδεκτό σε θεωρία και νομολογία
, ότι η κρίση του διαιτητή κατά την εφαρμογή των κανόνων παιδιάς ελέγχεται μόνο
από τα όργανα της αθλητικής έννομης τάξης, αφού αφορά την εφαρμογή κανόνων
αμιγώς της αθλητικής έννομης τάξης.
Οι κατηγορίες των κανόνων παιδιάς έχουν
διατυπωθεί στην επιστήμη του αθλητικού δικαίου εδώ και πολλές δεκαετίες και
σύμφωνα με την βασική κατηγοριοποίηση του MaxKummer στο έργο του «Spielregel und
Rechtsregel»,
Bern1973, διακρίνονται ως εξής:
(α)
Κανόνες αγωνιστικής συμπεριφοράς.
(β)
Κανόνες διαπίστωσης της αθλητικής επιτυχίας
(γ)
Κανόνες νομιμοποίησης της συμμετοχης στους αγώνες
(δ)
Κανόνες τεχνικών χαρακτηριστικών του
αθλήματος.
(Λεπτομερή ανάλυση με παραπομπή σε
θεωρία και νομολογία βλέπε εις: Α. Μαλάτος, Παραδόσεις αθλητικού δικαίου,
Σάκκουλας 2010 σελ.57 επ.)
Εξαρτάται
όμως από τους ισχύοντες κανονισμούς σε κάθε άθλημα και κάθε αθλητική ομοσπονδία
ξεχωριστά, τόσο η έκταση, όσο και ο καθορισμός των όρων και των τυπικών προϋποθέσεων
άσκησης αυτού του δικαιώματος του διαιτητή. Εφόσον αυτές δεν
τηρηθούν εκ μέρους του διαιτητή, τότε η οποιαδήποτε απόφασή του περί διακοπής
του αγώνα ελέγχεται από την ίδια την αθλητική έννομη τάξη, τόσο ως προς το
ουσιαστικό του δικαίωμα αλλά και ως προς το παραδεκτό και σύννομο της άσκησής
του, κρίνεται δε κατά περίπτωση ως άκυρη
ή ανυπόστατη.
Δ. Η ερμηνεία του άρθρου 15 παρ.5 περ.ε Π.Κ./ΕΠΟ
Το
άρθρο 15 παρ.5 περ.ε΄Π.Κ./ΕΠΟ προβλέπει τα εξής:
«ε) Στην περίπτωση κατά την οποία οι συνθήκες που επικρατούν στον
αγωνιστικό χώρο ή τις εξέδρες του γηπέδου δεν επιτρέπουν την ασφαλή έναρξη ή
συνέχιση του αγώνα, το μέγιστο
χρονικό διάστημα το οποίο ο διαιτητής του αγώνα οφείλει να αναμένει για την έναρξη αυτού ή την επανέναρξη μετά από
προσωρινή διακοπήτου, είναιμία (1) ώρα. Εντός του χρονικού διαστήματος αυτού και οπωσδήποτε μέχρι την
συμπλήρωση της μισής ώρας από την έναρξη της διακοπής δύναται να διαταχθεί η εκκένωση μίας ή περισσότερων εξεδρών ή όλου
του γηπέδου, αν κρίνεται εφικτό και απαραίτητο για την συνέχιση του αγώνα. Αν παρέλθει το ανωτέρω χρονικό διάστημα
(της μίας ώρας) χωρίς να έχει αποκατασταθεί η ομαλότητα, ο διαιτητής διακόπτει οριστικά τον αγώνα, ζητά την
αποχώρηση των ομάδων καισυντάσσει το Φ.Α.»
Η νομοτεχνικά
πλημμελής διατύπωση της παραπάνω διατάξεως δεν επιτρέπει την εξαγωγή κάποιου
ακλόνητου συμπεράσματος σχετικά με την γραμματική της ερμηνεία. Ειδικά δε, όπως
στην κρινόμενη περίπτωση, όταν πρόκειται περί προσωρινής διακοπής του αγώνα,
την οποία διαδέχεται η οριστική διακοπή αυτού, το ερμηνευτικό πρόβλημα γίνεται
ακόμη μεγαλύτερο, διότι η εν λόγω διάταξη, ενώ στην αρχική της μείζονα σκέψη
κάνει λόγο για πάροδο μιας ώρας ως «μέγιστο χρονικό διάστημα» αναμονής του
διαιτητή πριν την οριστική διακοπή (άρα κατά την στενή γραμματική της ερμηνεία
και πριν την παρέλευσή του θα μπορούσε να ληφθεί η απόφαση οριστικής διακοπής)
καταλήγει τελικά να απαιτεί από τον διαιτητή την οριστική διακοπή του αγώνα, μόνο
εφόσον παρέλθει το ανωτέρω χρονικό διάστημα της μιας ώρας χωρίς να έχει
αποκατασταθεί η ομαλότητα.
Ανεξαρτήτως της θέσεως που λαμβάνει η πρωτόδικη απόφαση σχετικά με
την νομική αξιολόγηση της αποφασιστικής αρμοδιότητας του διαιτητή για την
διαπίστωση και αξιολόγηση των γεγονότων που οδηγούν στην οριστική διακοπή του
αγώνα, είναι προφανές ότι η εν λόγω διάταξη δεν αποσκοπεί στον έλεγχο ούτε και
στον καθορισμό της ουσιαστικής κρίσης του διαιτητή, γι΄ αυτό και δεν υπάρχει
λόγος περαιτέρω αναφοράς σε «κυριαρχικές» ή μη αρμοδιότητές του, όπως
εξαντλητικά αναλύει η προσβαλλομένη πρωτόδικη απόφαση.
Θέτει όμως η εν λόγω διάταξη, έστω και νομοτεχνικά ανεπιτυχώς,
χρονικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις ως προς την έκδοση της απόφασης του
διαιτητή και την καταχώρησή της στο φύλλο αγώνος.. Επειδή δε, η γραμματική διατύπωση
της διατάξεως, όπως προαναφέραμε είναι πλημμελής, παρίσταται αναγκαία η
περαιτέρω συστηματική και τελολογική ερμηνεία της, για την οποία θα πρέπει να
σημειωθούν τα εξής:
(α) Σύμφωνα
με την διαμορφωμένη στους διεθνείς και εθνικούς ποδοσφαιρικούς κανονισμούς
φιλοσοφία περί Κανόνων του Παιχνιδιού, στην οποία αναλυτικά αναφέρεται και η
προσβαλλομένη πρωτοβάθμια απόφαση επικαλούμενη το Προϊμιο των Κανόνων του
Παιχνιδιού, βασικό ζητούμενο της ποδοσφαιρικής κοινότητας είναι η τέλεση των
αγώνων και η εξάντληση κάθε πρόσφορου μέτρου για την αποκατάσταση της ομαλότητας και την πραγματοποίηση των αγώνων, όταν η τέλεσή τους διακινδυνεύει από εξωτερικούς παράγοντες, όπως
εν προκειμένω η δημιουργία επεισοδίων από φιλάθλους της γηπεδούχου ομάδας. Για
τον λόγο αυτό, αφ΄ενός μεν
προβλέπονται αυστηρές πειθαρχικές ποινές
στους υπαιτίους για την μη τέλεση των αγώνων, αφ΄ ετέρου, όμως, τίθενται και
συγκεκριμένοι διαδικαστικοί κανόνες προς τους διαιτητές, έτσι ώστε να
εξαντλείται κάθε δυνατότητα για την λήψη πρόσφορων μέτρων πραγματοποίησης του
αγώνα μέσα σε ένα λογικά ανεκτό χρονικό πλαίσιο πριν την έκφραση της
ουσιαστικής κρίσης τους περί οριστικής διακοπής ή μη έναρξης ενός αγώνα.
Τέτοιου είδους διαδικαστικός κανόνας είναι και αυτός του άρθρου 15 παρ.5 περ.ε Π.Κ./ΕΠΟ
και το τιθέμενο από αυτόν χρονικό πλαίσιο είναι η μια ώρα μεταξύ προσωρινής και
οριστικής διακοπής του αγώνα.
(β) Γίνεται
φανερό, ότι σκοπός του παραπάνω διαδικαστικού κανόνα, δεν είναι ο χρονικός
περιορισμός στην διαμόρφωση της κρίσης
του διαιτητή περί της διακοπής ή όχι του αγώνα, αλλά η πρόβλεψη της αναγκαίας
εύλογης προθεσμίας για την αποκατάσταση της ομαλότητας με εξεύρεση τυχόν πρόσφορων
μέτρων για την ομαλή διεξαγωγή του αγώνα.
Ως τέτοιο μέτρο η συγκεκριμένη διάταξη
προβλέπει την δυνατότητα να διαταχθεί η εκκένωση μιας ή περισσοτέρων εξεδρών του γηπέδου,
οπωσδήποτε μέσα στο πρώτο μισάωρο της τασσόμενης ωριαίας προθεσμίας για την
αποκατάσταση της ομαλότητας.
Εκεί,
αντιθέτως, όπου ο κανονιστικός νομοθέτης δεν βρίσκει λόγο για προσπάθεια
αποκατάστασης της ομαλότητας, όπως π.χ. στην περίπτωση γ΄ της παρ.4 και στην
περίπτωση β΄ της παρ. 5 του άρθρου 15, επιτάσσει ο ίδιος την άμεση, χωρίς
προειδοποίηση και υποχρεωτική για τον διαιτητή οριστική διακοπή του αγώνα. Αν
αυτό ήταν το πνεύμα του και στην υπό κρίση διάταξη θα το όριζε και εδώ με τρόπο
άμεσο και πανηγυρικό, πράγμα που όμως δεν πράττει.
Από την άλλη
μεριά, επειδή η ανάγκη για την λήψη κάθε πρόσφορου μέσου προκειμένου να
επιτευχθεί η τέλεση των αγώνων δεν μπορεί να επεκτείνεται χρονικά αορίστως, γι΄
αυτό ακριβώς τον λόγο η υπό κρίση διάταξη προβλέπει την ωριαία αναμονή ως
μέγιστο χρονικό διάστημα αναμονής πριν την οριστική διακοπή του αγώνα.
Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
1. Επειδή το τασσόμενο από
το άρθρο 15 παρ.5 περ. ε΄ Π.Κ./ΕΠΟ μέγιστο χρονικό διάστημα της μιας ώρας
αναμονής του διαιτητή πριν την οριστική διακοπή του αγώνα δεν αφορά στην διαμόρφωση της κρίσης του περί οριστικής διακοπής του αγώνα
( η οποία μπορεί να έχει διαμορφωθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή της προβληματικής
καταστάσεως), αλλά στην εξάντληση κάθε
πιθανής προσπάθειας αποκατάστασης της ομαλότητας, η οποία φυσικά δεν μπορεί να
είναι γνωστή εκ των προτέρων σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση διακοπής, ο
διαιτητής , ανεξαρτήτως του χρόνου διαμόρφωσης της κρίσης του περί οριστικής
διακοπής του αγώνα, υποχρεούται να την
εκφράσει μόνο μετά την πάροδο της
τασσόμενης ωριαίας προθεσμίας για την αποκατάσταση της ομαλότητας,
καταγράφοντάς την στο φύλλο αγώνος.
2.Το τασσόμενο από το άρθρο 15 παρ.5 περ. ε΄ Π.Κ./ΕΠΟ μέγιστο
χρονικό διάστημα της μιας ώρας αναμονής του διαιτητή πριν την οριστική διακοπή
του αγώνα είναι για τον διαιτητή
υποχρεωτικό, διότι αφορά στην
εξάντληση κάθε πιθανής, ακόμη και απρόβλεπτης, περίπτωσης αποκατάστασης της
ομαλότητας που θα μπορούσε να παρουσιαστεί μέσα στο τασσόμενο χρονικό όριο της
μιας ώρας. Επομένως, η υπ΄ αριθ. 97/2019 απόφαση του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού
Οργάνου που κρίνει εσφαλμένη την οριστική διακοπή του αγώνα λόγω μη εξαντλήσεως
του άνω χρονικού ορίου και διατάσσει την συνέχιση του διακοπέντος αγώνα είναι
ορθή.
Αθήνα, 2 Απριλίου 2019
Ο Πρόεδρος του ΙΔΕΑΔ
Ανδρέας Μαλάτος