Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος νομομαθής για να καταλάβει
πόσο εξώφθαλμα παραβιάζουν το Σύνταγμα οι κυρωτικές διατάξεις της πρόσφατης νομοθεσίας
για την ειδική αθλητική αναγνώριση και το μητρώο των ειδικά αναγνωρισμένων
σωματείων.
Και μόνο η απλή αντιπαραβολή των σχετικών διατάξεων αρκεί
για να βγάλει κανείς τα συμπεράσματά του:
Α. Οι σχετικές
διατάξεις
Άρθρο 1 Ν. 2725/1999
: Εννοια-Σκοπός αθλητικού σωματείου
Αθλητικό σωματείο είναι η κατά τις διατάξεις του άρθρου 78
και επόμενα του Αστικού Κώδικα ένωση φυσικών προσώπων που έχει ως κύριο σκοπό
τη συστηματική καλλιέργεια και την ανάπτυξη των ψυχοσωματικών και πνευματικών
δυνατοτήτων των αθλητών της για τη συμμετοχή
τους σε αθλητικούς αγώνες.
Άρθρο 8 Ν. 2725/1999
: Ειδική αθλητική αναγνώριση (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 Ν.
4726/2020)
1.Το αθλητικό σωματείο, για κάθε κλάδο άθλησης που
καλλιεργεί, δικαιούται να ζητήσει
την παροχή ειδικής αθλητικής αναγνώρισης…..
1Α. …….Αν μετά από την παρέλευση δύο (2) ετών από την
εγγραφή του το αθλητικό σωματείο δεν έχει λάβει ειδική αθλητική αναγνώριση, διαγράφεται αυτοδικαίως από το μητρώο
των μελών της ένωσης ή της ομοσπονδίας και δεν
δύναται πλέον να συμμετέχει στις αγωνιστικές διοργανώσεις της αντίστοιχης
αθλητικής ένωσης ή ομοσπονδίας.
Αρθρο 30 παρ.2 Ν.
4726/2020: Αυτοδίκαια διαγραφή
……… Αθλητικό σωματείο που δεν λαμβάνει την ειδική
αθλητική αναγνώριση και δεν εγγράφεται στο ανωτέρω ηλεκτρονικό μητρώο εντός του
χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, δεν
δύναται να συμμετέχει εφεξής στις αγωνιστικές υποχρεώσεις της αντίστοιχης
αθλητικής ένωσης ή ομοσπονδίας και επιπλέον διαγράφεται αυτοδικαίως από το
μητρώο μελών της αντίστοιχης αθλητικής ένωσης ή ομοσπονδίας, αν δεν
λάβει την ειδική αθλητική αναγνώριση και δεν εγγραφεί στο ανωτέρω ηλεκτρονικό
μητρώο έως την 31.7.2023.
Αρθρο 12 Συντ.
1. Oι Έλληνες έχουν
το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους
νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να
εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια.
2. Το σωματείο δεν μπορεί να διαλυθεί για
παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του, παρά μόνο με δικαστική απόφαση.
Β. Τα συμπεράσματα
Η παράγραφος 1Α του άρθρου 8 Ν. 2725/1999, όπως προστέθηκε
με το άρθρο 3 Ν. 4726/2020 υποχρεώνει τα αθλητικά σωματεία επί ποινή
απαγόρευσης συμμετοχής στους αγώνες και αυτοδίκαιης διαγραφής από την
ομοσπονδία να ζητήσουν από το κράτος την ειδική αθλητική αναγνώριση, παρόλο που
στην παράγραφο 1 του ιδίου άρθρου τούτο περιγράφεται ρητά ως δικαίωμα του
σωματείου.
Όμως με τον τρόπο αυτό η άσκηση του συνταγματικού
δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι από το αθλητικό σωματείο, δηλαδή η συμμετοχή
του σε αθλητικούς αγώνες ως μέλος μιας αθλητικής ομοσπονδίας εξαρτάται ευθέως
από προηγούμενη άδεια της διοίκησης,
δηλαδή την παροχή της ειδικής αθλητικής αναγνώρισης, κάτι που σαφώς παραβιάζει
το άρθρο 12 παρ.1 του Συντάγματος.
Ταυτόχρονα παραβιάζεται και η δεύτερη παράγραφος του άρθρου
12, αφού η απαγόρευση συμμετοχής σε αγώνες και η αυτοδίκαια διαγραφή του
σωματείου από την ομοσπονδία αποστερούν από το σωματείο την δυνατότητα να
εκπληρώσει τον σύμφωνα με το νόμο ( άρθρο 1 Ν. 2725/1999) καταστατικό του
σκοπό και οδηγούν στην ουσιαστική
διάλυση του σωματείου, κάτι που σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ.1 Συντ. μόνο με
δικαστική απόφαση μπορεί να γίνει.
Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για τις αντίστοιχες κυρώσεις που
προβλέπονται στο άρθρο 30 παρ. 2 Ν. 4726/2020 για την μη εγγραφή του σωματείου στο
μητρώο, αφού η απαγόρευση συμμετοχής σε αγώνες και η αυτοδίκαια διαγραφή από
την ομοσπονδία αποτελούν κυρώσεις που συνεπάγονται την αποστέρηση της
δυνατότητας του σωματείου να εκπληρώσει τον σύμφωνα με το νόμο καταστατικό σκοπό
του και επομένως την ουσιαστική διάλυση του σωματείου, κάτι που σύμφωνα με το
άρθρο 12 παρ.2 Συντ. μόνο με δικαστική απόφαση μπορεί να συμβεί.
Όμως το χειρότερο είναι ότι οι παραπάνω αντισυνταγματικές ρυθμίσεις
δεν καταδεικνύουν απλώς τη νομική ανεπάρκεια όσων τις συνέταξαν. Δυστυχώς,
καταδεικνύουν επίσης άγνοια της αθλητικής πραγματικότητας για όσους τις
εμπνεύστηκαν και τις πρότειναν, κυρίως όμως αντιδημοκρατική νοοτροπία και
πολιτική αμετροέπεια όσων τις υιοθέτησαν και ανέλαβαν την πολιτική ευθύνη να τις μετουσιώσουν σε
νόμο του κράτους.
Τόσο ο προγενέστερος 75/1975 όσο και ο ισχύων 2725/1999
περιλαμβάνουν πολλές και διάφορες κυρωτικές διατάξεις για διάφορες περιπτώσεις
παραβιάσεών τους, ουδέποτε όμως προέβλεψαν κυρώσεις που να συνεπάγονται την
ουσιαστική διάλυση αθλητικών σωματείων.
Είναι η πρώτη και μοναδική φορά στην μετά χούντα εποχή που
ένας αθλητικός νόμος περιλαμβάνει τέτοιου είδους διατάξεις και για τον λόγο
αυτό θα πρέπει να ανησυχήσουμε σοβαρά για την πορεία, όχι μόνο του αθλητισμού, αλλά συνολικά του πολιτεύματός μας..
Περισσότερα για τον προκύπτοντα νομικό, πολιτικό και
αθλητικό προβληματισμό και με την αρμόζουσα νομική τεκμηρίωση από
υψηλοτάτου επιστημονικού κύρους εισηγητές στην ετήσια σύνοδο του ΙΔΕΑΔ στο Ολυμπιακό συγκρότημα ΤΑΕΚΒΟΝΤΟ (Φάληρο) στις
21-10-2022.