YOUTUBE

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

ΙΔΕΑΔ, 2019 θερμές και ειλικρινείς ευχές






Γ. Παναγόπουλος, ΠΑΡΑΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΕΠΙ... ΧΑΡΤΟΥ V S ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΕΠΙ... ΧΟΡΤΟΥ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥ... ΠΑΡΑ...


Αναδημοσίευση άρθρου από την εφημερίδα DOCUMENTO



Το ποδόσφαιρο είναι ο βασιλιάς των σπορ σε όλη την Υφήλιο, γιατί έχει απλούς έως... πρωτογονους κανονισμούς, μπορεί να παιχτεί σε όλες τις χώρες, σε όλα τα κλίματα από την Λαπωνία μέχρι την Παταγονία κι από την... Στεπα της Σιβηρίας μέχρι την Ζούγκλα του Αμαζονίου και το κυριότερο ως πρώτη παγκοσμιοποιητικη δύναμη έχει κατορθώσει να αναμειξει ιδανικά είτε σαν παίκτες, είτε σαν θεατές κι οπαδούς, ανθρώπους απ'ολες τις φυλές, κάθε φύλου και μορφωτικου ή ταξικου επιπέδου.
Έτσι κάθε χώρα που είναι μέλος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας καλλιεργεί και αναπτύσσει το άθλημα από τις μικρές ηλικίες με ντόπιους ή ξένους προπονητές, διοργανώνει πρωταθλήματα και κύπελλα μέσω της διεξαγωγής εκατοντάδων αγώνων σε κάθε περίοδο, ακολουθεί τις διεθνείς θεσμικές και τεχνικές ντιρεκτιβες, διαμορφώνει την δική της εθνική σχολή ποδοσφαίρου και διοικείται από μια ανεξάρτητη από το αντίστοιχο κράτος ποδοσφαιρικη Ομοσπονδία που προΐσταται μιας πυραμίδας σωματείων όλων των κατηγοριών. 
Κατά συντριπτική πλειοψηφία σε παγκόσμια βάση και στα προηγμένα αλλά και στα υπαναπτυκτα κράτη, συχνά ακόμη και στα τριτοκοσμικά προτεκτορατα, με εξαίρεση πάντα κάποια στυγνα δικτατορικα καθεστώτα, το ποδόσφαιρο ζει και βασιλεύει παράγοντας συναρπαστικό θέαμα, παράγοντας κι εξάγοντας στις διεθνείς ποδοσφαιρικες αγορές αυθεντικά ταλέντα, δημιουργεί θέσεις εργασίας και φέρνει χρήμα κι ελπίδα σε φτωχές κοινωνίες, δίνει ευκαιρίες σε χιλιάδες παιδιά και προσφέρει ιστορικές διακρίσεις και φιέστες σε πόλεις και περιοχές που χάρη στις ομάδες τους γίνονται γνωστές σε όλο τον κόσμο,στηρίζει οικονομικά μέσω των μετακινήσεων χιλιάδων οπαδών πόλεις που δεν έχουν τουριστική δυναμική και γενικά δημιουργεί αγωνιστικά και οικονομικά κίνητρα μέσω της εναλλαγής των διαγωνιζομενων ομάδων στους εγχώριους και διεθνείς τίτλους και διακρίσεις μέσα από αποτελέσματα που διαμορφωνονται εντός των αγωνιστικών χώρων! 
Παρότι όμως το ποδόσφαιρο αποτελεί ένα παγκόσμιο προϊόν με πολλαπλές διαστάσεις, από την στιγμή που αγώνες από κάθε γωνιά του πλανήτη προβάλλονται στην τηλεοπτική οθόνη κάθε Ελληνικού σπιτιού, δια γυμνου οφθαλμού αμέσως κι από τον πιο αδαή τηλεφιλαθλο έγινε ορατή η τεράστια διαφορά του αθλήματος που παίζεται εις την Εσπεριαν, κι όχι μόνο.
Ακόμα και σήμερα όλοι αναρωτιομαστε εάν το ποδόσφαιρο που παίζεται στην Ελλάδα είναι το ίδιο άθλημα που απολαμβάνουμε στην μικρή οθόνη. 
Και όλοι οι παροικούντες την Ποδοσφαιρικη Ιερουσαλήμ γνωρίζουμε πολύ καλά οτι τα διεθνή ματς που σωρηδόν προβάλλονται κυρίως από τα συνδρομητικά κανάλια δεν αποτελούν έναν... αντικατοπτρισμο μέσα στην "έρημο του Ελληνικού ποδοσφαίρου" αλλά την κρυστάλλινη σκληρή πραγματικότητα που δεν εξαντλείται μόνον σε οτι θεαματικά απεικονιζεται απευθείας από τα ευρωπαϊκά γηπεδικα σαλόνια στα σαλόνια των σπιτιών μας.
Γιατί ξέρουμε οτι στις προηγμένες αλλά και στις ραγδαία πολλές αναπτυσσομενες χώρες, οι αγώνες που μας συναρπαζουν, κρίνονται πάνω στο καταπράσινο παλκοσενικο και δεν έχουν προαποφασισθει από κάποιο κατάμαυρο παρασκήνιο. 
Γιατί εκεί δεν κυκλοφορούν δεκάδες κατακίτρινα αθλητικά έντυπα και sites που κάνουν το άσπρο μαύρο, γιατί εκεί δεν γνωρίζουν καν τα ονόματα των ιδιοκτητών, των προέδρων και των παραγόντων των ομάδων, γιατί εκεί δεν ασχολούνται με τον ορισμό και το... βιογραφικό των διαιτητων που θα σφυριξουν την επόμενη αγωνιστική, γιατί εκεί οι τίτλοι δεν απονέμονται από δικαστές και δικηγόρους,γιατί εκεί δεν περιμένουν από ξένους Διαιτητές σοΒΑΡες διαιτησίες κι από ΒΑΡουχειες τηλεκριτικες την απονομή της αγωνιστικής δικαιοσύνης, γιατί εκεί δεν διακόπτονται αγώνες από... Άγνωστα Ιπτάμενα Αντικείμενα, γιατί εκεί οι κανονισμοί και οι αποφάσεις των ποδοσφαιρικων οργάνων δεν γράφονται από... Σεναριογράφους Επιστημονικής Φαντασίας, γιατί εκεί δεν έχουν μετατρέψει την Εθνική Ομοσπονδία τους σε ένα άθλιο ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΠΡΟΤΕΚΤΟΡΑΤΟ που το διοικει ξένο Διευθυντηριο με ντόπιες μαριονέτες, γιατί εκεί δεν ανέχονται πολιτικούς και υπουργούς Αθλητισμού να πουλάνε... προστασία και να παριστάνουν, με τα πουλημενα στα συμφέροντα ανδρείκελα τους, τους Μυαλοπωλες της μπάλας, γιατί εκεί οι ιδιοκτήτες των ομάδων δεν παίζουν μέσω της μπάλας άλλα οικονομικοπολιτικα παιχνίδια, γιατί εκεί έχουν Εθνική Σχολή Ποδοσφαίρου και δεν έχουν κτίσει έναν... κεκλιμένο Πύργο της Βαβέλ με έναν αχταρμά μισθοφόρων παικτών, κυρίως δεύτερης και τρίτης διαλογής από ολη την Γη και προπονητές, κάθε καρυδιάς... καρύδι, γιατί εκεί η Εθνική τους Ομάδα δεν πάει με... auto pilot, ούτε περιμένει για να πετύχει ποδοσφαιρικά θαύματα έναν Μεσσία... Ότο!
Δεν χρειάζεται λοιπόν καμία τηλεδικη και κανένα VAR για να αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε είτε είναι... χαρτογιακας της Επιτροπής Παρακολούθησης, είτε απλός φίλαθλος που παρακολουθεί το άθλημα του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα, οτι πρόκειται περί ενός τυχερού ("λόγω της πληγης του στοιχήματος,) παιγνιου που παίζεται πρωτίστως επιτραπεζιως (σε έδρανα και... τράπεζες!) και στα... χαρτιά του παρασκηνίου και όχι στο χόρτο των γηπέδων. 
Πρόκειται δηλαδή περί ενός ΠΑΡΑΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ στην κυριολεξία, στο οποίο πραγματικά διαπρεπουμε, όπως και σε ένα... κάρο άλλα "παρα", την παραπολιτικη, την παραοικονομια, την παραπαιδεια,την παραιατρικη, το παραδικαστικο, την παραφιλολογια, τα παραθρησκευτικα, την παρα φύσιν εξέλιξη των κοινωνικών συστημάτων μας. 
Γιατί τελικά αυτό το παραποδοσφαιρο αποτελεί τον καθρέφτη ενός πραγματικού παρακράτους που λειτουργεί σαν κράτος εν κρατει με μόνη δύναμη των κρατουντων τον... μαύρο παρά που δυστυχώς συνεχίζει να κρατάει τον βασιλιά γυμνό και φτωχό συγγενή του ευρωποδοσφαιρου! 

 ΓΙΩΡΓΟΣ Π. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ 

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ, 
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 


Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018

Ν. Λαγαρίας,Η καταπολέμηση της διαφθοράς στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Θεσμικές προτάσεις.


Εισήγηση του μέλους του ΙΔΕΑΔ Νίκου Λαγαρία στην ετήσια σύνοδο ΙΔΕΑΔ, 19-10-2018

Η καταπολέμηση της διαφθοράς γίνεται με πρόληψη, κυρίως με διαφανείς διαδικασίες παντού, και καταστολή, με μια ανεξάρτητη και αποτελεσματική Δικαιοσύνη. Η εισήγηση θα περιοριστεί στη διαφάνεια των οικονομικών του ποδοσφαίρου και την αθλητική Δικαιοσύνη, που κατά τη γνώμη μου είναι τα σημαντικότερα θέματα.
Ι.
Αναφορικά με τη διαφάνεια στα οικονομικά του ποδοσφαίρου, υπάρχουν κυβερνητικές παρεμβάσεις που πρέπει να γίνονται και δεν γίνονται, και άλλες που γίνονται ενώ δεν πρέπει.
Από το 1979, που το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα έγινε επαγγελματικό, ο πλημμελής έλεγχος και η χαλαρή εποπτεία από την Πολιτεία και την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (ΕΠΟ), δίνουν τη δυνατότητα στις Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες (ΠΑΕ) να σωρεύουν χρέη, ενώ αυτό δεν επιτρέπεται από το UEFA Financial Fair Play (club licensing).
 Πολλές φορές απαλλάσσονται απ’ αυτά, ‘φορτώνοντάς τα στην πλάτη’ των φορολογούμενων με διάφορες νομότυπες πρακτικές, όπως για παράδειγμα με τον εκούσιο υποβιβασμό μιας ΠΑΕ σε ερασιτεχνική κατηγορία, σύμφωνα με το άρθρο 111 του αθλητικού νόμου, το οποίο επιτέλους τροποποιήθηκε το καλοκαίρι του 2016, και η ‘νέα’ ΠΑΕ, μετά την ανασύστασή  της, διαδέχεται αυτοδικαίως την προηγούμενη σε όλες εν γένει τις υποχρεώσεις της προς το Δημόσιο, τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης και προς οποιονδήποτε τρίτο.
 Στη φετινή λίστα μεγαλοοφειλετών της ΑΑΔΕ, εμφανίζονται 29 ποδοσφαιρικές ομάδες με συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη περίπου 450 εκατομμυρίων ευρώ.
 Φέτος προωθήθηκε μια ακόμα οικονομική ενίσχυση κάποιων ΠΑΕ, με κυβερνητική πρωτοβουλία, μέσω της απόκτησης των τηλεοπτικών τους δικαιωμάτων από την κρατική ΕΡΤ, για δύο χρόνια, αντί τιμήματος αρκετά υψηλότερου απ’ αυτό που προσέφερε ο ανταγωνισμός.
Η συμφωνία θα κριθεί στο τέλος της, αλλά η ΠΟΣΠΕΡΤ επεσήμανε στις 10 Αυγούστου, ότι η ΕΡΤ έγινε «“εξυπηρετητής” σκοπιμοτήτων  προβάλλοντας και χρηματοδοτώντας   χρεοκοπημένες  ΠΑΕ εις βάρος  μάλιστα  του  συνολικού  τηλεοπτικού προϊόντος».
 Στο πρώτο πανελλήνιο συνέδριο ραδιοτηλεόρασης, που είχε διοργανωθεί το 1983 υπό την αιγίδα των Υπουργείων Πολιτισμού και Προεδρίας, ένας από τους ομιλητές, ο κ. Σωτήρης Παπαδόπουλος, είχε πει:
«Στην ποδοσφαιροποίηση της κοινωνίας μας, μ’ αποτέλεσμα όλα τα βίαια γεγονότα που συνέβησαν στην προηγούμενη ποδοσφαιρική περίοδο, δεν συνδράμουν μόνον οι σύλλογοι και οι οπαδοί τους αλλά όσο κι αν φαίνεται αντιφατικό, το κράτος με δύο κύριους φορείς του:
- Το ΠΡΟ-ΠΟ μ’ όλο το κύκλωμα για τη διάθεσή του (διαφήμιση, πρακτορεία στοιχημάτων κλπ)
- Και την τηλεόραση, της οποίας το χρόνο νέμεται το ποδόσφαιρο περισσότερο από κάθε άλλο, έστω και καταξιωμένο κοινωνικό μας φαινόμενο».
 Βλέπετε να έχουν επέλθει πολλές αλλαγές από τότε, 35 χρόνια μετά, εκτός από την πρόσφατη ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ;
 Οι προτάσεις μου για τη διαφάνεια στα οικονομικά του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, είναι  οι εξής:
 1) Ποιοτική αναβάθμιση και ανάπτυξη του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, από την ΕΠΟ και τις Λίγκες, με ταυτόχρονη αποκήρυξη και δραστική καταπολέμηση της βίας στα γήπεδα, ώστε να καταστεί εμπορικά ελκυστικό και οικονομικά βιώσιμο
 2) Εφαρμογή της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας για τον ανταγωνισμό, προς αποφυγή κάθε αθέμιτης ευνοϊκής μεταχείρισης και στρέβλωσης του ανταγωνισμού με κρατικούς πόρους
3) Απαρέγκλιτη εφαρμογή του UEFA Financial Fair Play και της κείμενης νομοθεσίας γενικότερα (άρ. 75, 69, 69Α, 83 του αθλητικού νόμου κλπ.), για την αδειοδότηση των ομάδων, κατά λόγο αρμοδιότητας (ΕΠΟ, Κυβέρνηση, ΕΕΑ), ώστε στο χώρο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου να δραστηριοποιούνται μόνο όσοι πληρούν τις απαραίτητες οικονομικές προϋποθέσεις, υπό συνθήκες πλήρους διαφάνειας
 4) Ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου στο χώρο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, χάριν της διαφάνειας και λόγω του μείζονος δημοσίου ενδιαφέροντος, με θεσμοθέτηση υποχρέωσης διαφανούς προκήρυξης και διαγωνισμού για την εκάστοτε παραχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης του ποδοσφαιρικού τηλεοπτικού προϊόντος, υπό την εποπτεία του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης.
ΙΙ.
‘Αθλητική Δικαιοσύνη’ είναι τα ειδικά πειθαρχικά και δικαιοδοτικά εν γένει όργανα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, που επιλύουν τις διαφορές του και εκδικάζουν τις λοιπές υποθέσεις του, εκτός των θεσμικών πλαισίων της τακτικής Δικαιοσύνης, με την εφαρμογή των κανονισμών του ποδοσφαίρου.
 Το διοικητήριο του ελληνικού ποδοσφαίρου, η ΕΠΟ, είναι ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που υπόκειται ασφαλώς στην ελληνική νομοθεσία, αλλά υποχρεούται να συμμορφώνεται πλήρως και με τις διατάξεις του καταστατικού της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FIFA). 
Στην Ελλάδα έχει επικρατήσει ο μύθος ότι καμία απολύτως υπόθεση του ποδοσφαίρου  δεν πρέπει, και δεν μπορεί, να εκδικάζεται στην τακτική Δικαιοσύνη.
Το άρθρο 59 του καταστατικού της FIFA ορίζει ότι οι εθνικές ομοσπονδίες πρέπει να περιλαμβάνουν ρήτρα, στα καταστατικά ή τους κανονισμούς τους, η οποία αφενός να απαγορεύει την επίλυση των διαφορών του ποδοσφαίρου στην τακτική Δικαιοσύνη, και αφετέρου να προβλέπει τη διαιτητική επίλυση των διαφορών αυτών, στο ανώτατο επίπεδο, ενώπιον ενός Διαιτητικού Δικαστηρίου Ποδοσφαίρου της εκάστοτε εθνικής Ομοσπονδίας, ή του Διαιτητικού Αθλητικού Δικαστηρίου της Λωζάννης (CAS).
Τι ακριβώς είναι η διαιτησία;
Είναι τρόπος επίλυσης διαφορών όχι από τα πολιτειακά δικαστήρια αλλά από ιδιώτες, τους διαιτητές, τους οποίους ορίζουν τα μέρη, δηλαδή οι συμβαλλόμενοι σε συμφωνία διαιτησίας που είναι ταυτόχρονα και διάδικοι στη διαιτητική διαδικασία. (Βλ. Χ.Δ. Τριανταφυλλίδης σε Απαλαγάκη, Εφαρμογές Πολιτικής Δικονομίας, Νομική Βιβλιοθήκη, 2008, 52).
Αλλά το άρθρο 59 του καταστατικού της FIFA, στην παράγραφο 3, προβλέπει και κάτι άλλο, που νομίζω ότι μάλλον σκοπίμως ‘υποτιμάται’ στην Ελλάδα.
Ότι η προσφυγή στην τακτική Δικαιοσύνη για υποθέσεις του ποδοσφαίρου είναι σαφώς επιτρεπτή, όταν επιβάλλεται από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου της εκάστοτε εθνικής έννομης τάξης.
Σήμερα, η εκδίκαση των πειθαρχικών υποθέσεων του ελληνικού ποδοσφαίρου, που ως γνωστόν αφορούν κατά κύριο λόγο σε υποθέσεις βίας στα γήπεδα, γίνεται ενώπιον πειθαρχικών οργάνων που συγκροτούνται μεν από τακτικούς δικαστές, αλλά δεν είναι Δικαστήρια κατά την έννοια του Συντάγματος.
 Στο άρθρο 5 του δικονομικού κανονισμού λειτουργίας δικαστικών οργάνων της ΕΠΟ, όπως τροποποιήθηκε φέτος τον Ιούνιο, προβλέπεται ότι οι αποφάσεις όλων των πειθαρχικών οργάνων ποδοσφαίρου εκδικάζονται κατ’ έφεση στην Επιτροπή Εφέσεων της ΕΠΟ, και ότι οι αποφάσεις της τελευταίας μπορούν να προσβάλλονται στο Διαιτητικό Αθλητικό Δικαστήριο της Λωζάννης (CAS).
 Τα πειθαρχικά όργανα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, κάποια από τα οποία μάλιστα αποκαλούνται ‘δικαστικά όργανα’ στο καταστατικό της ΕΠΟ ενώ δεν είναι, λειτουργούν αμιγώς ως όργανα διαιτησίας στους κόλπους του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, πράγμα που έγινε δεκτό και με την 6050/2014 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, για τις αποφάσεις των οργάνων ή επιτροπών για την επίλυση των οικονομικών διαφορών σχετικών με το άθλημα του ποδοσφαίρου.
 Είναι επιτρεπτό, όμως, στην ελληνική έννομη τάξη, να εκδικάζονται πειθαρχικές υποθέσεις βίας στα γήπεδα, από διαιτητικά όργανα;
 Κατά τη γνώμη μου όχι, διότι σε διαιτησία μπορούν να υπαχθούν, με συμφωνία, μόνο διαφορές ιδιωτικού δικαίου, και μάλιστα μόνο αν εκείνοι που την συνομολογούν έχουν την εξουσία να διαθέτουν ελεύθερα το αντικείμενο διαφοράς (άρθρο 867 ΚΠολΔ).
 Η καταπολέμηση της βίας στα γήπεδα ασφαλώς και δεν συνιστά ‘διαφορά’, αλλά είναι ζήτημα δημόσιας τάξης, δηλαδή των θεμελιωδών αξιών και αντιλήψεων της έννομης τάξης μας.
 Περαιτέρω, αναφορικά με την σύνθεση και συγκρότηση των δικαιοδοτικών οργάνων του ποδοσφαίρου, θα ήθελα να αναφερθώ σε κάτι που είπε σε μια πρόσφατη συνέντευξη του ο αν. Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Δ. Παπαγγελόπουλος, στην εφημερίδα ‘Νέα Σελίδα’, πριν από τρεις περίπου εβδομάδες.
«Να ληφθεί πρόνοια», είπε ο κ. Υπουργός, «ώστε σε θέσεις σημαντικές ή προβεβλημένες να εναλλάσσονται οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί και να μην ανακυκλώνονται τα ίδια πρόσωπα» και ότι «χωρίς καμία αμφιβολία, η ανανέωση των προσώπων εξασφαλίζει νέες ιδέες και μεγαλύτερο ζήλο, αποτρέποντας παράλληλα την ευνοιοκρατία αλλά και άλλες προφανείς παθογένειες».
Είναι γνωστό ότι η θεωρία από την πράξη απέχει πολύ.
Η θητεία των εν ενεργεία δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών στην αθλητική Δικαιοσύνη παρατάθηκε με τροπολογία τον περασμένο Αύγουστο, ενώ ο νόμος προέβλεπε ότι θα ήταν τριετής και μη ανανεώσιμη, γεγονός που προκάλεσε την εύλογη αντίδραση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα αδιαφάνειας του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, που είναι η χειραγώγηση αγώνων για την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους από το στοίχημα.
Πέρυσι τον Μαϊο, ο αρμόδιος για θέματα αθλητισμού Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Χαράλαμπος Βουρλιώτης ανέφερε σε εγκύκλιο παραγγελία του ότι το φαινόμενο του παράνομου στοιχηματισμού αποτελεί  «πύλη σοβαρής οικονομικής αιμορραγίας για τα έσοδα του Κράτους από την απώλεια φόρων, το ποσό των οποίων, σε ετήσια βάση, προσεγγίζει το ένα δισεκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) ευρώ».
Στον Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΠΟ (άρ. 26 παρ. 6) ορίζεται ότι «προκειμένου να υπάρξει απόφαση καταδίκης για το αδίκημα της  χειραγώγησης αγώνα», ο βαθμός απόδειξης που χρειάζεται «είναι αυτός του comfortable satisfaction (όπως η έννοια αυτού έχει διαμορφωθεί σύμφωνα με τη νομολογία του C.A.S.), δηλαδή μεγαλύτερος από την απλή  πιθανολόγηση και μικρότερος από την απόδειξη πέραν πάσης αμφιβολίας».
Το 2016 το CAS έκρινε, στην υπόθεση Skënderbeu κατά UEFA, ότι το σύστημα ανίχνευσης της στοιχηματικής απάτης της UEFA (UEFA BFDS), και οι εκθέσεις της Sportradar που σχηματίζονται μετά απ’ αυτές, εξασφαλίζουν τον προαναφερθέντα βαθμό απόδειξης, και ότι είναι ικανό αποδεικτικό μέσο για την επιβολή σχετικών αθλητικών και πειθαρχικών κυρώσεων.
Οι προτάσεις μου για την αθλητική Δικαιοσύνη είναι οι εξής:
1) Να δημιουργηθεί ειδικό τμήμα αθλητικής Δικαιοσύνης, εντός του θεσμικού πλαισίου της τακτικής Δικαιοσύνης, για την εκδίκαση των πειθαρχικών υποθέσεων βίας στα γήπεδα, αλλά και όσων άλλων δεν επιτρέπεται, εκ του νόμου, η υπαγωγή τους σε διαιτησία
2) Οι εν ενεργεία δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί της αθλητικής Δικαιοσύνης να μην εκλέγονται από τη Γ.Σ. της ΕΠΟ, αλλά να ορίζονται, να επιθεωρούνται και να αξιολογούνται κατά τον τρόπο που ορίζει το Σύνταγμα και οι εφαρμοστικοί του νόμοι, να μην αμείβονται από την ΕΠΟ και, γενικότερα, να μην ασκούν τα καθήκοντά τους στην έδρα της, αλλά στον φυσικό τους χώρο, τις αίθουσες των Δικαστηρίων
3) Να ασκηθεί ουσιαστικός έλεγχος νομιμότητας όλων των κανονισμών του ποδοσφαίρου από την Πολιτεία, όπως επιβάλλει το άρθρο 27 του αθλητικού νόμου, ώστε να εναρμονιστούν επιτέλους με την ελληνική έννομη τάξη και τους κανονισμούς των υπερκείμενων ποδοσφαιρικών αρχών, και να διέπονται από τη θεμελιώδη αρχή της αναλογικότητας, ως προς τις προβλέψεις τους
4) Οι αποφάσεις των δικαιοδοτικών – διαιτητικών - πειθαρχικών οργάνων του ποδοσφαίρου να αναρτώνται στο διαδίκτυο, όπως ακριβώς συμβαίνει, «ανωνυμοποιημένα», στην τακτική Δικαιοσύνη
5) Να εφαρμοστούν επιτέλους οι οικείοι κανονισμοί του ποδοσφαίρου και να αρχίσουν να επιβάλλονται πειθαρχικές – αθλητικές κυρώσεις  για τη χειραγώγηση αγώνων για το στοίχημα, σύμφωνα με την νομολογία του CAS,  ώστε να μην απαξιώνονται οι εκθέσεις ανίχνευσης στοιχηματικής απάτης της UEFA, όπως δυστυχώς συμβαίνει μέχρι σήμερα στην Ελλάδα
6) Τέλος, τόσο για την αθλητική όσο και για την ποινική (κυρίως) Δικαιοσύνη, προτείνω να δημιουργηθεί ένα συντονιστικό και επιχειρησιακό Σώμα ανίχνευσης και καταπολέμησης της στοιχηματικής απάτης και των χειραγωγημένων αγώνων, από στελέχη της Γ.Γ. Καταπολέμησης της Διαφθοράς, της Ανεξάρτητης Αρχής του ν. 3691/2008, για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, της Επιτροπής Ελέγχου Παιγνίων, της Εισαγγελικής Αρχής (Εισαγγελέων εγκλημάτων διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος) και της Ελληνικής Αστυνομίας (οικονομική Αστυνομία).
Παράλληλα, να ρυθμιστεί επιτέλους το ‘στοιχηματικό τοπίο’, ώστε να μην φτάσουμε να βλέπουμε στοιχήματα και σε αγώνες σχολικών πρωταθλημάτων!

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Θ. Φορτσάκης, Η ανομία στον αθλητισμό




Θεόδωρος Φορτσάκης
Καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών
τ. Πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Βουλευτής Επικρατείας ΝΔ

Η ανομία στον αθλητισμό

(Εισήγηση στην ετήσια σύνοδο του ΙΔΕΑΔ 29-10-2018) 

Διάγραμμα
Εισαγωγή
Α - Η νομοθέτηση στο πεδίο του αθλητικού δικαίου: διαδοχικές μεταβολές, τροπολογίες και φωτογραφικές διατάξεις
Β - Η μη εκτέλεση αθλητικών διατάξεων: παρατάσεις στην έναρξη ισχύος, μη έκδοση των προβλεπόμενων κανονιστικών πράξεων
Συμπεράσματα

Εισαγωγή[1]

Τις τελευταίες δεκαετίες απασχολεί όλο και περισσότερο το νομικό κόσμο το ζήτημα της καλής νομοθέτησης. Ο σύγχρονος νομικός δεν περιορίζεται στην ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων δικαίου, αλλά ενδιαφέρεται εξίσου για την ποιότητά τους, από άποψη νομοτεχνική, ουσιαστική και λειτουργική. Ένας νόμος πρέπει να χαρακτηρίζεται από πληρότητα, ενότητα και σαφήνεια, να αποτελεί έκφραση της γενικής θέλησης και να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Το ελληνικό Σύνταγμα περιλαμβάνει συγκεκριμένες ρυθμίσεις για τη νομοπαραγωγική διαδικασία, ιδίως στα άρθρα 73 έως 77, τα οποία ρυθμίζουν τη νομοθετική λειτουργία της Βουλής, αλλά και στο άρθρο 43, το οποίο ρυθμίζει την κανονιστική αρμοδιότητα της Διοίκησης.
Στις έννομες τάξεις όπου προβλέπονται δύο νομοθετικά σώματα, το δεύτερο (η Γερουσία ή Άνω Βουλή) διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη νομοτεχνική βελτίωση των νομοσχεδίων του πρώτου (Εθνοσυνέλευση ή Βουλή των Αντιπροσώπων ή, απλά, Βουλή).
Σε διεθνές επίπεδο προωθείται η εμβάθυνση της δημοκρατικής νομιμοποίησης των κανόνων δικαίου μέσω της συμμετοχικής δημοκρατίας. Ένας τέτοιος θεσμός είναι η δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση επί σχεδίων νόμων πριν να κατατεθούν στη Βουλή, που εισήχθη στο ελληνικό δίκαιο με το Ν. 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης» (Α΄ 34). Μέχρι σήμερα δεν έχει πάντως μελετηθεί αν και σε ποιο βαθμό η πολιτική εξουσία λαμβάνει υπόψη τις σχετικές παρατηρήσεις των πολιτών.
Η ελληνική έννομη τάξη εξακολουθεί να διατηρεί μέχρι σήμερα όλες τις διαχρονικές της παθογένειες: έλλειψη σταθερότητας, ασφάλειας και σαφήνειας του δικαίου, πολυνομία, κακονομία και στρεψονομία, που όλα μαζί συνεπάγονται, με μια λέξη, ανομία[2].
Αν υπάρχει ένας τομέας που συγκεντρώνει όλες αυτές τις παθογένειες, αυτός δεν είναι άλλος από τον αθλητισμό. Η κατάσταση ανομίας δεν περιορίζεται μόνο στο ποδόσφαιρο, στο οποίο είναι αφιερωμένη η σημερινή ημερίδα. Προσδιορίζει ολόκληρη την αθλητική νομοθεσία και αφορά τόσο στη νομοθέτηση (Α) όσο και στην εκτέλεση των σχετικών κανόνων δικαίου (Β).

Α - Η νομοθέτηση στο πεδίο του αθλητικού δικαίου: διαδοχικές μεταβολές, τροπολογίες και φωτογραφικές διατάξεις

Το ελληνικό αθλητικό δίκαιο χαρακτηρίζεται από αλλεπάλληλες μεταβολές της νομοθεσίας. Η ψήφιση ολοκληρωμένων αθλητικών νομοσχεδίων έχει γίνει η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Δηλαδή τη νομοθέτηση σε αθλητικά ζητήματα με πολυάριθμες τροπολογίες που προστίθενται ως «άλλες διατάξεις» σε άσχετα νομοσχέδια. Στο πλαίσιο αυτής της πρακτικής δεν λείπουν και οι λεγόμενες «φωτογραφικές» διατάξεις για την ατομική εξυπηρέτηση των κατά περίπτωση ωφελουμένων.
Αναφέρω συγκεκριμένα παραδείγματα προκειμένου να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος:
1) Για τις διαρκείς μεταβολές της νομοθεσίας:
α) Με το άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 4326/2015 «Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της βίας στον αθλητισμό και άλλες διατάξεις» (Α΄ 49/13-5-2015) ορίστηκε η ανασυγκρότηση των πειθαρχικών και δικαιοδοτικών οργάνων του ποδοσφαίρου, που αποτελούνται εφεξής από τακτικούς δικαστές (Πρωτοδίκες στα πρωτοβάθμια όργανα και Προέδρους Πρωτοδικών στα δευτεροβάθμια όργανα). Εντός του ίδιου έτους, με το άρθρο 67 παρ. 1, που, κατά τη γνωστή μέθοδο, περιλήφθηκε στις «άλλες διατάξεις του Ν. 4356/2015 (Α΄ 181/24-12-2015), η προαναφερόμενη διάταξη αντικαταστάθηκε με νέα, που καθορίζει επιπλέον τη συμμετοχή Αρεοπαγιτών και Προέδρων Εφετών στο Διαιτητικό Δικαστήριο Ποδοσφαίρου. Καθίσταται, λοιπόν, αντιληπτό με πόση προχειρότητα νομοθετεί η πολιτική εξουσία για ένα τόσο σοβαρό θέμα, όπως είναι η συμμετοχή τακτικών δικαστών στα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου. Ένα νέο νομικό καθεστώς μεταβάλλεται πριν να παρέλθει ούτε ένα έτος από την έναρξη ισχύος του.
β) Στο Ν. 2725/1999 «Ερασιτεχνικός και επαγγελματικός αθλητισμός και άλλες διατάξεις» (Α΄ 121) προστέθηκε, με το άρθρο 7 του Ν. 3057/2002 (Α΄ 239), άρθρο 41ΣΤ΄ για τον ποινικό κολασμό των αδικημάτων βίας με αφορμή αθλητικές διοργανώσεις. Το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε έκτοτε έξι φορές[3]! Ειδικότερα, η παράγραφος 6 αυτού, ενώ τροποποιήθηκε προς το αυστηρότερο με το άρθρο 20 παρ. 1 του Ν. 3472/2006 (Α΄ 135), τροποποιήθηκε και πάλι προς το ηπιότερο με το άρθρο 34 παρ. 1 του Ν. 3773/2009 (Α΄ 120). Πώς, λοιπόν, να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα φαινόμενα βίας στις αθλητικές οργανώσεις, όταν ο ίδιος ο νομοθέτης αλλάζει διαρκώς άποψη για την ποινική μεταχείριση των δραστών;
2) Για τη διαρκή νομοθέτηση μέσω τροπολογιών:
α) Ο Ν. 4326/2015 (A΄ 49) είναι ο μοναδικός αμιγώς αθλητικός νόμος που έχει ψηφιστεί τα τελευταία χρόνια. Όλες οι άλλες ρυθμίσεις ψηφίστηκαν μέσω τροπολογιών. Ο δε Ν. 4373/2016 «Αναγκαίες ρυθμίσεις για την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με το νέο Κώδικα Αντιντόπινγκ του Παγκόσμιου Οργανισμού Αντιντόπινγκ και άλλες διατάξεις» (Α΄ 49) περιλαμβάνει 25 άρθρα για το αντιντόπινγκ και... 29 άρθρα για τις «άλλες διατάξεις». Δηλαδή οι «άλλες διατάξεις» είναι περισσότερες από το κύριο αντικείμενο του νόμου!
β) Ο ίδιος ο βασικός αθλητικός Ν. 2725/1999 (Α΄ 121) έχει πλέον καταστεί ένα «κολλάζ» τροπολογιών. Στο μεγαλύτερο μέρος του έχει τροποποιηθεί σε τέτοια έκταση και τόσες πολλές φορές, ώστε δεν διατηρεί παρά ένα μικρό μέρος από τις αρχικές του διατάξεις.
Αυτή η κατάσταση είναι αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο ασκείται η νομοθετική λειτουργία. Εν προκειμένω, δηλαδή, η Βουλή, καίτοι φορέας άσκησης της νομοθετικής εξουσίας, περιορίζεται στην απλή «επικύρωση» των διατάξεων που μέσω τροπολογιών εισάγει ο εκάστοτε αρμόδιος υπουργός. Ωσάν δηλαδή η νομοθετική εξουσία να έχει στην πράξη εκχωρηθεί από τη Βουλή στην Κυβέρνηση[4].
3) Για τις λεγόμενες «φωτογραφικές» διατάξεις θα περιοριστώ να αναφερθώ στο άρθρο 34 του Ν. 2725/1999 με αντικείμενο τις παροχές σε διακρινόμενους αθλητές. Και αναφέρομαι στο συγκεκριμένο άρθρο, διότι καθίσταται ευχερώς αντιληπτό τι συμβαίνει όταν πρόκειται για διατάξεις που, όπως προανέφερα, έχουν ως αντικείμενο «παροχές». Το άρθρο αυτό έχει διαδοχικά τροποποιηθεί 10 φορές, από τις οποίες 6 φορές μόνο την τελευταία τριετία από την ίδια Κυβέρνηση[5]! Τέτοιες ρυθμίσεις, ενώ αρχικά προβλέφθηκαν για την έμπρακτη απόδοση τιμής και επιβράβευση της προσπάθειας των διακρινόμενων αθλητών, καταλήγουν συχνά να εξυπηρετούν συγκεκριμένα πρόσωπα ή αριθμό προσώπων, κυρίως για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Έτσι, με την πολύ πρόσφατη υπ’ αρ. 686/2018 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκαν αντισυνταγματικές επιμέρους διατάξεις της παραγράφου 8 του εν λόγω άρθρου, ως αντίθετες στις συνταγματικές αρχές της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ), της αξιοκρατίας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ) και της ορθολογικής οργάνωσης της παρεχόμενης εκπαίδευσης (άρθρο 16 Σ), σε συνδυασμό με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας μέτρου/σκοπού. Συγκεκριμένα, κρίθηκαν οι αντισυνταγματικές οι διατάξεις που προβλέπουν: i) την πριμοδότηση αθλητών ακόμα και για επιτυχίες σε αθλητικούς αγώνες ήσσονος σημασίας, ii) την καθ’ υπέρβαση εισαγωγή αθλητών στις ανώτατες σχολές στο δυσανάλογα υψηλό ποσοστό του 4,5% των προβλεφθεισών θέσεων, το οποίο παρίσταται αυθαίρετο ενόψει και του πάγιου χαρακτήρα της ρύθμισης αυτής, η οποία δεν προϋποθέτει οποιαδήποτε επίκαιρη εκτίμηση της δυνατότητας μιας σχολής για απορρόφηση σπουδαστών, και iii) την εισαγωγή διακριθέντος αθλητή σε σχολή της προτίμησής του, εφόσον συγκεντρώσει αριθμό μορίων τουλάχιστον ίσο με το 90% του αριθμού των μορίων του τελευταίου εισαχθέντος στη συγκεκριμένη σχολή στο ίδιο ακαδημαϊκό έτος, μετά την προσαύξηση του συνόλου των μορίων του από τις αθλητικές του διακρίσεις.
Αποτέλεσμα βέβαια αυτής της νομολογίας είναι να εγγραφεί ο αιτών στο πανεπιστήμιο ως υπεράριθμος, «χωρίς πάντως να θιγούν οι ήδη εισαχθέντες αθλητές», όπως ρητά αναφέρεται στην απόφαση. Δηλαδή χωρίς συγχρόνως να διαγραφούν από το πανεπιστήμιο όσοι παρανόμως εισήχθησαν σε αυτό. Οπότε μπορεί να ειπωθεί ότι, έστω προσωρινά, η πολιτική εξουσία πέτυχε τον -όποιο- σκοπό για τον οποίο θέσπισε τις διατάξεις αυτές.

Β - Η μη εκτέλεση αθλητικών διατάξεων: παρατάσεις στην έναρξη ισχύος, μη έκδοση των προβλεπόμενων κανονιστικών πράξεων

Περνώντας ακολούθως στο ζήτημα της εκτέλεσης των νόμων στο χώρο του αθλητισμού, δεν θα αναφερθώ στις πολυάριθμες διατάξεις που δεν προβλέπουν έννομες συνέπειες για την παραβίασή τους (leges imperfectae). Θα αναφερθώ όμως συνοπτικά σε παραδείγματα σχετικά με την πρακτική των παρατάσεων στην έναρξη ισχύος των νόμων, είτε με νεότερους νόμους είτε με κανονιστικές πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση νόμου. Και τέλος, θα αναφέρω παραδείγματα για την ευρεία χρήση νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων από τη Βουλή που όμως ουδέποτε υλοποιούνται με την έκδοση των προβλεπόμενων κανονιστικών πράξεων από τη Διοίκηση.
Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνω συγκεκριμένα τα εξής:
1) Για τις διαδοχικές παρατάσεις στην έναρξη εφαρμογής νόμου ή συγκεκριμένων διατάξεών του:
α) Αναφέρω την παράταση στην έναρξη ισχύος των κανονιστικών πράξεων του άρθρου 33 παρ. 9 του Ν. 2725/1999, όπως ισχύει[6], για την υποχρεωτική έκδοση κάρτας υγείας των αθλητών. Παράταση στην έναρξη ισχύος, παρόλο που ήδη ορίζεται ότι η πιστοποίηση της υγείας των αθλητών είναι υποχρεωτική και αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή τους σε προπονήσεις και αγώνες.
β) Υπενθυμίζω, αντιστοίχως, τις παλαιότερες παρατάσεις στην έναρξη ισχύος και άλλων διατάξεων του Ν. 2725/1999 ή των αντίστοιχων κανονιστικών πράξεων: i) του άρθρου 41 Ε για την ηλεκτρονική εποπτεία αθλητικών εγκαταστάσεων[7], ii) το ηλεκτρονικό εισιτήριο (άρθρο 41 Γ παρ. 6)[8], iii) την άδεια λειτουργίας αθλητικών εγκαταστάσεων (αρθρο 56Β[9]).
2) Για τη μη εφαρμογή αθλητικών διατάξεων λόγω μη έκδοσης των προβλεπόμενων κανονιστικών πράξεων:
α) Το άρθρο 127 του Ν. 2725/1999[10] περιλαμβάνει νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις για τα εξής:
i) Έκδοση προεδρικού διατάγματος μετά από πρόταση του Υπουργού Πολιτισμού για τον καθορισμό του εν γένει τρόπου λειτουργίας του Ανώτατου Συμβουλίου Επίλυσης Αθλητικών Διαφορών (Α.Σ.Ε.Α.Δ.), τη διαδικασία συζήτησης των προσφυγών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την οργάνωση και λειτουργία του οργάνου.
ii) Έκδοση απόφασης του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού για τη ρύθμιση των θεμάτων κοινής στέγασης, γραμματειακής και επιστημονικής υποστήριξης των δικαιοδοτικών οργάνων και επιτροπών των άρθρων 95, 119, 122 και 127 Β. Επίσης, έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού για την αποζημίωση των μελών των εν λόγω δικαιοδοτικών οργάνων.
β) Το άρθρο 128 ΣΤ΄ του ίδιου νόμου[11] περιλαμβάνει επίσης πλήθος νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων στο πλαίσιο της εφαρμογής των ρυθμίσεων για την αντιμετώπιση του ντόπινγκ.
Πρόκειται για νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις με αντικείμενο τη ρύθμιση εξαιρετικά σημαντικών ζητημάτων, οι οποίες όμως μέχρι σήμερα ουδέποτε υλοποιήθηκαν.

Συμπεράσματα

Από την περιπτωσιολογία που ανέπτυξα στο πλαίσιο της εισήγησής μου, συνάγω συμπερασματικά τα εξής:
α) Η νομοθέτηση στο ποδόσφαιρο, αλλά και γενικότερα στον αθλητισμό, πόρρω απέχει από τις αρχές της καλής νομοθέτησης. Όχι μόνο με βάση τα διεθνή πρότυπα, αλλά και με όσα ορίζει το Σύνταγμά μας και ο σχετικός Ν. 4048/2012.
β) Η χαοτική κατάσταση του αθλητικού δικαίου, με τις διαδοχικές νομοθετικές μεταβολές, τις αλλεπάλληλες τροπολογίες, τις φωτογραφικές διατάξεις, τις παρατάσεις στην έναρξη ισχύος των νόμων, τη μη έκδοση των προβλεπόμενων κανονιστικών πράξεων δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποσκοπεί ή ότι συμβάλλει στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Η νομοπαραγωγική διαδικασία πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης. Δεν μπορεί λ.χ. η συνταγματική απαγόρευση προσθήκης ή τροπολογίας άσχετης με το κύριο αντικείμενο του νομοσχεδίου ή της πρότασης νόμου (άρθρο 74 παρ. 5 εδ. γ΄ Σ) να καθίσταται κενό γράμμα, μια συνταγματική lex imperfecta, επειδή εκφεύγει του δικαστικού ελέγχου ως internum corporis του νομοθετικού σώματος. Στο ίδιο πλαίσιο πρέπει να αναθεωρηθούν και οι συνταγματικές διατάξεις για την κανονιστική αρμοδιότητα της Διοίκησης.
Και πέρα από τη διασφάλιση των αυτονόητων, όπως είναι η διάκριση των εξουσιών και οι θεσμικές εγγυήσεις για την καλή λειτουργία τους, πρέπει να ασχοληθούμε επιτέλους με την εμβάθυνση της Δημοκρατίας. Αυτό προϋποθέτει τη θεσμική κατοχύρωση διαδικασιών και οργάνων προς τρεις κατευθύνσεις: α) ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στη νομοπαραγωγική διαδικασία, β) δημόσιος έλεγχος της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας, και γ) ποιοτική αναβάθμιση των παραγόμενων κανόνων δικαίου τόσο από τη Βουλή όσο και από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση.



[1] Ο συγγραφέας ευχαριστεί το συνεργάτη του Αλέξανδρο Μαντζούτσο, Δικηγόρο, Δ.Ν., για τη συνεισφορά του στη συγγραφή του παρόντος.
[2] Για το φαινόμενο της κακής νομοθέτησης στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, βλ., αντί πολλών, Β. Σκουρή, Η κρίση της νομοθετικής λειτουργίας - καλύτερο δίκαιο με λιγότερους νόμους, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 1987, αναδημοσίευση στο Προσανατολισμοί στο δημόσιο δίκαιο Ι, Εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 59 επ.. Πρβλ. την πρόσφατη μελέτη των Δ. Σωτηρόπουλου – Λ. Χριστόπουλου, Πολυνομία, Κακονομία και Γραφειοκρατία στην Ελλάδα, διαΝΕΟσις, Νοέμβριος 2017, https://www.dianeosis.org/research/polynomia-kai-kakonomia/
[3] Με τα άρθρα 8 του Ν. 3207/2003 (Α΄ 24), 6 του Ν. 3262/2004 (Α΄ 173), 20 του Ν. 3472/2006 (Α΄ 135), του Ν. 3708/2008 (Α΄ 210), 34 παρ. 1 του Ν. 3773/2009 (Α΄ 120), του Ν. 4049/2012 (Α΄ 35), 4 του Ν. 4326/2015 (Α΄ 49).
[4] Για την τάση αποδυνάμωσης του κλασικού νομοπαραγωγικού ρόλου της Βουλής, τη νομοπαραγωγική δράση της Διοίκησης και τον αποφασιστικό ρόλο της Κυβέρνησης στην κατάρτιση των νόμων, βλ. σχετικά Ν. Αλιβιζάτο, Βουλή και κυβέρνηση στη νομοθετική λειτουργία, Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης 1/1981, σελ. 80-94.
[5] Με τα άρθρα 18 παρ. 8 του Ν. 3708/2008 (Α΄ 210), 17 του Ν. 3748/2009 (Α΄ 29), 53 του Ν. 4049/2012 (Α΄ 35), 38 του Ν. 4115/2013 (Α΄ 24), 11 παρ. 3 και 17 του Ν. 4326/2015 (Α΄ 49), 6 παρ. 5 της ΠΝΠ της 30ής-12-2015 (Α΄ 184), 23, 31-32, 44 και 47 του N. 4373/2016 (Α΄ 49), 66 παρ. 2 του Ν. 4410/2016 (Α΄ 141), 17 παρ. 1 του Ν. 4429/2016 (Α΄ 199) και 17 του Ν. 4479/2017 (Α΄ 94).
[6] Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 παρ. 1 του Ν. 3708/2008 (Α΄ 210) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 4479/2017 (Α΄ 94).
[7] Όπως προστέθηκε με το άρθρο 6 του Ν. 3057/2002 (Α΄ 239) και τροποποιήθηκε με τα άρθρα 5 του Ν. 3262/2004 (Α΄ 173), 1 παρ. 2 του Ν. 3372/2005 (Α΄ 187), 8 του Ν. 3708/2008 (Α΄ 210), 2 παρ. 8 και 10 του Ν. 4326/2015 (Α΄ 49).
[8] Όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3372/2005 (Α΄ 187), τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 3708/2008, αντικαταστάθηκε εκ νέου με τα άρθρα 6 του Ν. 4049/2012 (Α΄ 35), 2 παρ. 7 του Ν. 4326/2015 (Α΄ 49), 66 παρ. 3 του Ν. 4410/2016 (Α΄ 141) και τροποποιήθηκε με τα άρθρα 115 του Ν. 4446/2016 (Α΄ 240), 3 του Ν. 4479/2016 (Α΄ 94) και 37 του Ν. 4508/2017.
[9] Όπως προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν. 4479/2017 (Α΄ 94).
[10] Όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 47 του Ν. 3057/2002 (Α΄ 239). Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 14 του Ν. 3262/2004 (Α΄ 173) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 παρ. 3 του Ν. 4049/2012 (Α΄ 35)
[11] Όπως προστέθηκε με το άρθρο 57 του Ν.3057/2002 (Α΄ 239), τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 παρ. 2 του Ν. 3708/2008 (Α΄ 210), αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του Ν. 4049/2012 (Α΄ 35) και τροποποιήθηκε εκ νέου με το άρθρο 123 του Ν. 4446/2016 (Α΄ 240).

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018

Α. Καραμανλή, Ποδόσφαιρο, πολιτική και νομοθεσία /Τοποθέτηση-παρέμβαση στην ετήσια σύνοδο ΙΔΕΑΔ 2018




Θα ήθελα καταρχάς να συγχαρώ το διοργανωτή της σημερινής ημερίδας: το Ινστιτούτο Διεθνούς και Ελληνικού Αθλητικού Δικαίου.
Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό να αναλαμβάνονται τέτοιες πρωτοβουλίες και μάλιστα από φορείς με βαθιά γνώση θεμάτων του αθλητισμού, αλλά και της δικαιοσύνης.
Και αυτή τη γνώση οφείλουμε να την κεφαλαιοποιήσουμε και να αναδείξουμε το ρόλο αυτών των φορέων ως πολύτιμων συμβούλων της Πολιτείας και αρωγών στην προσπάθεια για την αναβάθμιση του αθλητισμού.
Αντικείμενο της σημερινής συζήτησης είναι η αλληλεπίδραση ανάμεσα στο ποδόσφαιρο και την πολιτική και το ρόλο που διαδραματίζει σε αυτή τη σχέση η νομοθεσία.
Πιστεύω πως κανείς δεν θα διαφωνήσει ότι υπάρχουν σοβαρές παθογένειες και κακώς κείμενα στο ελληνικό ποδόσφαιρο, τα οποία πρέπει να διορθωθούν.
Και είναι διαχρονική και καθολική η απαίτηση του φίλαθλου κόσμου για διαφάνεια, ξεκάθαρους κανόνες και απόλυτη ισονομία.
Το ερώτημα είναι γιατί η πολιτική συχνά δεν ανταποκρίνεται σε αυτή της την αποστολή και μπαίνει στον πειρασμό να εργαλειοποιήσει το ποδόσφαιρο και να το χρησιμοποιήσει για την επίτευξη άλλων πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Τα κόμματα οφείλουν πρώτα και κύρια να είναι συνεπή στα όσα υποστηρίζουν και να μην αλλάζουν θέσεις σαν τα πουκάμισα.
Θα επικαλεστώ το παράδειγμα του κυβερνώντος κόμματος, του Σύριζα: στο προεκλογικό του πρόγραμμα μιλούσε για ένα αντιπροσωπευτικότερο εκλογικό σύστημα στην ΕΠΟ, που θα ενίσχυε τη διαφάνεια.
Ως Κυβέρνηση ψήφισε ένα σύστημα ακόμα λιγότερο αντιπροσωπευτικό από αυτό που κατήγγειλε στο παρελθόν.
            Παράδειγμα δεύτερο: είδαμε τον πρώτο Υφυπουργό της Κυβέρνησης να νομοθετεί κατά του αυτοδιοίκητου στο ποδόσφαιρο, προτάσσοντας το ρόλο της ελληνικής νομοθεσίας και του Συντάγματος.
Για να δούμε στη συνέχεια τον διάδοχό του να ξηλώνει αυτό το νομοθέτημα με αλλεπάλληλες τροπολογίες που κινούνταν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.
Παράδειγμα τρίτο: ο πρώτος Υφυπουργός νομοθέτησε τη δυνατότητα να επιβάλλει ο αρμόδιος Υπουργός κυρώσεις και πρόστιμα για την τέλεση επεισοδίων.
Για να έρθει ο επόμενος να διαγράφει πρόστιμα που έχουν επιβληθεί με βάση το νόμο του προκατόχου του.
Θα μπορούσα να συνεχίσω με τη νομοθέτηση της Κάρτας Φιλαθλου, που παίρνει συνεχείς παρατάσεις και έχει καταστεί στην πράξη μέτρο ανεφάρμοστο.
Ή με την πλέον πρόσφατη τροπολογία που αποδομεί σε ένα ακόμη σημείο το ν.4326/2015 (νόμος Κοντονή), επιτρέποντας την ανανέωση της θητείας των τακτικών δικαστών από την ίδια την ΕΠΟ.
Δεν θα ισχυριστώ ότι δεν υπήρξε λανθασμένη προσέγγιση και από προηγούμενες κυβερνήσεις.
Όπως και κακοί χειρισμοί από την πλευρά αθλητικών παραγόντων, αφού, όπως λένε το ταγκό θέλει πάντα δύο.
Και ασφαλώς φέρουν και αυτοί ευθύνη, καθώς δεν προστατεύουν ως όφειλαν, το ίδιο τους το προϊόν.
Είδαμε όμως αυτή την Κυβέρνηση να εντάσσει το ποδόσφαιρο στο μικροπολιτικό της σχεδιασμό και να προσπαθεί μέσα από ενέργειες αποσπασματικές να ελέγξει κάθε πτυχή του.
Και όλα αυτά τα έβαλε κάτω από το μανδύα της δήθεν κανονικότητας.
Είδαμε, λοιπόν, στην πρόσφατη ιστορία της αθλητικής νομοθεσίας να ψηφίζονται, κατά πάγια τακτική, διατάξεις αποσπασματικές, φωτογραφικές, επικοινωνιακές και τελικά προβληματικές, επειδή δεν εντάσσονται σε ένα ολοκληρωμένο και συγκροτημένο σχέδιο.
Εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκο Μητσοτάκη και ως Αναπληρώτρια Τομεάρχης Πολιτισμού και Αθλητισμού θα ήθελα να σας μεταφέρω τη σταθερή μας θέση:
·         απόλυτη τήρηση της διαφάνειας και της νομιμότητας παντού.
·         άτεγκτη εφαρμογή του νόμου για όλους, χωρίς αστερίσκους και χωρίς παραθυράκια.
Και από αυτόν τον κανόνα δεν μπορεί να εξαιρεθεί το ποδόσφαιρο.
Θεωρούμε επιβεβλημένη την ανάγκη ενός νέου αθλητικού νόμου που θα αντιμετωπίζει συνολικά τα ζητήματα του αθλητισμού και κατ΄επέκταση του ποδοσφαίρου, λαμβάνοντας υπόψη το αυτοδιοίκητο, αλλά χωρίς να αφήνει περιθώριο για συνεχή μπαλώματα και πελατειακές λογικές. 
Ταυτόχρονα προτεραιότητά μας είναι να κωδικοποιηθεί και να απλουστευθεί η αθλητική νομοθεσία ώστε να υπάρχει ένα ενιαίο σώμα διατάξεων και κανονιστικών ρυθμίσεων, κάτι που δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. 
Θα κλείσω με την ευχή οι επόμενες πολιτικές που θα εφαρμοστούν στο ελληνικό ποδόσφαιρο, να είναι αυτές που θα το βγάλουν από το υποτιμητικό καθετώς επιτροπείας, στο οποίο βρίσκεται σήμερα.
Τότε θα έχει επιτευχθεί ο στόχος της επιστροφής στην κανονικότητα και θα έχει ανακτήσει το ελληνικό ποδόσφαιρο τη χαμένη του αξιοπιστία.
        Άννα Καραμανλή
Βουλευτής Ν.Δ.
Αναπληρώτρια Τομεάρχης
          Πολιτισμού & Αθλητισμού