YOUTUBE

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Ν. Λαγαρίας, ΤΟ «ΝΕΟ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΟ» ΤΗΣ ΕΠΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΑ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΑ - Η περίπτωση της «διαιτητικής» Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Οικονομικών Διαφορών

Το ΙΔΕΑΔ έγκαιρα είχε προειδοποιήσει για τις αβελτηρίες του νόμου Κοντονή (Ν.4326/2015) σε ημερίδα του αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου, με την παρουσία μάλιστα του ίδιου του Υπουργού. Δυστυχώς δεν εισακουσθήκαμε, και μέχρι και σήμερα το ελληνικό ποδόσφαιρο βιώνει τις αρνητικές συνέπειες αυτών των αβελτηριών. Μια από αυτές επισημαίνει εύστοχα το κείμενο που ακολουθεί του φίλου και συνεργάτη μας, δικηγόρου Νικολάου Λαγαρία.


Δημοσίευμα αθλητικής εφημερίδας ανέφερε στις 27.7.2018 ότι το τμήμα εφέσεων του διαιτητικού δικαστηρίου ποδοσφαίρου της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ) επέφερε ένα καίριο πλήγμα στον ν. 4326/2015, στον λεγόμενο «νόμο Κοντονή», κρίνοντας εμμέσως πλην σαφώς, σε μια υπόθεση «ρουτίνας», ότι στην Πρωτοβάθμια Επιτροπή Επίλυσης Οικονομικών Διαφορών (ΠΕΕΟΔ) μπορεί να υπηρετεί συνταξιούχος – και όχι τακτικός -  δικαστής.
Εν αναμονή του σκεπτικού αυτής της απόφασης θα ήθελα να συνεισφέρω στην επιστημονική κοινότητα του αθλητικού δικαίου τις παρακάτω σκέψεις, για το θεσμικό θέμα της σύνθεσης και της λειτουργίας της ΠΕΕΟΔ:
1
Το «νέο αυτοδιοίκητο» της ΕΠΟ
Σύμφωνα με το ισχύον κωδικοποιημένο καταστατικό της η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (ΕΠΟ) είναι ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, τριτοβάθμιο σωματείο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, το οποίο διέπεται από τους κανόνες της ελληνικής έννομης τάξης και λειτουργεί με βάση το καταστατικό της και τους κανόνες και τις οδηγίες των FIFA και UEFA.
Το «παλαιό αυτοδιοίκητο»
Η προϊσχύσασα διάταξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 12 του άρθρου 29 του ν. 3479/2006, που είχε θεσμοθετήσει το λεγόμενο «αυτοδιοίκητο» της ΕΠΟ, προέβλεπε ότι όλα τα θέματα λειτουργίας και οργάνωσης του αθλήματος της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας και των μελών της ρυθμίζονταν αυτόνομα από αυτήν και τα όργανά της, σύμφωνα με το καταστατικό και τους κανονισμούς της, καθώς και αυτούς που καθορίζονταν από την Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια Συνομοσπονδία Ποδοσφαίρου, ακόμη και αν προβλέπονταν διαφορετικές ρυθμίσεις στο ν. 2725/1999, όπως ίσχυε, και στην εν γένει αθλητική νομοθεσία.
Το «νέο αυτοδιοίκητο»
Η παραπάνω διάταξη καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4326/2015, και με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, του ίδιου νόμου, θεσμοθετήθηκε το «νέο  αυτοδιοίκητο» της ΕΠΟ, ως εξής:
«Θέματα του ποδοσφαίρου και της οργάνωσης και λειτουργίας της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, ρυθμίζονται από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (ΕΠΟ), στο πλαίσιο της αυτοδιοικητικής λειτουργίας της σύμφωνα με το καταστατικό και τους κανονισμούς της, τα οποία πρέπει να είναι εναρμονισμένα με το Σύνταγμα, την κείμενη νομοθεσία, με δεδομένο ότι η ΕΠΟ διαχειρίζεται τις υποθέσεις της, ανεξάρτητα και χωρίς επιρροή από τρίτους, και σύμφωνα με τους κανονισμούς της Παγκόσμιας και Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου, μέλος των οποίων αποτελεί η ΕΠΟ».
«Νέο αυτοδιοίκητο» και «ρήτρα νομιμότητας»
Η διαφορά μεταξύ του προϊσχύσαντος και του «νέου αυτοδιοίκητου» έγκειται στην ρητή θεσμοθέτηση μιας «ρήτρας νομιμότητας». Η ΕΠΟ μπορεί μεν να «αυτοδιοικείται», τα κανονιστικά της κείμενα όμως, βάσει των οποίων «αυτοδιοικείται», πρέπει να είναι εναρμονισμένα με το Σύνταγμα και την κείμενη νομοθεσία.
Ωστόσο παρατηρείται ότι, τουλάχιστον από νομικής άποψης,  αυτό ίσχυε ανέκαθεν, εν τοις πράγμασι. Η ΕΠΟ είναι ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι χρειάζεται και ιδιαίτερη «υπόμνηση», στο καταστατικό της, για να μην παραβιάζει το Σύνταγμα και τους νόμους της ελληνικής Πολιτείας.
2
Η νομική φύση της υπόστασης της ΠΕΕΟΔ της ΕΠΟ
και των αποφάσεών της
Η ΠΕΕΟΔ θεσμοθετήθηκε με τα άρθρα 20 παρ. 2 και 22 παρ. 2 του κανονισμού ιδιότητας μετεγγραφών ποδοσφαιριστών (ΚΙΜΠ) της ΕΠΟ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 1 και 4 του δικονομικού κανονισμού επιτροπής επίλυσης οικονομικών διαφορών ΕΠΟ. Είναι ένα δικαιοδοτικό όργανο της ΕΠΟ και του επαγγελματικού ποδοσφαίρου το οποίο επιλύει εργατικές – οικονομικές διαφορές ανάμεσα σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές / προπονητές / διαμεσολαβητές και ομάδες-ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες.
Σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις, κατά την ενάσκηση της δικαιοδοσίας της η ΠΕΕΟΔ λαμβάνει υπόψη, εκτός βεβαίως από τα κανονιστικά κείμενα της ΕΠΟ, το εργατικό δίκαιο.
Η τακτική Δικαιοσύνη έχει κρίνει ad hoc (για την ΠΕΕΟΔ και το διαιτητικό δικαστήριο ποδοσφαίρου), το 2014, ενώ δηλαδή ίσχυε το «παλαιό αυτοδιοίκητο» της παρ. 12 του άρθρου 29 του ν. 3479/2006, ότι οι αποφάσεις των οργάνων ή επιτροπών που συνιστώνται, στο πλαίσιο της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης, από το καταστατικό και τους κανονισμούς της ΕΠΟ, για την επίλυση των οικονομικών διαφορών σχετικών με το άθλημα του ποδοσφαίρου, μετά από συμφωνία των μερών για υπαγωγή τους στα όργανα αυτά, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 867 επ. ΚΠολΔ, είναι αποφάσεις δικαιοδοτικών, διαιτητικών οργάνων (ΕφΑθ 6050/2014).
Οι αποφάσεις της ΠΕΕΟΔ δεν είναι εκτελεστές (άρ. 904 ΚΠολΔ)
Είναι γνωστό στους παροικούντες την ποδοσφαιρική Ιερουσαλήμ ότι σήμερα οι αποφάσεις της ΠΕΕΟΔ δεν είναι εκτελεστές, υπό την έννοια της Πολιτικής Δικονομίας. Και τούτο συνιστά, αναμφίβολα, ένδειξη ανυπόστατού τους.
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις αποφάσεις των επιτροπών επίλυσης οικονομικών διαφορών του άρθρου 95 του αθλητικού νόμου (ν. 2725/1999), που είναι θεσμοθετημένα όργανα μόνιμης διαρκούς διαιτησίας και η σύνθεσή τους αποτελείται, στον πρώτο βαθμό, από τρεις τακτικούς Δικαστές και δύο εκπροσώπους των φορέων (αθλητών-ομάδων), κατά προτίμηση νομικούς.
3
Η σύνθεση της ΠΕΕΟΔ, σύμφωνα με τον νόμο
και τους κανονισμούς της ΕΠΟ

Ο «νόμος Κοντονή»
Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4326/2015, που είναι νεότερη και ειδικότερη εκείνης του άρθρου 95 του αθλητικού νόμου που προαναφέρθηκε, ορίζει ότι τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου, είτε λειτουργούν στο πλαίσιο της ΕΠΟ είτε στο πλαίσιο Ενώσεων Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών, αποτελούνται από τακτικούς Δικαστές με βαθμό Πρωτοδίκη στα πρωτοβάθμια όργανα και Προέδρου Πρωτοδικών στα δευτεροβάθμια όργανα, με τριετή θητεία, μη ανανεώσιμη.
Ο Υφυπουργός - εισηγητής του νόμου αποσαφήνισε, μετά την θέσπιση της ανωτέρω διάταξης, με την με α.π. 228749/152/20.8.2015 επιστολή του προς την ΕΠΟ που είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, ορισμένα βασικά σημεία σχετικά με τον κανονισμό λειτουργίας διαιτητικού δικαστηρίου ποδοσφαίρου της ΕΠΟ και την σύνθεσή του, που αφορούν αναλογικά και σε όλα τα υπόλοιπα δικαιοδοτικά όργανα της ΕΠΟ:
«Είναι αυτονόητο ότι ο κανονισμός αυτός πρέπει άμεσα ν’ αλλάξει και να εναρμονισθεί με το νόμο. Ήτοι, να προβλέπεται ότι τα τακτικά μέλη του συγκεκριμένου αυτού οργάνου (σύνολο πέντε: πρόεδρος, αναπληρωτής πρόεδρος, δύο τακτικά μέλη και ένα αναπληρωματικό), δηλαδή όλα πλην των διαιτητών που κατά τα ισχύοντα στα περί διαιτησίας ορίζονται από τα διάδικα μέρη, θα είναι τακτικοί δικαστές, οριζόμενοι σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο ν. 4326/2015 διαδικασία».
Ο δικονομικός κανονισμός ΕΕΟΔ ΕΠΟ
Στην παρ. 1 α΄ του άρθρου 4 του δικονομικού κανονισμού επίλυσης οικονομικών διαφορών της ΕΠΟ ορίζεται ότι η Επιτροπή «θα αποτελείται από τα κάτωθι μέλη, τα οποία θα υπηρετούν μια διετή ανανεώσιμη θητεία: α) έναν πρόεδρο και έναν αναπληρωτή πρόεδρο που είναι ανώτεροι ή ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί εν ενεργεία [σ.σ.: γιατί άραγε, στις τροποποιήσεις που γίνονται εδώ και τρία χρόνια, δεν τροποποιήθηκε σχετικά ο κανονισμός (από «ανώτεροι ή ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί» σε Πρωτοδίκες) ώστε να εναρμονιστεί ο κανονισμός με τον «νόμο Κοντονή»;]. Σε περίπτωση κωλύματος διορισμού δικαστή εν ενεργεία, ορίζονται αντίστοιχα μη εν ενεργεία δικαστές. Οι ως άνω δικαστές απαραίτητα θα πρέπει να είναι γνώστες του εργατικού δικαίου, β) δύο εκπροσώπους ποδοσφαιριστών, οι οποίοι εκλέγονται ή διορίζονται μετά από πρόταση του πανελλήνιου συνδέσμου αμειβομένων ποδοσφαιριστών (ΠΣΑΠ), δύο εκπροσώπους των ομάδων οι οποίοι εκλέγονται ή διορίζονται από την οικεία επαγγελματική ένωση».
Ο  κανονισμός ιδιότητας μετεγγραφών ποδοσφαιριστών της ΕΠΟ
Στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 22 του ΚΙΜΠ ΕΠΟ, όπως τροποποιήθηκε την 1.7.2018, ορίζεται ότι για το επαγγελματικό ποδόσφαιρο λειτουργεί τριμελής (και όχι πενταμελής όπως συνεχίζει να ορίζει ο ΚΙΜΠ!) πρωτοβάθμια επιτροπή επίλυσης οικονομικών διαφορών (ΠΕΕΟΔ), πρόεδρος της οποίας, αλλά και ο αναπληρωτής του, θα πρέπει να είναι δικαστικοί λειτουργοί, ενώ ως λοιπά μέλη θα πρέπει να διορίζονται ένα από κάθε διάδικο μέρος (Ένωση και ΠΣΑΠ κ.ο.κ.).
Επισημαίνεται, ως εκ περισσού, για την εξειδίκευση της έννοιας του «δικαστικού λειτουργού», ότι σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 87 του Συντάγματος δικαστικός λειτουργός νοείται μόνον ο τακτικός δικαστής, αναπλήρωση δε τακτικών δικαστών από άλλα πρόσωπα δεν επιτρέπεται (Κων. Α. Παπαδόπουλου, «Η αναιρετική διαδικασία», Αθήνα 1997, σελ. 233). Και επίσης ότι σύμφωνα με το άρθρο 211 του Κώδικα Δικαστικών Λειτουργών, δικαστικός λειτουργός συμπληρώσας 35ετή πραγματική υπηρεσία διατηρεί επί τιμή και μετά την λύση της υπαλληλικής σχέσης, μόνο τον τίτλο της θέσης την οποία τελευταίως κατείχε.
Η σύνθεση της ΠΕΕΟΔ, στην πράξη
Στην πράξη όμως, σήμερα, πρόεδρος της ΠΕΕΟΔ είναι ένας συνταξιούχος εφέτης, και λοιπά μέλη της δύο δικηγόροι – εκπρόσωποι φορέων («διαιτητές») κάθε φορά, που δεν επιλέγονται ανά υπόθεση από τα διάδικα μέρη, «κατά τα ισχύοντα στα περί διαιτησίας», αλλά από τον πρόεδρο της ΠΕΕΟΔ.
4
Η σύνθεση της ΠΕΕΟΔ, σύμφωνα με
τους κανονισμούς της FIFA
Η ΕΠΟ είναι υποχρεωμένη, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 14 του καταστατικού της FIFA, να συμμορφώνεται πλήρως με το καταστατικό, τους κανονισμούς, τις ντιρεκτίβες και τις αποφάσεις των οργάνων της FIFA, καθώς και τις αποφάσεις του Αθλητικού Διαιτητικού Δικαστηρίου (CAS) της Λοζάνης.
Επίσης, στο συγκροτημένο θεσμικό πλαίσιο που καθορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 15 (παρ. 2) και 5 (παρ. 1) του ν.4326/2015, περί αυτοδιοικητικής λειτουργίας της ΕΠΟ με «ρήτρα νομιμότητας», εκλαμβάνεται ως δεδομένο ότι «η ΕΠΟ διαχειρίζεται τις υποθέσεις της, ανεξάρτητα και χωρίς επιρροή από τρίτους, και σύμφωνα με τους κανονισμούς της Παγκόσμιας και Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου».
Η ΠΕΕΟΔ θεσμοθετήθηκε, από την ΕΠΟ, κατ’ αντιστοιχία της FIFA National Dispute Resolution Chamber (NDRC.) Σύμφωνα με τους FIFA National Dispute Resolution Chamber (NDRC) Standard Regulations, η FIFA NDRC είναι αρμόδια για την επίλυση διαφορών που αφορούν, μεταξύ άλλων, στην απασχόληση επαγγελματιών ποδοσφαιριστών. Κατά την ενάσκηση της δικαιοδοσίας της λαμβάνει ειδικά υπόψη το εργατικό δίκαιο (άρ. 1 και 2). Ο πρόεδρός της και ο αναπληρωτής του πρέπει να είναι εξειδικευμένοι δικηγόροι («qualified lawyers», άρ. 3 παρ. 2) και επιλέγονται με κοινή συναίνεση από τους εκπροσώπους των ποδοσφαιριστών και των ομάδων (“chosen by consensus”) μέσα από μια λίστα τουλάχιστον πέντε προσώπων προτεινόμενων από την Εκτελεστική Επιτροπή της εκάστοτε Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (αρ. 3 παρ. 1 a). Τα λοιπά μέλη της σύνθεσης εκπροσωπούν, ισομερώς, τους εμπλεκόμενους φορείς («equal representation», άρ. 3 παρ. 4 ).
Το consensus της FIFA για τον πρόεδρο της σύνθεσης
και οι τακτικοί Δικαστές στην Ελλάδα
Η πρόβλεψη στον νόμο και τους κανονισμούς της ΕΠΟ ότι ο πρόεδρος της ΠΕΕΟΔ πρέπει να είναι τακτικός Δικαστής ικανοποιεί οπωσδήποτε, κατά την άποψή μου, τις απαιτήσεις του προαναφερθέντος κανονισμού της FIFA. Και τούτο διότι το consensus της διαδικασίας επιλογής, που δεν προβλέπεται στην διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4326/2015, αντισταθμίζεται απόλυτα από τις θεσμικές εγγυήσεις της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των ελλήνων τακτικών Δικαστών (άρ. 87 του Συντάγματος), οι οποίοι είναι εκ των πραγμάτων λειτουργοί κοινής αποδοχής.
Στην πράξη όμως, σήμερα, ο πρόεδρος της ΠΕΕΟΔ δεν έχει επιλεγεί με την ανωτέρω διαδικασία, της συναίνεσης και της κοινής αποδοχής, ούτε είναι τακτικός Δικαστής.
Παράλληλα είναι δημόσια γνωστό ότι το συνδικαλιστικό όργανο των ποδοσφαιριστών, ο ΠΣΑΠ, όχι μόνο δεν εκδήλωσε ποτέ ρητά το αναγκαίο consensus προς το πρόσωπό του, αλλά αντιθέτως, στις 29.3.2017 εξέδωσε δελτίο τύπου (http://psap.gr/nea/p-s-a-p-mideniki-anochi/) στο οποίο ανέφερε ότι «…το τελευταίο αυτό περιστατικό έρχεται σε συνέχεια σωρείας άλλων, του τελευταίου καιρού, τα οποία θέτουν σε κίνδυνο τα εργασιακά δικαιώματα των επαγγελματιών ποδοσφαιριστών στην Ελλάδα. Ο ΠΣΑΠ εκφράζει τον έντονο προβληματισμό του και ζητά από την ΠΔΕ ΕΠΟ συγκεκριμένες και άμεσες απαντήσεις και πρωτοβουλίες. Για τα περιστατικά αυτά μάλιστα, τα οποία έχουν «ονοματεπώνυμο», ο ΠΣΑΠ έχει ήδη ζητήσει, εγκαίρως, τον διορισμό εν ενέργεια Δικαστή στη θέση του Προέδρου της παραπάνω Επιτροπής, με επιστολή που έστειλε στην ΕΠΟ στις 2-3-2017».
5
Η επίλυση εργατικών διαφορών με διαιτησία (867 επ. ΚΠολΔ),
από την ΠΕΕΟΔ
Από όλα τα παραπάνω καθίσταται νομικά σαφές ότι η ΠΕΕΟΔ είναι ένα «διαιτητικό» δικαιοδοτικό όργανο της ΕΠΟ το οποίο επιλύει, «διαιτητικά», εργατικές διαφορές (άρ. 867 επ. ΚΠολΔ). Η δικαιοδοσία της ασκείται εσωτερικά, στους κόλπους της ΕΠΟ και του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, δυνάμει της σχετικής άδειας της Πολιτείας που χορηγήθηκε με την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν.4326/2015 («νέο αυτοδιοίκητο»).
Θεσμικά απονομιμοποιημένη η «εσωτερική διαιτησία» της ΠΕΕΟΔ
Όλα όσα εκτέθηκαν παραπάνω, για την συγκρότησή της, έχουν ως συνέπεια την θεσμική απονομιμοποίηση της «εσωτερικής διαιτητικής λειτουργίας» της ΠΕΕΟΔ, κάτι που θα μπορούσε ασφαλώς να αποφευχθεί αν ικανοποιούνταν, σωρευτικά, οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4326/2015, για τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου, και των σχετικών άρθρων του δικονομικού κανονισμού ΕΕΟΔ και του ΚΙΜΠ της ΕΠΟ. Και τούτο διότι, όπως προελέχθη, το «νέο αυτοδιοίκητο» λειτουργεί με «ρήτρα νομιμότητας», ή με άλλα λόγια, υπό την αίρεση της τήρησης  της νομιμότητας εκ μέρους της «αυτοδιοικούμενης» ΕΠΟ.
Εργατικές διαφορές, εκτός της «εσωτερικής διαιτησίας» της ΕΠΟ,
 δεν υπάγονται σε διαιτησία
Η «διαιτητική» επίλυση εργατικών διαφορών από την ΠΕΕΟΔ χωρίς την ταυτόχρονη εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4326/2015, για τον διορισμό τακτικού Δικαστή και την επιλογή των λοιπών μελών της από τους διαδίκους, ανά υπόθεση, την αποξενώνει από το συγκεκριμένο πλαίσιο της εσωτερικής διαιτησίας του «νέου αυτοδιοίκητου».

Στην ελληνική έννομη τάξη είναι γνωστό ότι διαφορές ιδιωτικού δικαίου μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία με συμφωνία, αν εκείνοι που την συνομολογούν έχουν την εξουσία να διαθέτουν ελεύθερα το αντικείμενο διαφοράς. Ωστόσο, είναι επίσης γνωστό ότι υφίσταται μια σημαντική εξαίρεση, την οποία πρέπει να δει κανείς κατά προτεραιότητα.

Οι εργατικές διαφορές δεν μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 867 ΚΠολΔ, να υπαχθούν σε διαιτησία.

Και έχει βεβαίως κριθεί, από τον Άρειο Πάγο (ΑΠ 1952/2013, Α1 Πολ. κλπ.), ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 901 παρ. 1 στοιχ. β' ΚΠολΔ, μπορεί να επιδιωχθεί με αγωγή ή ένσταση η αναγνώριση της ανυπαρξίας διαιτητικής απόφασης, αν η απόφαση εκδόθηκε επάνω σε αντικείμενο που δεν μπορούσε να υπαχθεί σε διαιτησία, δηλαδή για αντικείμενο που ήταν ανεπίδεκτο ελεύθερης διάθεσης από τους διαδίκους.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Διατηρώ την επιστημονική άποψη ότι η υφιστάμενη θεσμική και λειτουργική υπόσταση της ΠΕΕΟΔ δεν της επιτρέπει να ασκεί νόμιμα δικαιοδοσία διαιτητικής επίλυσης εργατικών και οικονομικών διαφορών στην ΕΠΟ και στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, διότι δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις, συνδυαστικά, του νόμου και των κανονισμών του ποδοσφαίρου, ήτοι:

Του ν. 4326/2015 (παρ. 1 του άρ. 5) και του ν. 2725/1999 (άρ. 5), των άρ. 867 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας περί διαιτησίας, του δικονομικού κανονισμού ΕΕΟΔ ΕΠΟ (παρ. 1 α΄ του άρ. 4), του Κανονισμού Ιδιότητας Μετεγγραφών Ποδοσφαιριστών ΕΠΟ (παρ. 2 του άρ. 20 και παρ. 2 του άρ. 22), του καταστατικού της FIFA (παρ. 1 του άρ. 14) και των FIFA National Dispute Resolution Chamber (NDRC) Standard Regulations (παρ. 1 a του άρ. 3), όπως ανωτέρω αναλυτικά εκτίθεται.

Περαιτέρω έχω την άποψη ότι, κυρίως λόγω της μη εφαρμογής (με υπαιτιότητα είτε της ΕΠΟ, είτε της Πολιτείας, είτε και των δύο μαζί) της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4326/2015, που ορίζει ότι τα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου, είτε λειτουργούν στο πλαίσιο της ΕΠΟ είτε στο πλαίσιο Ενώσεων Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών, αποτελούνται από τακτικούς Δικαστές με βαθμό Πρωτοδίκη στα πρωτοβάθμια όργανα, η ΠΕΕΟΔ αποξενώνεται από το συγκροτημένο θεσμικό πλαίσιο που καθορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 15 (παρ. 2) και 5 (παρ. 1) του ν.4326/2015, περί της αυτοδιοικητικής λειτουργίας της ΕΠΟ.
Για τους λόγους αυτούς θεωρώ ότι οι κατ’ επίφαση «διαιτητικές» αποφάσεις που εκδίδει είναι ανύπαρκτες, υπό την έννοια της Πολιτικής Δικονομίας, διότι εκδίδονται για αντικείμενο που είναι ανεπίδεκτο ελεύθερης διάθεσης από τους διαδίκους, δηλαδή για εργατικές διαφορές (ΑΠ 1952/2013, Α1 Πολ.).

_______________

Φυσικά δεν γνωρίζουμε τους ακριβείς λόγους της έφεσης, αναφορικά με το θεσμικό ζήτημα της σύνθεσης της ΠΕΕΟΔ, οι οποίοι απορρίφθηκαν κατ’ ουσίαν από το διαιτητικό δικαστήριο ποδοσφαίρου της ΕΠΟ στην υπόθεση που προαναφέρθηκε.
Το εύρος όμως των νομικών θεμάτων που εκ των πραγμάτων τίθενται προς εξέταση στο ζήτημα αυτό, και αυτεπαγγέλτως, μας δημιουργούν μεγάλες επιστημονικές προσδοκίες.

Το γεγονός ότι το διαιτητικό δικαστήριο ποδοσφαίρου της ΕΠΟ συζήτησε την αναφερόμενη υπόθεση και δημοσίευσε το διατακτικό της απορριπτικής του απόφασης αυθημερόν, είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα σταθεί εμπόδιο για μια αιτιολογία αντάξια των περιστάσεων και της προσωπικότητας των διαιτητών.

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2018

ΑΣΕΑΔ 66/2018, Υβριστικές αναρτήσεις στο διαδίκτυο ως λόγος στέρησης της φίλαθλης ιδιότητας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΥΣΗΣ
ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ (Α.Σ.Ε.Α.Δ.)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  66 / 29-6-2018
ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ Γ΄

Αποτελούμενο από τους Αικατερίνη Καρφάκη, Πρόεδρο, Ιωάννα Χατζάκη – Εισηγήτρια, Αναστασία Παρούση, Μαρία Χρυσού και Γεώργιο Δούβα, Μέλη.
Συνεδρίασε δημόσια στις 26 Απριλίου 2018 στα Γραφεία του, στην Αθήνα, (Λεωφ. Α. Παπανδρέου αριθμ. 37), με την παρουσία και της Γραμματέως Διονυσίας Ρωμανού, υπαλλήλου ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της Γ.Γ.Α., για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
            Των προσφευγόντων: 1) Π.Δ, κατοίκου Αμαρουσίου Αττικής και 2) Π.Τ, κατοίκου Άνω Λιοσίων Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Δημήτριο Πέππα.
            Της καθ’ ης η προσφυγή: Επιτροπής Φιλάθλου Πνεύματος (Ε.ΦΙ.Π.), της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής (Ε.Ο.Ε.) που εδρεύει στο Χαλάνδρι Αττικής, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Ζορμπά.     
            Της προσθέτως παρεμβαίνουσας υπέρ της καθ’ ης: Ομοσπονδίας Μηχανοκίνητου Αθλητισμού Ελλάδος (Ο.Μ.Α.Ε.), που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής και εκπροσωπείται νομίμως, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Παναγόπουλο.            
            Η υπό κρίση από 23.3.2018 προσφυγή κατατέθηκε στην Γραμματεία του Συμβουλίου με αριθμό κατάθεσης 28/23.3.2018. Ακολούθως, οι προσφεύγοντες κατέθεσαν στην Γραμματεία του Συμβουλίου τους από 23.4.2018 προσθέτους λόγους προσφυγής, που παρελήφθησαν αυθημερόν.  
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του πινακίου με αριθμό 2 και συζητήθηκε, αφού οι πληρεξούσιοι εκπρόσωποι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και αναφέρθηκαν και στα έγγραφα υπομνήματά τους και η προσθέτως παρεμβαίνουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η ασκηθείσα προφορικώς παρέμβασή της υπέρ της καθ’ ης και να απορριφθεί η προσφυγή.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 126 παρ. 1 του ν. 2725/99 (βλ. το υπ’ αριθ.198315944958 0521 0091 ηλεκτρονικό παράβολο σε συνδυασμό με το από 22.3.2018 αποδεικτικό πληρωμής EUROBANK) και, οι προσφεύγοντες ζητούν την ακύρωση της υπ’ αριθ.2/2018 αποφάσεως της Επιτροπής Φιλάθλου Πνεύματος (Ε.ΦΙ.Π.), που εκδόθηκε επί καταγγελίας της προσθέτως παρεμβαίνουσας σε βάρος τους, με την οποία (απόφαση), η Επιτροπή επέβαλε α) στην πρώτη προσφεύγουσα ποινή διετούς στέρησης της φιλάθλου ιδιότητας και β) στον δεύτερο προσφεύγοντα ποινή στέρησης της φιλάθλου ιδιότητας έξι μηνών με αναστολή τριών ετών. Με το περιεχόμενο αυτό, η προσφυγή εισάγεται αρμοδίως ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 123, 124 περ.δ, 126 παρ. 1 του Ν. 2725/1999, όπως αντίστοιχα τροποποιήθηκαν με τα άρθρα 43, 44 και 46 του Ν. 3057/2002 και έχει ασκηθεί παραδεκτώς και εμπροθέσμως, απορριπτόμενου ως αλυσιτελούς του ισχυρισμού σχετικά με την δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της. Εξάλλου, οι υποβληθέντες στην Γραμματεία του Συμβουλίου στις 23.4.2018 πρόσθετοι λόγοι προσφυγής πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι, λόγω εκπροθέσμου ασκήσεως, κατ’ άρθρο 131 ΚΔΔ, που εφαρμόζεται και στην προκείμενη διαδικασία, αφού κατατέθηκαν μόλις τρεις (3) μέρες πριν από την ορισθείσα ημερομηνία για τη συζήτηση της προσφυγής. 
2. Κατά τη συζήτηση της προσφυγής, ασκήθηκε παραδεκτά πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της καθ’ ης από την «Ομοσπονδία Μηχανοκίνητου Αθλητισμού Ελλάδος» (Ο.Μ.Α.Ε.), με την οποία η παρεμβαίνουσα αθλητική ομοσπονδία, έχουσα άμεσο έννομο συμφέρον, αφού υπέβαλε την καταγγελία επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ζητεί την απόρριψη της προσφυγής. Η παρέμβαση αυτή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, συνεκδικαζόμενη με την προσφυγή.
3. Με την κρινόμενη προσφυγή προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα ως εκδοθείσα αναρμοδίως κατά χρόνο, κατά παράβαση του άρθρου 130 παρ. 2 του ν. 2725/99, αφού από την κατάθεση της καταγγελίας σε βάρος των προσφευγόντων στις 10.3.2017 μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στις 13.3.2018 παρήλθε χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο γιατί, ναι μεν κατ’ άρθρο 130 παρ. 2 του ν. 2725/99 η Ε.ΦΙ.Π., Επιτροπή της Ε.Ο.Ε. που είναι ν.π.δ.δ., επιλαμβάνεται καταγγελίας εντός δύο (2) μηνών, πλην όμως η προθεσμία αυτή για την έκδοση αποφάσεως είναι, κατ’ άρθρο 10 παρ. 5 του ν.2690/1999 (Α’ 45) ενδεικτική, ενόψει και του ότι όπως εκτίθεται από την καθ’ ης και δεν αμφισβητείται από τους προσφεύγοντες, συνέτρεξαν εξαιρετικές περιστάσεις ένεκα των οποίων δεν ήταν δυνατή η έκδοση αποφάσεως επί της καταγγελίας, οι οποίοι συνίστανται σε αδυναμία συγκροτήσεως της καθ’ ης μετά τη λήξη της θητείας της προηγούμενης Επιτροπής.
4. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του από 26-9-1955 β.δ. «Περί του Κανονισμού της φιλάθλου ιδιότητας», «φίλαθλος θεωρείται πας όστις αγαπά την γυμναστικήν, ή την αγωνιστικήν και όστις επιδιώκει την προαγωγήν τούτων, υπό την ιδιότητα του διοικούντος τα γυμναστικά ή αγωνιστικά σωματεία, συνδέσμους, ενώσεις και ομοσπονδίες, του μέλους αυτών και του άρχοντος, του κριτού, του διαιτητού, του ιατρού αγώνων και του αρχηγού ομάδος, είτε επιδίδεται εις σωμασκία ή ενεργώς ασκεί άθλημα τι υπό την ιδιότητα του ασκουμένου ή του αθλητού, είτε τυγχάνει απλούς φίλος των πάσης φύσεως γυμναστικών και αγωνιστικών εκδηλώσεων. Ο φίλαθλος εις πάσαν περίπτωσιν και υπό οιανδήποτε ιδιότητα, δέον να κινείται εξ ειλικρινούς προς την άσκησιν ή την άθλησιν αγάπης και να μην αποβλέπει εις την δια της ασκήσεως ή της αθλήσεως ή της καθ’ οιονδήποτε τρόπον αναμίξεώς του εις τα αθλητικά πράγματα απόκτησιν υλικού τινός οφέλους ή βελτίωσιν της οικονομικής του θέσεως και να επιδεικνύει εν τη κοινωνία ανεπίληπτον από απόψεως ήθους και συμπεριφοράς διαγωγήν». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ιδίου ανωτέρω κανονισμού, «οι διοικούντες τα πάσης φύσεως γυμναστικά και αγωνιστικά σωματεία κ.λ.π., τα μέλη αυτών και οι άρχοντες, οι κριταί, οι διαιτηταί, οι ιατροί αγώνων και οι αρχηγοί γυμναστικών και αγωνιστικών ομάδων, εκτός των εν άρθρω 1 του παρόντος μνημονευομένων προϋποθέσεων της φιλάθλου ιδιότητος, δέον επιπλέον εν τη ενασκήσει των καθηκόντων των να μην έρχονται καθ’ οιονδήποτε τρόπον εις ουσιαστικήν αντίθεσιν προς τας αρχάς του φιλάθλου πνεύματος». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ιδίου β.δ. «Η Ε.Φ.Ι. εις περίπτωσιν διαπιστώσεως παραβάσεως παρ’ οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου των διατάξεων περί κανονισμού φιλάθλου ιδιότητος δύναται να στερή τούτο της φιλάθλου ιδιότητος διά χρονικόν διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών έως διά βίου. Μετά την πάροδον διετίας δύναται η Ε.Φ.Ι. να αποδώση την φίλαθλον ιδιότητα εις τον στερηθέντα ταύτης, πλην της περιπτώσεως δωροδοκίας ή δωροληψίας και τη αιτήσει του εφ’ όσον ούτος κατά το διετές τούτο χρονικόν διάστημα επεδείξατο διαγωγήν σύμφωνον προς τας υγιείς αθλητικάς αρχάς και τας αθλητικάς παραδόσεις». Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 130 παρ. 1 και 2 του ν. 2725/1999 «Ερασιτεχνικός και Επαγγελματικός αθλητισμός και άλλες διατάξεις», «οι ασχολούμενοι με τα κάθε είδους αθλήματα και τις εν γένει αθλητικές αγωνιστικές ή γυμναστικές εκδηλώσεις, καθώς και οι παρακολουθούντες τις εκδηλώσεις αυτές, οφείλουν να τηρούν τις αρχές του φιλάθλου πνεύματος και των παραδόσεων του αθλητισμού και του ολυμπιακού ιδεώδους (παρ. 1). Η παράβαση των ανωτέρω αρχών επισύρει στους παραβάτες ως κύρωση την οριστική ή για ορισμένη χρονική διάρκεια απαγόρευση παρακολούθησης οποιασδήποτε αθλητικής εκδήλωσης, συμμετοχής τους υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, ως διοικούντων, μελών, αθλητών, προπονητών, γυμναστών στα κάθε είδους αθλητικά, γυμναστικά και αγωνιστικά σωματεία, ενώσεις, επαγγελματικούς συνδέσμους ή ομοσπονδίες, καθώς και της συμμετοχής τους ως διαιτητών, παρατηρητών ή ιατρών. Η ποινή αυτή επιβάλλεται από την Επιτροπή Φιλάθλου Πνεύματος (Ε.ΦΙ.Π.) (παρ. 2). Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι οι κανόνες περί φίλαθλης ιδιότητας, δεν επιβάλλουν αμιγώς πειθαρχική κύρωση σε κάποιο αθλητικό παράπτωμα, αλλά ιδιόμορφη πειθαρχικής φύσης διοικητική ποινή, όντας ουσιαστικά μηχανισμοί αποβολής (προσωρινής ή οριστικής) από την αθλητική κοινότητα αυτών που υποπίπτουν σε σοβαρά αντιαθλητικά παραπτώματα. 
5. Στην προκείμενη περίπτωση από  την επανεκτίμηση όλων των υποβληθέντων ενώπιον του Συμβουλίου ισχυρισμών και εγγράφων εκ μέρους των διαδίκων – εκτός της προσκομισθείσας από την προσθέτως παρεμβαίνουσα υπ’ αριθ.19683/30.4.2018 ένορκης βεβαίωσης του Αναστάσιου Καρκάνη ενώπιον της συμβολαιογράφου Ξάνθης Αικατερίνης Σπυρίδωνος Παγουλάτου, που δεν αποτελεί κατά τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 147 παρ.1 περ.στ και 185 Κ.Δ.Δ. νόμιμο αποδεικτικό μέσο, καθόσον λήφθηκε από πρόσωπο που δεν έχει ιδιότητα «μάρτυρα», αλλά διαδίκου (Γενικού Γραμματέα της προσθέτως παρεμβαίνουσας) –προέκυψαν κατά την κρίση του Συμβουλίου τα εξής: Οι προσφεύγοντες είναι αθλητές μηχανοκίνητου αθλητισμού και ενόψει της ιδιότητάς τους αυτής επιλήφθηκε η Επιτροπή Φιλάθλου Πνεύματος για ενδεχόμενη προσβολή του φιλάθλου πνεύματος εκ μέρους τους, κατόπιν αναρτήσεών τους στο διαδίκτυο. Ειδικότερα, στις 10.3.2017 κατατέθηκε στην Ε.ΦΙ.Π. καταγγελία σε βάρος των προσφευγόντων από την προσθέτως παρεμβαίνουσα, που υπογράφεται από τον Πρόεδρο Δημήτριο Μιχελακάκη και τον Γενικό Γραμματέα Αναστάσιο Καρκάνη, με την οποία εκτίθεται ότι κοινοποιήθηκαν στην καταγγέλλουσα τρεις αγωγές ενεργών μελών της σε βάρος των προσφευγόντων με αφορμή αναρτήσεις τους και ζητήθηκε η οριστική αφαίρεση της φίλαθλης ιδιότητας από τους προσφεύγοντες και η επιβολή δια βίου απαγόρευσης σ’ αυτούς να μετέχουν με οποιαδήποτε ιδιότητα σε αθλητικές εκδηλώσεις της καταγγέλλουσας. Στο έγγραφο της καταγγελίας επισυνάφθηκαν τρεις αγωγές που κατατέθηκαν σε βάρος των προσφευγόντων και του Θ.Δ ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και δη, η υπ’ αριθ.καταθ.76397/6636/16 αγωγή του Δημητρίου Βερούτη, η υπ’ αριθ.καταθ.76401/6637/16 αγωγή του Λαυρέντιου (Λώρη) Μελετόπουλου και η υπ’ αριθ.καταθ.76409/6639/16 αγωγή της Άννας (Ανίτας) συζ. Νικολάου Πασαλή (η οποία στρέφεται κατά της 1ης προσφεύγουσας μόνο). Με τις εν λόγω αγωγές επιδιώκεται η επιδίκαση στους ενάγοντες εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης τους, συνεπεία προσβλητικών για την τιμή και την υπόληψή τους αναρτήσεων στο διαδίκτυο εκ μέρους των εναγομένων. Επί των αγωγών αυτών δεν έχουν εκδοθεί ακόμη τελεσίδικες αποφάσεις και αυτές εκκρεμούν. Στο πλαίσιο αυτό, η Ε.ΦΙ.Π., σύμφωνα με το άρθρο 130 παρ. 2 του ν. 2725/99 επιλήφθηκε της καταγγελίας, ώστε να κρίνει αν οι συμπεριφορές των προσφευγόντων προσβάλλουν ή όχι τις αρχές του φιλάθλου πνεύματος με αφορμή τις ασκηθείσες, ως άνω, αγωγές και δεν ασκεί ουσιώδη επιρροή στην κρινόμενη υπόθεση αν πριν από την κατάθεση της καταγγελίας ελήφθη νομίμως σχετική απόφαση του Δ.Σ. της καταγγέλλουσας ή όχι, όπως αβασίμως προβάλλουν οι προσφεύγοντες. Περαιτέρω, μετά από ακρόαση των καταγγελλομένων και ήδη προσφευγόντων, η καθ’ ης εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, στην οποία διέλαβε, μεταξύ άλλων, ότι αφορμή για τις επίμαχες δημόσιες αναρτήσεις των καταγγελλομένων σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν η απώλεια του τίτλου του πρωταθλήματος για τον 2ο προσφεύγοντα, κατόπιν της 3ης Αναβάσεως Αττικής στην περιοχή Δερβενοχωρίων Αττικής στις 1.11.2015, στην οποία συμμετείχε με συνοδηγό την 1η προσφεύγουσα, ότι «..εκ των προσκομισθέντων σχετικών εγγράφων των καταγγελλομένων δεν προκύπτουν σχολιασμοί τους προς τον κ. Βερούτη και την κα Πασαλή, ενώ εκ των σχετικών εγγράφων υποστηρικτικών της υπεράσπισής των προκύπτει πληθώρα συνομιλιών με εκατέρωθεν υβριστικά, ειρωνικά, δυσφημιστικά σχόλια μεταξύ της κας Π.Δ και του κου Λ. Μελετόπουλου, ενώ παρεμβάσεις εκάστοτε αποπειράται ο κος Π.Τ ιδίως προς υπεράσπιση της κ. Π.Δ, η οποία τυγχάνει σύντροφός του, σε σχόλια του Λ. Μελετόπουλου προκλητικά για την ηθική και την προσωπικότητα αυτής...» και ότι «...οι καταγγελλόμενοι ωθήθηκαν στην εν λόγω κρινόμενη συμπεριφορά από οργή και θλίψη λόγω του άδικου για εκείνους γεγονότος της απώλειας του Πρωταθλήματος από τον αθλητή-οδηγό κ. Π.Τ, έχουν προκληθεί λεκτικά εκ του κου Μελετόπουλου...». Ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή ζητείται η ακύρωση της προσβαλλόμενης αποφάσεως λόγω πλημμελούς και εσφαλμένης εκτιμήσεως του αποδεικτικού υλικού, που τέθηκε υπόψη της Επιτροπής. Από τις παραπάνω παραδοχές καταδεικνύεται ότι κρίσιμο για την επιβολή σε βάρος των προσφευγόντων κυρώσεων αποτέλεσε το περιεχόμενο της αγωγής του Λ. Μελετόπουλου και οι εκεί αναφερόμενες αναρτήσεις και όχι το περιεχόμενο των λοιπών αγωγών. Σε ό,τι δε αφορά του ισχυρισμούς των προσφευγόντων σε βάρος του Λ. Μελετόπουλου, προκύπτουν ειδικότερα τα εξής: Σε απάντηση αναρτήσεως του Λ. Μελετόπουλου αναφορικά με το πρόσωπο της 1ης προσφεύγουσας, ο 2ος προσφεύγων στις 27.8.2016 ανήρτησε στον λογαριασμό της 1ης προσφεύγουσας στη σελίδα κοινωνικής δικτύωσης facebook κείμενο, στο οποίο διέλαβε: «..Διάβασα τι είπες στην Π. συνειδητοποίησα ότι σαν ζηλιάρης ΠΟΥ....αρρωσταίνεις όταν με αποκαλεί άντρα της. σου έχω πει επανειλημμένα ότι και να κάνεις δε γουστάρω και όσο και αν κουνιέσαι δεν πρόκειται να σε ΓΑΜΗΣΩ. Σου απαγορεύω να ξανά ασχοληθείς με την ΓΥΝΑΙΚΑ μου γιατί τότε το πράγμα θα πάει αλλού..». Ακολούθως, σε απάντηση άλλης αναρτήσεως του Λ. Μελετόπουλου αναφορικά με το πρόσωπο της 1ης προσφεύγουσας, που την αποκάλεσε «Θώδη», η τελευταία στις 25.8.2016 ανήρτησε στον ίδιο, ως άνω, λογαριασμό της κείμενο στο οποίο, μεταξύ άλλων, διέλαβε: «..Ένας ¨κύριος¨, σε εισαγωγικά το κύριος αποκάλεσε Θώδη μια κοπέλα που λέει στα ίσια τις απάτες  μιας ληστρικής ομάδας... Αυτός ο άνανδρος αντί να τους βουλώσει το στόμα αν φόραγε παντελόνια κάνει και χαβαλέ. Εγώ δηλαδή που έχω μάθει ότι αυτός  ο ¨κύριος¨ εισχωρεί στα οπίσθια του ψ...ες, όπως λέει και ο περισσότερος κόσμος για εκείνον και που θεωρεί ότι Θώδη είναι η μάνα που τον γέννησε και τον ξέρασε με όλη τη σημασία της λέξεως και αναγκαζόμαστε να τον ανεχόμαστε εμείς να γλύφει την ληστρική ομάδα για να τρώει κι αυτός και να γεμίζει τις τσεπάρες του λεφτά ξένα, γιατί εγώ λοιπόν δεν κάθομαι να τον αποκαλέσω αδελφή και όλα τα ως άνω??? ....διαβάστε να δείτε τι που...δες υπάρχουν στο χώρο που λειτουργούν παρασιτικά εις βάρος των οδηγών....Πάρη μήπως να φτιάξουμε και στον κύριο μια φουστίτσα?..». 
6. Το περιεχόμενο των άνω αναρτήσεων κρίνεται καταφανώς προσβλητικό για την τιμή και την υπόληψη του Λ. Μελετόπουλου και υπερβαίνει το προσήκον μέτρο οποιασδήποτε εύλογης αντίδρασης τυχόν προκάλεσαν στους προσφεύγοντες προηγούμενες αναρτήσεις του Λ. Μελετόπουλου, με αποτέλεσμα τέτοιου ύφους και περιεχομένου δημόσιες αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, των οποίων λαμβάνει γνώση μεγάλος αριθμός ατόμων, να συνιστούν καθεαυτές συμπεριφορές που προσβάλλουν ευθέως το φίλαθλο πνεύμα. Ενόψει των ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη την βαρύτητα της προσβολής του φιλάθλου πνεύματος εκ μέρους των προσφευγόντων και τις λοιπές, ως άνω, περιστάσεις, κρίνεται ότι ορθώς επιβλήθηκε από την Ε.ΦΙ.Π. στον 2ο προσφεύγοντα η ποινή της εξάμηνης στέρησης της φίλαθλης ιδιότητας με αναστολή για χρονικό διάστημα τριών ετών και ότι ως προς την 1η προσφεύγουσα θα έπρεπε να της επιβληθεί ποινή στέρησης της φίλαθλης ιδιότητας δέκα μηνών, με την ίδια αναστολή, αντί της διετούς στέρησης της φίλαθλης ιδιότητας, χωρίς αναστολή, που της επιβλήθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι αυτή ήταν η άμεσα θιγόμενη από τις αναρτήσεις του Λ. Μελετόπουλου.
7. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η προσφυγή, να απορριφθεί η πρόσθετη παρέμβαση ως προς την πρώτη προσφεύγουσα και να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ ως προς τον δεύτερο προσφεύγοντα πρέπει η κρινόμενη προσφυγή  να απορριφθεί και η πρόσθετη παρέμβαση να γίνει δεκτή. Ενόψει δε της μερικής παραδοχής της υπό κρίση προσφυγής, πρέπει, κατ’ άρθρο 126 παρ.1 του ν. 2725/99, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 46 του ν. 3057/2002, να διαταχθεί η απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

            Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
            Δέχεται εν μέρει την προσφυγή και απορρίπτει την πρόσθετη παρέμβαση ως προς την πρώτη προσφεύγουσα.
Μεταρρυθμίζει την προσβαλλόμενη απόφαση της Ε.ΦΙ.Π. με αριθμό 2/2018 ως προς την επιβληθείσα σε βάρος της πρώτης προσφεύγουσας ποινή, την οποία περιορίζει σε στέρηση της φίλαθλης ιδιότητας δέκα (10) μηνών με αναστολή τριών (3) ετών.
Απορρίπτει την προσφυγή και  δέχεται την  πρόσθετη παρέμβαση κατά τα λοιπά.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου στους προσφεύγοντες.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 7 Μαΐου 2018 και δημοσιεύτηκε στον ίδιο τόπο στις 29 Ιουνίου 2018.